Πέμπτη, Απριλίου 20, 2006

Ανοίγει τό βλέμμα, λέμε!

Είμαι σέ μιά καινούρια τοποθεσία, ακούω (αλλά κυρίως βλέπω! Βλέπω αφ’υψηλού...) από τήν θορυβώδη λεωφόρο τά μέ κόσμο τουτού νά φεύγουν σέ φάλαγγες υπερπληθυσμού. Εγώ εδώ, όπου νάναι βεβαίως, αλλά μέ έπιασε ένα οξύ αίσθημα πανικού κι εγκατάλειψης. Λές νά βρώ τό άστυ άδειο, βγαίνοντας τού γιαπιού; Παίρνω τό χθεσινό Βήμα νά περάση λίγη ώρα μπάς κι αγχολυθώ.

Η Πανδώρα τά λέει αυτά; Ω στά πάθη βουτηγμένε Κύριε, πώς επιτρέπεις οίαν ύβρι;

Μά νά κράζη έτσι τίς αδελφές; Πωπώώώώώώωωωω! Διότι είναι γνωστόν τοίς πάσι ότ...

Ώπα! Μόλις είδα τήν θείτσα (διά τού τά πάνθ’ορά παραθύρου) στό κάμπριο νά μού κορνάρη! Γιούπ

Τετάρτη, Απριλίου 19, 2006

Τούρ Οπερέητορ.



Καλημέρα μά σερί. Γαλλικά ναί. Βρίσκω λόγους νά μήν νηστέψω από τό κρέας, ναί. Καί από τό φρέσκο, σαφώς. Μπορεί εσύ, γλύκα μου νά είσαι διακριτικός κι ευγενής, εγώ όμως θά σού παράσχω θέα τού εφηβαίου μου καί τών δυνατοτήτων αυτού, πάραυτα. Πάραυτα; Χμ... Λίγη υπομονή νά έχης... Κι αντοχές. Σ'ασπάζομαι.

Κι απ’τήν αρχή αρχίζω.

Πρέπει νά ήταν ο περυσινός Ιούλιος ή Αύγουστος, όταν έτρωγα φρίκες μπόλικες μέ χωρίς μιά κάποια συναίνεση τού στομάχου μου νά βοηθήση νά τίς περάσω όσο τό δυνατόν ανώδυνα...

Τότες, ένα βράδυ δηλαδή, είδα ένα ποστάκι τό οποίο μού έκανε φοβερή αίσθηση, ταιριαξοκούμπωσε εργοστασιακά σέ εκείνα τά τότε καί πάντα μά πάντα τό θυμάμαι.

Επειδή τό καλοκαιράκι πλησιάζει, επειδής πολλά κάνουν τόν κύκλο τους ενώ άλλα ξεκινούν απ’τήν αρχή νά πληρωθούν, κι άλλα περιμένουν αναψοκοκκινισμένα νά συμβούν (καί θά συμβούν· δέν υπάρχει καμία αμφιβολία περί τούτου) θεώρησα ταιριαστό νά επαναδημοσιευθή κάτι αυγουστιάτικο τού 2005.



- ωστε πιστευες..οτι..αχχ...απλα..ηθελα ..να γραφω...τις ανησυχιες ..μου στα blog ε
- αχ..ναι..ναι ..ποσο ..μμμ ..μ'αρεσε να..σε ..διαβαζω..μμμ ...ναι ...ναιιιιι
- σ'αρεσε ε ..μικρο μου ..ατιμο εσυ!
- αχχχ ναι ..ησουν τοσο ..μμμ..αχχ..προκλητικος ..αναιδης ..ανετος...πιο δυνατα pls..
- πες ..πες μου ..σου αρεσαν τα κειμενα ..μου ..εεε
- ναι.. πολυ ...φαινοσουν τοσο δυνατος..και.αχχ ..συναμα ευαισθητος ...οργισμενοςμ'αναβες ..μικρο μου bloggy ..ποιο δυναταααα ...ναιιι
- πες μου..κι'αλλλα ..κι'αλλαααα ..με τρελαινειςςςς
- καλιεργημενος ..μορ..φωμενος ..μ'ενα λογο ..αχχ ναιι ..
- τι ..τι?
- μμμ ..δεν ειχα αδικο..ναιιι (πιο δυνατα pls) ..ολη αυτη η διαθεση σου..να..μμμ
- ναι ..ναι .. τι?
- να ...φανεις ..να κανεις ..φιγουρα..να..να..με αναβε ...ελαααα ...πιο δυνατααααα

Σημείωση:

Μά είμαι ζώον! Ξέχασα ο κτήνος ν'αναφέρω τήν πηγή μου.

Ο άρτ αττάκ νά'ούμ'!

Τρίτη, Απριλίου 18, 2006

Ακούραστοι αδένες, παρακαταθήκες χωρίς πάτο.

Μήπως η γλυκαντική ουσία πού έχουν τά πασχαλινά ωά, η προκαλούσα μιάν κάποια ευεξία στά μικρά παιδιά, μιάν κάποια ευαρέσκεια στά πιτσιρίκια, ένα ντιριντάχτα χοροπηδητό στούς μπόμπιρες, είναι κάτι από προσηλυτισμός, κάτι σάν εξαναγκασμός πρός τά χαζά, κενά καί γελοία νοήματα τής σκοταδιστικής ορθοδοξίας;;;

(Δεδομένων τών συνειρμών πού μπορεί η γλυκάδα ενός σοκολατούχου αυγού νά δημιουργήση στήν τρυφερή ψυχή ενός μειρακίου καί βγάλε).

Τί λιγότερο μεσαιωνικό, εξάλλου μπορεί νά κρύβη αυτό τό ύπουλο γλύκισμα από τήν υποχρεωτική βάπτιση (άκουσον άκουσον! Νά βαφτίζουν τά μωρά!) από τά υποχρεωτικά θρησκευτικά (άκουσον άκουσον! Νά διδάσκουν τήν επι τού όρους ομιλία στά σχολεία!), από τήν υποχρεωτική ονοματοδοσία (άκουσον άκουσον! Νά βγάζουμε τά παιδιά μας Γιώργο καί Γιάννη!)

Γάμησέ τα.. (καί κυριολεκτικά άμα λάχει...)

Πού έχει κρυφτή, ρέ γαμώτο, όχι κάποια στείρα καί υποκριτικά σεμνότυφη συστολή, αλλά η αξιοπρέπεια;


Είναι δυνατόν και επίσημα να βγάζουμε τον εαυτό μας, στο κλαρί;


Να ζητάμε, χωρίς νά κοκκινίζουμε, κοκό;


Σέ ένα περιβάλλον ένθα έχουν αναρτηθή σημαίες γιά τό νυφοπάζαρο τής φύσης του, όπου ο καθείς δηλώνει ότι θέλει να φυστικώση;


Ίσως (τι ίσως δηλαδής, βέβαιον είναι) να πρόκειται γιά ένα μήνυμα. Ότι υπάρχει διάθεση παράδοσης, ότι λαμβάνονται με ιδιαίτερη χαρά και αδημονία, τά... φυστίκια.

Ανάμεσα στό κφλίπ δύο χαντρών ενός μή κεχριμπαρένιου κομπολογιού.

Τά διά τού μόνιτορ ποστάκια βλέπω ότι βιάζονται νά διατρανώσουν, πώς παραβγαίνουν σέ διαγωνισμό διακήρυξης μή χριστιανικής φύσης, απιστίας, αμφισβήτησης, ντεϊσμού...

Είναι κι αυτό ένα δείγμα τρέντυ φάσης· να διαλαλλλλλλάς τό ελεύθερο πνεύμα σου.

Κι εγώ, ανθρωπάκι μικρό, συμπλεγμάτων γιομάτο, φελλοειδούς υποβάθρου, νάυλον περγαμηνών δέν μπορώ νά μήν πώ ένα πομπώδες: στ’αρχίδια μου...


Κι άς μ’απειλούν τόσες αμαζόνες, τού 4ου λόχου πιπαδρομών.

Κυριακή, Απριλίου 16, 2006

Κυριακατοίκησέ με! (4)



Κυριακατοίκησέ με! (3)

Κυριακατοίκησέ με! (2)

Κυριακατοίκησέ με! (1)

Πρίν άπό λίγο μού’πες νά φύγω κι έγιναν στάχτη οι Κυριακές.(4)

Σέ παρακαλώ… Μεταγράψου! Μεταγράψου νά πέσω μέσα!

Άπό τό «Έθνος» τής 5 Μαΐου 1994

Πρίν άπό λίγο μού’πες νά φύγω κι έγιναν στάχτη οι Κυριακές.(3)

Τό Βήμα σέ 20 τόμους προσέφερε τήν ιστορία τού ελληνικού έθνους τού Παπαρρηγοπούλου. Κάποιοι (δι’ επιστολών) έσπευσαν νά παρατηρήσουν ότι τό μονοτονικό πού επελέγη νά συντροφεύση μιάν αρχαΐζουσα καθαρεύουσα, δέν ήταν καί η καλλίτερη ζαριά.

Σέ μία τέτοια παρατήρηση, τά γνωστά ασπόνδυλα στάλθηκαν γιά νά πουλήσουν, μπίτ παρά, τόν νεωτερισμό τους.

Είναι πολύ ξεκάθαρα τά νοήματα καί οι προθέσεις πού κρύβονται στήν εξής περίοδο:

«Η γλώσσα οφείλει νά ακολουθη τήν φωνητική εξέλιξη, τότε τά πνεύματα καί οι περισπωμένες…»

Η πρόταση συνεχίζει στις γνωστές παρόλες τίς οποίες επικαλούνται πολλοί κούφιοι προοδόπληκτοι καί εδώ στά βλόγς.

Δημιουργείται μία απορία… Γιατί οι έν λόγω πανεπιστημονάρες, οι έχοντες άποψι περί πάσης νόσου καί πάσης μαλακίας τών αρχαίων, δέν χαλαρώνουν λίγο, δέν αποκτούν μία αίσθηση ανδρισμού (έστω συνδρομή τατσαρίσματος τών ορχέων τους) καί νά πουν ευθαρσώς ότι θά (συ)στρατευθούν μέ οιονδήποτε, θύτη στήν φωνητική εξέλιξη τής γλώσσης, ο οποίος θά καταργήση καί τόν μοναδικό τόνο πού υφίσταται τώρα, θά καταργήση τήν ιστορική ορθογραφία, θά καταργήση τό τωρινό αλφάβητο;

Κι έάν δέν μπορούν νά τό κάνουν αυτό, ας πουν ρε παιδί μου, έτσι στο χάσιμο…:

«Λόγω αυτής τής φωνητικής εξέλιξης τήν οποίαν επικαλούμαστε, δέν είναι εντελώς λογικό, νά γράφουμε καί χωρίς ορθογραφία; Τό ίδιο αντιλιπτο δέν ινε εάν γραψο «εκστρατεια» καί «εξστρατια»; Τό ιδιο! Άρα λοιπόν…»

Άρα, άς αποκτήσουν έναν μικρούλη σπόρο παρρησίας τά γνωστά μαλάκια κι άς αγωνισθούν άπό τώρα – σέ τέμπο πρωτοπορίας – γιά χορις καμια καθιστερισι, καταργισι τίς ιστορικις ορθογραφιας.

Μιάς καί η φωνητική εξέλιξη τής γλώσσας τό επιτάσσει!

Πείτε το ρέ παιδιά! Μήν ντρέπεστε! Πείτε το!

Πρίν άπό λίγο μού’πες νά φύγω κι έγιναν στάχτη οι Κυριακές.(2)

Έριξα μιά τζούρα ματιάς άπό τούς 81 καφέ καί 19% πρασίνου, οφθαλμούς μου στό Βήμα τού Σαββάτου.

Ένα γαλλικό κανάλι επέλεξε έναν άπό τήν Μαρτινίκα καταγόμενο, έναν μαύρο παναπεί, γιά παρουσιαστή στό κεντρικό δελτίο τών ειδήσεων.

Μέχρι εδώ καλά. Έάν τό άτομον είναι κομπλέ, έάν είναι δημοσιογράφος όσο τό δυνατόν λιγώτερο αλήτης καί ρουφιάνος (υπάρχουν άραγε δημοσιογράφοι μή αλήτες ρουφιάνοι; Ιδού η απορία!), έάν μέ περγαμηνές καί μή αστοιχείωτος, μέσα νά’ούμ. Δέν χωρά κανένα σχόλιο-παρατήρηση· δέν θά στεκόμουν καθόλου.

Εντύπωση όμως προκαλεί τό τέλος τού άρθρου.

Ο κατά τ’άλλα αντιδραστικός, φασίζων (καί πολλά αλλά τά οποία ένας χομοπροοντεύτικους λίαν ευκόλως δύναται προσπορίσει) Σαρκοζί ρίχνει τό γαμιδέστερον:

«… μέ παραινέσεις γιά θετικές «διακρίσεις» σύμφωνα μέ μιά πολύ προσφιλή του έκφραση.»

Μπλοκάρει τότε τό μέσα μας, κάποιο στοιχείο τού μέσα μας, αυτό πού πολύ καλλιτεχνικά μάς δημιουργούν τά τελευταία χρόνια οι εξουσιαστές μ’απώτερο σκοπό τήν παραβίαση τών φυσικών νόμων…

Δηλαδή ρε μαστόρια έάν κατάλαβα καλά, υφίστανται «θετικές διακρίσεις»;

Ειδικά λόγω χρώματος του πετσιού…; Λόγω χρώματος δέρματος, υπάρχουν σήμερα, εκφρασμένες άπό τον υπουργό εσωτερικών χωράς της ΕΕ, «θετικές» διακρίσεις; Λόγω χρώματος; Λόγω χρώματος; Λόγω χρώματος; Νομοθετημένες; Άτυπες; Πώς; Υφίστανται; Υπάρχει, γεννιέται ένα απαρτχάιντ· έστω σπερμοειδώς; (Τό «διακρίσεις» κάπως αλλιώς τό λέμε βεβαίως όταν μάς πιάνει μήνις. Τώρα ούτε ψήγμα σκέψης νά αναφερθη ώς είθισται).

Διακρίσεις υπέρ τίνος καί κατά ποιου; Πιο συγκεκριμένα, ποια τά κριτήρια επιλογής κάποιου κατόπιν «θετικων διακρισεων»; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Επειδή στήν Πραιτόρια κάποτε καί στο Μπρουκλιν επίσης καποτες, οι νέγροι, έμπαιναν στο περιθώριο πρέπει τώρα – ρεβανσιστικώ τώ τρόπω - νά αναδειχθούν στο Παρίσι; Γιατί ένας έγχρωμος μη αξιοκρατικά νά σπρωχθή; Όλη η φάση πρέπει νά κινηθη στις σφαίρες της συναλλαγής; Σέ γαμούσα τοτενες, Τώρα θά γαμησης έσύ;

Ποιος είναι υπεύθυνος, ποιος εφαρμόζει μιά τέτοια ξεκάθαρα ανήθικη πολιτική;

Κυρίως όμως γιατί προκρίνεται άπό επισήμους κρατικούς φορείς μιά τέτοια πολιτική…; Η πολιτική των «φιλικών» διακρίσεων. Καινούριο φρούτο; Καινούρια ποικιλία στήν φρουτιέρα τού απεχθούς πολυπολιτισμού; Πρέπει όμως νά τονισθή χωρίς δεύτερη σκέψη, καθυστέρηση ή κάποιο σκάλωμα ότι «θετική» διάκριση, έτσι όπως στό άρθρο μάς παρουσιάζεται, είναι ο πιο ξεδιάντροπος, αμοραλιστικός, απροκάλυπτα άδικος ρατσισμός.

Πέρα άπό τό έλλειμμα ηθικής, υφίσταται καί κάτι άλλο, εξίσου καλό… Τό ότι κάτι τέτοιο (ρατσισμός κατά τών μή εγχρώμων στήν προκειμένη περίπτωση), δέν ξεσηκώνει κανέναν χολερικό ΜΚΟ, καμιά καρκινοειδή οργάνωση «ΣΟΣ η κωλοτρυπιδα μας ρατσιστικώς πάλλεται», «μέτωπο λογικής Λεωνίδα Κύρκου κατά τού ρατσισμού». Κι όταν λέμε νά ξεσηκωθή δέν αναφερόμαστε σέ καταλήψεις τής Σταδίου καί τής Σόλωνος μέ πυρπολήσεις αυτοκινήτων καί καταστημάτων – εξάλλου κάτι τέτοιο θά χαλούσε τήν ντάγκλα άπό τό αναζωογονητικό, ακίνδυνο, ωσάν τά κέλλογκς κόρν φλέηκς, μή προκαλόν τίποτις φτού κακά, μαύρο. Μιά ανακοίνωση, έστω. Γιά τά μάτια τού κόσμου - έναν άγνωστο, φώς μου, παντρεύεσαι τήν Κυριακή!

Πρίν άπό λίγο μού’πες νά φύγω κι έγιναν στάχτη οι Κυριακές. (1)

Τό ίματζ αυτό (δημοσιευθέν στό Βήμα τής Παρασκευής 14 Μαρτίου) προσφέρει τεκμήριο αψεγάδιαστο, ακλόνητο, στέρεο, γεμίζει στό κατακαταφούλ φαρέτρα επιχειρημάτων, δημιουργεί αυτοπεποίθηση συναχωμένου σέ διαγωνισμό ροχάλας, κρατά σέ θαυμαστά ταιριαστή μάτιση ακροδαχτύλων τών δυό χειρών, εξακοντίζει καιόμενα βλέμματα πρός πάντα διακείμενο εχθρικώς. Ίματζ – τεκμήριον μπετοειδές γιά τό ότι ο νεποτισμός εχάθη οριστικώς στις 8 Δεκεμβρίου τού 1974.

Γιά τό ότι η εξουσία ΔΕΝ μεταβιβάζεται, πλέον, κληρονομικώς.

Γιά τό ότι επικεφαλής τίθεται ο άξιος καί ουχί ο υιός.

Γιά τό ότι η ιδέα τής βασιλευομένης δημοκρατίας αναχρονίζει στό φούλ.

Γιά τό ότι ο κυρίαρχος λαός μιά ζωή (καί δυο καί τρεις καί τέσσερις μέχρι τήν εξάγνιση, μέχρι τήν νιρβάνα, αναλόγως μεταφυσικών πεποιθήσεων) μαλάκας, μιά ζωή ηλίθιος, μάζα σιχαμερή, επιπέδου γιά τόν πούτσο, ελεεινός όχλος, μιά ζωή καλόπιστο θύμα. Τό χειρότερο όμως είναι ότι δέν μαθαίνει. Τό οκτωμυριάκις εξαμαρτείν ού λαού στοιχειωδώς ού μέ σύνδρομο down.

ΥΓ: Ενώ κατά τ’άλλα η ορθογραφία τών ξένων λέξεων έχει απλουστευθή, οι συντάκτες στήν προκειμένη περίπτωση, διατηρούν τό ύψιλον στό τοπωνύμιο καί μόνον, «Γλύξμπουργκ». Ειδικά απέναντι στόν τέως Κωνσταντίνο, οι 4εξουσιαστες (καί όχι μόνο) τηρούν ελληναράδικη έως ρατσιστική στάση. Στοιχείο σχιζοειδούς τό δίχως άλλο προσωπικότητος.

Πέμπτη, Απριλίου 13, 2006

Επιρροαί Εμπειρίκου...

Κερνώ καφέ καί ξενάγηση, ροδαλώς ηκούσθη λεγοπροτείνων ο Μασταπιάνης ξεφλουδίζοντας ένα φυστίκι όπερ κάργα τόν τερψολαρύγγιασε, συνοδεία ανέρωτης βότκα τής οποίας η μάρκα θά αμηχανίαζε καί τόν Βοκκάκιον άμα λάχει…


Ξέρω, ξέρω δέν καταλαβαίνεις τίποτε αλλά δέν μέ νοιάζει.

Καφές, ξενάγηση ή καί τά τρία έάν θέλης… Μάτς! Μούτς! Πολλά! Endless σέ λέω!

Τρίτη, Απριλίου 11, 2006

Νταλγκάς.


Έβλεπα στό μόνιτορ κάτι περί κινηματόγραφου καί θυμήθηκα ότι δέν δύναμαι νά εύρω πουθενά τό The Killing τού Κιούμβρικ.. Γαμώ τό στανιό μου, κλάψ!

Πρέπει νά ήντουνα δύο εβδομάδες πρίν πού διάβαζα τό τής Κυριακάτικης Γελοιοτυπίας πολιτιστικόν (νά βάλω ένα : “my ash”?) ένθετον καί η συντάκτις μανταμίτσα αγνοούσε, προκλητικώς θά έλεγον, τόν έν λόγω έργοτα.. Έβαζε κάτι άλλα κουλά παντελείως άτινα αρνούμαι νά αναφέρω.. Τί νά πώ; Πού πάνε καί τίς βρίσκουνε νά’ούμ’;;;!


Μέ τό συμπάθειο... Πρώτη φορά μού (ξανα)συμβαίνει...

Εντάξει, ησύχασα. Ησύχασα αρκετά.

Όπως όταν επιστρέφης σπίτι απόγευμα Κυριακής από γάμησέ τα μεσημβρινό γεύμα, καί χαλαρώνεις τήν ζώνη του παντελονιού. Τό συναίσθημα, η αίσθησις νά αισθάνεσαι τήν κοιλιά σου νά ανακουφίζηται παθιασμένα πολύ, μέ αλληλούια δεδομένα είναι απίστευτη. Ω, ναί! Νά τήν βλέπης τουμπανιασμένη νά σού υποκλίνηται μέ χατζηαβάτικο τρόπο καί τυχόν πορδή νά σού επισπεύδη τήν χώνεψι, τήν άνεση! Καύλα λέμε!

Ε, ναί λοιπόν, ησύχασα! Γιατί νά τό κρύψω; Είναι οριστικόν πιά, αναμφισβήτητη η νίκη τού Πρόντι ή κάλλιον, η ήττα τού Μπερλουσκόνι. Πλέον η γείτων θά (αρχίση νά) ξεμπουκάρη τού σκοταδιστικού της περιβάλλοντος καί από αύριο Τετάρτη 12 Απριλίου 2006 μετά Χριστόν, καινοί Ντάντε Αλιγκέριοι, Βιργίλιοι, Μικελάντζελοι, Νταβίτσιοι, Μακιαβέλληδες, Ιούλιοι Καίσαρες, Γουλιέλμοι Μαρκόνιοι, Ντάριοι Φόοι, Αντονιόνηδες θά γεννηθούν/προσκηνιασθούν/εμφανισθούν...

(Καί καμιά Μόνικα Μπελούτσι παραπάνω, ε;;;;;! Πού τό πάς αυτό ρέ μινάρα!;!;!;)

Στάξε με κι άλλο! Στάξε με!

Έπιασα πρωί πρωί τήν κυριακάτικη τής 9ης τού μηνού καί τήν ξεφύλλιζα στά χί φανάρια στόν δρόμο γιά τήν δουλειά. Τό ένδονο καί έντοξο τράφφικ μοι επέτρεψε νά τερήσω καί σέ πιό μικρές ειδήσεις. Μακράν τών βαθυστοχάστων αναλύσεων υπό επιστημόνων όπως ο Πλωρίτης (η στά άρθρα του, φωτογραφία του η οποία χρονολογείται από τήν εποχή πού η Σαπουντζάκη πήγαινε δημοτικό σχολείο) καί ο Μαρωνίτης (ούτινος η φωνή φέρνει κάτι από Ψινάκη καί καταλήγει στά «ζήτω τών Βαβυλωνίων, τών θεμελιωτών τού παγκοσμίου πολιτισμού!»)

Είδον, ανέγνωσα κάπου γιά τόν πατριάρχη πρώην Ιεροσολύμων Ειρηναίο. Κι αμέσως, μπόγιασα τήν φυλλάδα καί δι’αυτής μαστίγωσα τό κάθισμα τού συνοδηγού.

- Μά γαμώ τό γαμώτο μου! Πάλι έχασα επεισόδια; Τί επεισόδια λέω ο κόπανος!;! Σήριαλ ολάκερα!

Μέ πολλά νεύρα, μέ περισσότερα νεύρα δηλαδή, ξεκίνησα καί εν μέσω οπισθίων φώτων κάποιων χιουντάι, σκόντα καί νισσάν, εξαπέλυσα ψόγους οξείς, κατηγόριες ασήκωτες.

Αυτή η αποχή μου, οι μεταχρονολογημένες βουτιές στήν τέως επικαιρότητα μού στοιχίζουν τελικά. Καί άν χάσης κάποια προσφορά εφημερίδος, σκέπτεσαι ένα δέν γαμιέται... Αλλά τώρα; Αυτή η άγνοιά μου πρέπει νά μού στοίχισε, νά μού στέρησε πολλές γαργαλητώς απώλειες σωματικών υγρών. Διότι εάν θεωρήσωμε δεδομένο ότι τά Ιεροσόλυμα γειτνιάζουν κολλητά μέ τά Σόδομα* καί τά Σόδομα έγιναν πρώην επειδή η σκοινιού καί παλουκιού φάσις των είχε παραγίνει, επειδής πούστηδες καί παλληκάρια είχαν γίνει μαλλιά κουβάρια καί βιάγκρα γιά τράγους δέν είχε σπονσοραρισθή τότενες, αυτός ο προσδιορισμός πρώην γιά τά Ιεροσόλυμα κάτι τέτοιο θά μαρτυρά. Τό δίχως άλλο, βέβαιααααα· ο αέρας εκεί κάτω προκρίνει μόνο έκτροπα και εκτραχύνσεις στό σεξουαλικόν πεδίον.

Πατριάρχης πρώην Ιεροσολύμων Ειρηναίος.

Έτσι όπως το διετύπωσε η καλή εφημεριλλάδα, δηλαδής, συνεχίζει καί είναι Πατριάρχης ο Ειρηναίος αλλά σέ μιάν πρώην πόλη, σέ πόλη πού δέν υφίσταται. Γιά τό ποίμνιον δέν ξέρουμε, έρχονται καί μέρες πονηρές, γκαστρωμένες νύκτες μέ οβελίες πού έχουσιν γύρισμα.

* Μάλλον η ονομασία αυτή αντίκειται στήν καθεστηκυία τάξιν τής πολιτικής ορθότητος. Οσονούπω, από Σόδομα, Γέυλανδ.

ΥΓ: Ρέ τί πάθαμε! Μιά μέρα είπα νά μήν μιλήσω, νά μήν φωνάζω, νά μήν τραγουδώ, κοντολογίς νά μήν λέω μαλακίες στήν δουλειά, κι όλες οι ψυχές μέ ρωτάν τί έπαθα! Χαχαχαχα!

Πολύ χαίρομαι μέ αυτό τό δωράκι. Είναι πασχαλιά, λίαν συντόμως θά ανθίση η εν Μουλκίω, φρόντισα (ε) νά έχω τέτοιο αρωματάκι όπερ τή συνδρομή ενός ρεσώ, θά αράζω σέ περβόλια. Βεβαίως λείπει η συσκευή αλλά εντάξει νά’ούμ’...



Παρασκευή, Απριλίου 07, 2006

Άμα είσαι νίντζα…

Δέν βρήκα, επενόησα, εφηύρα ούτε τζίνι, ούτε τόν υπερυπολογιστή, ούτε επιφωτίστηκα ώς 13ος... Συνεπώς, δέν βοηθήθηκα από αλλού γιά νά τό ατσιβάρω. Άσε πού ούτε θυμάμαι πώς πέτυχε. Ή μήπως απλώς έτυχε; Μάλλον έτυχε, ναί. Τέλος πάντων, (τό κούρασα!) ένα βράδυ προηγουμένου πρωινού άνευ έννοιας γιά έγερση, μέ συνάντησα νά έχω οριζοντιωμένα κορμικά δεδομένα σέ απόσταση μέ θήλυ εντελώς παρεξηγήσεως εάν κι αυτή δέν συναινούσε είς τήν όλην εικαστικήν πρότασιν τών ορέξεων τών ορμονών (μας).

Αγκομάχησα μέ ασθματικά παραληρήματα καθώς ακόνιζα τά εσώτερα τής σχισμής της μέ όχι μέ τά χέρια μου καί γρήγορα (ώς είθισται) τέλεψα.

Γύρισα καί έπεσα ανάσκελα σάν παραιτημένος κερατάς καί άρχισα νά πιάνω μιά χαύνωση, μιά άνοια, κάτι σάν κενό χωρίς όμως νά μπορώ κάν νά επισημαίνω αυτό τό κενό.

Χωρίς νά τό θέλω, αγνόησα τήν δίπλα μου, κάποια δάκτυλά (της) χαϊδεύοντα τίς τρίχες τού οσχέου μου μού τήν θύμισαν. Η προσήλωσίς μου όμως αφιερώθηκε στό τρίψιμο τών οφθαλμών μου, είχα νυστάξει τρομερά. Μέ επεσκέφθη εισέτι, οδυνηρά τό σύνδρομον τού νεκρού σπέρματος, τής τίνι τρόπω παιδοκτονίας καί έπεσα πάρα πολύ. Θά έλεγα ότι τήν λησμόνησα παντελώς, νυσταλέος ών κάργα. Όμως, αυτή η σέ ακύμαντα ύδατα βαρκάδα πρός τά πεδία τού Μορφέως διεκόπη απότομα από μιά βιαία κουπιά.

Ένοιωσα τούς όρχεις μου νά πιέζωνται τζενγκισχανικώς. Τό άουτς έστρεψε τό κεφάλι πρός αυτήν η οποία:

- Κοιμάσαι βρέ κτήνος; Ε; Γάιδαρε; Κοιμάσαι;

Όχι, όχι! Δέν κοιμόμην! (Έστω, ακόμη...) Χέστηκα, όμως! Ω ρέ πούστη μου, πακέτο, τσιμπούκι έγινα στήν γκόμενα, εσκέφθην οικτιρώντας με... Η ατζεντλεμενιά όμως στούς αδένες μου μέ έριξε σέ κάτι ατέλειωτες σπίντες... Καί τότε μέ ύφος ο γαμάω, εστράφην αυτή καί είπον μέ ύφος χιλίων καρδιναλίων, θράσος χιλίων πιθήκων καί σιγουριά χιλίων μπουκμέηκερς:

- Όχι αγαπούλα! Έχω μυωπία καύλα μου, καί απλούστατα, έχω φέρει τόσο κοντά τήν παλάμη στά μάτια μου όχι επειδή ξύνομαι/τρίβομαι αλλά γιά νά διαβάσω έναν μυστικό κώδικα... Δέν ξύνω μάτι, αλλά αποκωδικοποιώ κάτι...

Μέ πίστεψε; Χμ... Η έκφρασίς της δέν έδειχνε ευπιστία. Γι’αυτό έριξα τό ατράνταχτα γαμάτο επιχείρημα πού τήν έκανε νά μέ πιστέψη καί ικανοποιημένη νά σκύψη ανάμεσα στά πόδια μου καί νά μέ φιλήση γαλλιστί.Συγχρόνως μέ τήν αέναη κίνηση τού κεφαλιού της φιλώντας, ρουφώντας, γλύφοντας, δαγκώνοντας, κρύβοντας κι αποκαλύπτοντας τό διογκούμενον φοφίκο μου, ακουγόμην νά άδω, πείθοντάς την:

«Την ανεξήγητη γραφή νά λύσω πολεμώ πού μού χαράξαν πειρατές κινέζοι στίς παλάμες»...

Παράκλησις.

Ξέρεις;

Είναι τό χειρότερό μου αυτό. Χυμός πορτοκαλιού.


Προτιμώ νά φάω ληγμένη, αφοδευμένη πρώην μακαρονάδα από οροθετικό βιετκόγκ.

Αλλά χυμό πορτοκάλι, όχι.

Καί επειδή σκέτη άρνηση άνευ προτάσεως είναι μηδενισμός, θά σέ πώ τό εξής:

Ροδάκινο.

Καλή φάση.

Ευχαριστώ.

Αντίδοτο στήν νεφελώδη Παρασκευή.

Έψαχνα κι εγώ σκορπιούς Αβάνας (ναί μωρέ, η πρωτεύουσα ενός κράτους στό οποίο ο «Πρόεδρός» της θητεύει γύρω στά 50 χρόνια αλλά τούτο δέν πειράζει κανέναν προοδευτικό τρόμπα) μπάς κι εύρω γιατρειά αλλά μηδέν είς τό πηλίκον.

Βυθίστηκα κι έκλεισα τά πέταλά μου, σκοτείνιασε πολύ αλλά ο ήχος ενός εισερχομένου μέηλ μού άνοιξε τό ένα μάτι.

«Καλημέρα»

Καλημέρισα κι εγώ, ζήτησα νά μάθω νέα.

Τά νέα δέν ήσαν πολλά, τό εξής ένα:

«Μέ τσάντισε ένας μαλάκας»

Κι εγώ ώς άλλος Ροδόλφος Βαλεντίνος μέ δεξιότητες στήν σπαθιστικήν ενός Ντ’Αρτανιάν, άρχισα νά χώνω:

«Τόν ρουφιάνο!

Εύχομαι ό,τι φαγητό θά φάη τό σ/κ νά είναι ανάλατο, καμμένο καί ποιότητος μαγειρίου κέντρου εκπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων (τού Κέντρου Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού Μεταφορών κατά προτίμησιν)... Αλλά κι ό,τι φάει, νά προκαλέση έναν αλέγκρο καλαματιανό στό στομάχι του καί break dance (α ρέ Σταμάτη Γαρδέλη!) στό παχύ του έντερο μέ φιγούρες απωτυπούμενες στά, έν τώ σωβράκω, ευκοιλιώδη περιττώματά του.

Νά μήν τού σηκωθή καθόλου σέ αυτό τό διήμερο (άν καί καρακαταλούγκρα παθητικιά ούσα, δέν είναι καί πολύ κατάρα αυτή μιάς καί η ερωτογόνος περιοχή του, δέν είναι η βάλανος κι ο κορμός του πέους του αλλά τό απευθυσμένον) καί η αναδυομένη κρεμμυδίλα από τίς αμασχάλες του νά κρατήση μακρυά κάθε επίδοξον επιβήτορά του, άνθρωπον ή ζώον
(έλα, έλα! Έχω διπλή μερίδα φρίσκις, Φλόξ μου, σέ θέλω νταυραντισμένο! Νταυραντισμένο καί μέ επιχειρήματα υπέρ τής ελευθέρας σεξουαλικής επιλογής...)

Νά μήν βρίσκη τήν εφημερίδα πού γουστάρει (Εποχή, Πρίν, Αριστερά!, Εργατική Αλληλεγγύη, Κόντρα) καί νά αναγκασθή νά αγοράση Ρίζοσπάστη υπό τού οποίου θά εντυπωσιασθή γιά τήν ταχύτητά του, διαβάζων κάτι περί αμερικανικού δακτύλου στό τσιρλιπιπί του. Θά παρεξηγήση τό όλο δημοσίευμα, (δάκτυλος – τσιρλιπιπί) καί θά κάνη ένα βήμα πιό πέρα, μετουσιώνοντας τό νόημα σέ δαχτυλάκι – κώλος, γουστάροντας πολύ, νομίζων ότι ήγγικεν η ώρα κάποιου ερεθισμού μιάς καί καίτοι σεξαποχή, υπάρχει τό αιώνιον, τό απαράμιλλον, τό ανυπέρβλητον, πούστης θέλει νά κρυφτή χαρά δέν τόν αφήνει.

Νά ξεχάση ανοικτό τόν θερμοσίφωνα (όταν θά είναι στήν γύρα γιά τίς έν λόγω κωλοφυλλάδες) καί τά καταναλωθέντα κιλοβάτ νά αρκούν νά θερμάνουν (καί νά εξατμίσουν) 77 παγόβουνα σάν τά τόν Τιτανικόν ερωτευθέντα.

Κάποιο σπάυγουέαρ στό πισάκι του νά κάνη μιάν εντυπωσιακή ντρίπλα καί η κλήσις πρός τόν προβάιντερ νά γίνη κλήσις πρός ένα νησάκι τού Ειρηνικού μικρότερας εκτάσεως τής Ψυτταλείας μέ χρέωσις ανά δευτερόλεπτον ίση μέ τό χαρτζηλίκι 77 x 2 παιδιών από τούς νονούς τους έν όψει Πάσχατος καί σοκολατένιου ωού άνευ τής τρέντυ ασθενείας.

Τελοσπάντων, καλή μου... Αυτά!»

Έβαλα τό ξίφος μου στήν θήκη, έσβησα τό φώς καί βυθίστηκα πάλι.

Πέμπτη, Απριλίου 06, 2006

Παρουσιάστε! Άρμ!

Τό ελάχιστο πού μπορώ νά αφιερώσω έκ μέρους μου, ένα πόστ συμπαθείας γιά τόν νάμπερ ουάν βλόγερ, τόν mamάνθρωπο τών πεταμπάυτς, τόν γιουροβίζιον τών πόστς, τόν endless δεκάρικα γιά τά πάκμαν, τόν ανυπερθέτου αντοχής ενώπιον ενός ατάρι, τόν ραψωδό μιάς σέγκα, τόν τσαχπινελισσόμενο ωσάν ασύρματο μποντίκι, τόν Πίνδαρο τού 6128, τόν υψιπετή ιδιοκτήτη τού Απέραντο Γαλάζιο…

Τάχιστα πάλι εδώ, κοντά μας καί ονλάιν.

Νά’ούμ’!

Τετάρτη, Απριλίου 05, 2006

Έαρ-αγκάθι.

Καλημέρα πουλί μου. Ξέρεις; Χμ... Εμ... Φφφφφφ... Θέλω νά... Πώς νά τό πώ... Πώς νά στό πώ... Εεεε... Ναί... Εεεεε...Όχ,. όχι, δέν παίζει δυσλεξία, εξάλλου κοιτάκου πόσο ωραία τό πλέκω τό σίγμα μέ τό λάμδα! Ω σόλε μίο καλή μου! Ε, ναί λοιπόν, τό πετώ:

ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΟΥ ΣΦΙΞΩ ΤΟΝ ΚΟΜΠΟ ΤΟΥ ΚΑΣΚΩΛ; ΠΟΛΥ! ΜΠΟΡΩ;

Τί; Έχει 21 ημέρες πού τά κασκώλ σου ναφθαλισθέντα ντουλαπίστηκαν; Γαμώ τόν μπελά μου!

Καλά...

Μιά παράκληση τώρα, σέ παρακαλώ, αξίωση μάλλον...:

«Όλο καρπούζι καρπούζι! Φέρε καί λίγο σταφυλάκι! Έλαααααααααα.......»


Τρίτη, Απριλίου 04, 2006

Μάς συγχωρούτε γιά τήν διακοπή!

Απρίλιασε μέν, βρόχισε δέ. Γι’αυτό καί σχολάσας, έτρεξα, έτρεξα, έτρεξα πρός τό σπίτι. Έχω αλλεργία στό νερό γι’αυτό καί προσεκτικά τσουλάω υπό κάτι μαρκιζών, οι οποίες αδιαφορήσαν κάπως κι έφαγα μερικές ρανίδες στό ξυπόλητο κεφάλι μου.

Παραμερίζω ανατριχιαστικές (οι μόνες πλέον στήν κατάσταση μου) θυμίσεις καί απλώς μπουκάρω σπίτι. Τό φαγητό κρύο, καίτοι κάργα θερμιδοφόρο, προκρίνω ηλιόσπορο.

Ταγκούλ τουγκούλ πρός τό σαλόνι.

Εκεί άγνωστον πώς, μέ περιμένουν κάτι φίλοι.

Τρείς.

Ο ένας στόν τριθέσιο, ο δεύτερος στόν μονό καί ο τρίτος, κάτω.

Κυττάν ένα έπιπλο.

Τό σύνθετο είναι;

Όχι… Είναι η τηλεόραση. Βλέπουν κάτι. Παίρνω τήν θέση τού «κάτι», επισημαίνουν τήν είσοδό μου καί μέ καλωσορίζουν.

«Γειά».

Στήν ερώτησή μου, τί βλέπουν, άναρχα ξεκινούν καί οι τρεις νά απαντούν. Δέν ακούω τίποτε. Ή μάλλον όχι. Ακούω αλλά δέν μπορώ νά ξεχωρίσω τί λέν. Ζητώ χάρη.

«Ρε μουνιά, δέν μού πήρατε κάτι στήν γιορτή μου (γιορτή πού δέν τιμήθηκε) απαιτώ τώρα ένα υποκατάστατο.»

Συνεσταλμένα συμφωνούν.

Η χάρη:

«Μπορώ νά δω, δύναμαι νά επιλέξω εγώ τί θά δούμε απόψα;»

Κι αυτοί, σκεπτόμενοι ότι φθηνά τήν έβγαλαν καί φέτος, εκπέμπουν ένα «ΝΤΑ!»

Τσιμπώ τό τηλέλεγχο.

Σκέπτομαι λίγο. Καί πατώ τό ερυθρόν κομβίον ησυχάζοντας καί σκοτεινιάζοντας τόν χώρο.

Απορία, σέ πίεση ερώτημα(τα), μεγάλα questionmarks. (άπό τούς τρεις χαυνωμένους).

«Τί κανείς ρέ μαλάκα;» μέ μιά (ξεκαθάρη) φωνή.

Εγώ: «Τόση ώρα όλο καί κάτι βλέπατε. Έχω δικαίωμα κι εγώ επιλογής κάποιου προγράμματος; Ε; …… Ωραία. Επιλεγώ λοιπόν κλειστή συσκευή».




Πάντως, γιά νά είμαι ειλικρινής, κάπως έτσι μέ φανταζόμην αυτό τό βράδυ καί όχι μαζύ μέ αυτούς τούς (προαναφερθέντες) αεριτζήδες…

Σάββατο, Απριλίου 01, 2006

Άπό τήν Νέα Εστία.


η πολιτικη φιλοσοφια του καραγατση στην «επαναστατικη» τριλογια του



Τό πλατύ ἔργο τοῦ Μ. Καραγάτση ἔχει πιά μελετηθεῖ ἀπό κάθε ἄποψη καί ἔχει ἀξιολογηθεῖ. Ἕνα σημεῖο, ὅμως, ποῦ δέν ἔχει ἀρκετά ἐρευνηθεῖ εἶναι οἱ πολιτικές τοῦ ἰδέες ποῦ ἐκφράζονται μέσα σ’αὐτό1. Τίς πολιτικές του ἰδέες διατυπώνει ὁ συγγραφέας σ’ὅλο τό ἔργο του, ἰδιαίτερα ὅμως, στήν ἐπαναστατική τριλογία του, «Ὁ Κοτζάμπασης τοῦ Καστρόπυργου» (1944), «Αἷμα χαμένο καί κερδισμένο» (1947) καί «Τά στερνά τοῦ Μίχαλου» (1949).



Ἀπό τούς συγγραφεῖς τῆς γενιᾶς τοῦ’30 ὁ Μ. Καραγάτσης εἶναι ἐκεῖνος ποῦ ἀσχολήθηκε συστηματικότερα μέ τήν ἑλληνική ἱστορία. Φαίνεται ὅτι εἶχε σκοπό νά γράψη ὁλοκληρωμένη ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ἔτσι γιά τήν ἀρχαία Ἑλλάδα ἔγραψε τήν «Ἱστορία τῶν Ἑλλήνων» (1952). Τό ἔργο αὐτό δέν παρουσιάζεται μέ τήν εὐθύνη τοῦ ἱστορικοῦ μελετητῆ, ἀλλά μέ τήν εὐαισθησία καί τήν πλαστικότητα τοῦ λογοτέχνη. Γιά τό Βυζάντιο ἀφιέρωσε τό πολυσέλιδο ἔργο τοῦ «Σέργιος καί Βάκχος» (1959). Ἐκεῖ μέ βαθεία κριτική διάθεση ὁ Μ. Καραγάτσης μελετᾷ τόν μεσαιωνικό ἑλληνισμό. Ὁ ὕπνος τῶν δύο ἡρώων – ἁγίων ἀποτελεῖ ἕνα ἐπιτυχημένο εὔρημα ποῦ ἐπιτρέπει στόν συγγραφέα νά ἐρευνήση τήν ἱστορική πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους μέ ἐξωκοσμικό βλέμμα. Μέ τήν νεότερη Ἑλλάδα ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση μέχρι τό 1844, ὁ Μ. Καραγάτσης ἀσχολεῖται στήν βασική του τριλογία πού ἀναφέραμε πιό πάνω. Κεντρικός ἥρωας σ’αὐτήν ὁ ἀπόλυτα καραγατσικός Μίχαλος Ῥούσης. Τό ἴδιο ὄνομα ἐμφανίζεται στά βιβλία του «Ὁ μέγας ὕπνος» καί «Ὁ κίτρινος φάκελλος» μέ τό μικρό ὄνομα Κωστής2.



Γιά νά ἀντιληφθοῦμε τίς πολιτικές ἰδέες πού ὁ Μ. Καραγάτσης ἐκφράζει στό ἔργο του πρέπει νά τόν τοποθετήσουμε πολιτικά. Ὁ πατέρας του, Γεώργιος Ῥοδόπουλος ἐξελέγη βουλευτής στήν Λάρισσα ἀπό τό 1899 ἕως τό 1928. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του Κωνσταντῖνος (Τάκης) Ῥοδόπουλος ἐξελέγη πολλές φορές ἀπό τό 1932 βουλευτής τοῦ Λαϊκοῦ Κόμματος, ἔπειτα τοῦ Ἑλληνικοῦ Συναγερμοῦ καί τέλος τῆς Ε.Ρ.Ε. καί διετέλεσε πολλές φορές ὑπουργός καί Πρόεδρος τῆς Βουλῆς. Ο Μ. Καραγάτσης διαφοροποιεῖ τήν θέση του ἀπό τήν παραδοσιακή Δεξιά καί ἀκολουθεῖ τό Κόμμα τῶν Προοδευτικῶν τοῦ Σπύρου Μαρκεζίνη. Ἡ ἰδεολογία τοῦ ἀρχηγοῦ του τόν γοητεύει γιατί προσαρμόζεται στήν δική του προσωπικότητα. Στόν Σπύρο Μαρκεζίνη θά ἀφιερώση τό βιβλίο του «Ὁ Κοτζάμπασης τοῦ Καστρόπυργου». Στά πλαίσια τοῦ Κόμματος τῶν προοδευτικῶν πολιτεύεται στήν Ἀθήνα τό 1956 καί τό 1958, γνώρισε ὅμως, ἀπόλυτη ἀποτυχία3


Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση.

Στήν «ἐπαναστατική» τριλογία του ὁ Μ. Καραγάτσης ἐρευνᾷ τά αἴτια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 καί τούς παράγοντες πού συνετέλεσαν σ’ αὐτήν. Ἡ βασική ἀρχή του εἶναι ὅτι τήν Ἐπανάσταση ἔκανε μόνος του ὁ Λαός (Τά στερνά, σσ. 221, 266) ἐνῷ οἱ Κοτσαμπάσηδες δέν τήν ἤθελαν. Ο Μ. Ῥούσης ἀμφισβητεῖ τήν δυνατότητα νά γίνη ἡ Ἐπανάσταση (Ὁ Κοτζάμπασης σσ.15,21), ἐνῶ ὁ Μητροπολίτης Δωρόθεος τοῦ ἐξομολογεῖται: «- Τήν ἐπανάστασιν; Ἐμεῖς ἐκάναμε τήν Ἐπανάστασιν; - Ἀμ’ ποιός; Ἡ Ἅγια Λαύρα, ἡ λειτουργία, τό λάβαρο, ὁ λόγος τοῦ Γερμανοῦ. Ὅλος ὁ κόσμος τά ξέρει αὐτά. – Ὅλος ὁ κόσμος πιθανόν. Ἐμεῖς ὅμως ὄχι... Ἡ ἔκπληξη τοῦ Μίχαλου ζωγραφίστηκε στήν μορφή του. – Τί θέλεις νά πῆς; Δέν τήν κάνατε’σεῖς τήν Ἐπανάσταση; - Κολοκύθια μέ τήν ῥίγανιν, τέκνον μου». (Ὁ Κοτζάμπασης σ.131).



Καί προσθέτει ὁ Δωρόθεος: «Ἡ Ἐπανάστασις. Ὁ πολύς κόσμος πιστεύει ὅτι ἐμεῖς τήν ἐκηρύξαμε. Πρόκειται περί τεχνάσματος ποῦ ἐμηχανεύθημεν – τό ὁμολογῶ – διά νά ἐπανορθώσωμεν ἐκ τῶν ὑστέρων τά σφάλματα καί τάς ἀβλεψίας μας. Ἀλλά τί σχέσιν ἔχει ὁ θρύλος μέ τήν πραγματικότητα; Οὐδείς γνωρίζει ποῖος ἔδωσε τό ἐπαναστατικό σύνθημα. Ἴσως καί οὐδείς νά τό ἔδωσεν. Ἡ Ἐπανάστασις ἐξέσπασεν ἐντός του Λαοῦ τῶν Ἑλλήνων, ὡς ἔκρηξις Θεϊκῆς ὀργῆς κατά τῆς τυραννίας.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.232).



Ἡ θεωρία τοῦ Μ.Κ. ὑποστηρίζει ὅτι οἱ κοτζαμπάσηδες προσχώρησαν στήν Ἐπανάσταση ποῦ εἶχε κάνει ὁ λαός γιά νά ἐξασφαλίσουν τά προνόμιά τους. Ὁ Μητροπολίτης Δωρόθεος συνεχίζει τήν ἐξομολόγησή του: «Ὅτε μετ’ὀλίγας ἡμέρας ἀντελήφθημεν ὅτι ἐπλανήθημεν, ὅτι ἡ ἐκραγεῖσα Ἐπανάστασις εἶχε πολλᾶς ἐλπίδας ἐπιτυχίας, τότε παρουσιάσθημεν εἰς τό προσκήνιον καί προσπαθήσαμεν νά διορθώσωμεν ἐκ τῶν ὑστέρων τό σφάλμα μας, λαμβάνοντας ἀνά χείρας τά ἡνία τοῦ Ἀγῶνος.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.233).



Ἀλλοῦ ὁ Καραγάτσης τονίζει: «Οἱ κοτζαμπάσηδες ἤθελαν νά χειραγωγήσουν τήν Ἐπανάσταση – ποῦ τήν ἀποφάσισε καί τήν ἔκανε ὁ λαός – γιά νά διατηρήσουν, στό μελλοντικό ἀνεξάρτητο κράτος, τήν ἐξέχουσα κοινωνική καί πολιτική θέση ποῦ εἶχαν ἐπί τουρκοκρατίας. » (Τά στερνά, σ.221).



Καί παρακάτω ὁ Μίχαλος Ῥούσης διακηρύσσει: «Πρέπει νά ξέρετε πώς οἱ κοτζαμπάσηδες δέν πολυπεθυμοῦσαν τήν Ἐπανάσταση... Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά, συλλογίζονταν πώς ἴσως ἔχαναν, στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, τά πλούτη καί τήν δύναμη πού τούς ἔδωσε ὁ Τοῦρκος... Μά τήν ἐπανάσταση τήν ἔκανε ὁ λαός, δίχως νά μᾶς ρωτήση... Ἔτσι οἱ κοτζαμπάσηδες ἀποφάσισαν νά πάρουν τήν Ἐπανάσταση στά χέρια τους. Μέ σκοπό ἄν πετύχαινε, νά καρπωθοῦν τά ὠφελήματα τῆς ἀνεξάρτητης Ἑλλάδας. Ὁ λαός ὅμως δέν ἤθελε μόνο τήν λευτεριά του ἀπό τους Τούρκους, μά κι ἀπ’τούς κοτζαμπάσηδες. Ἔτσι γεννήθηκε ἡ διχόνοια, ποῦ παρά τρίχα νά ὁδηγήση τήν Ἐπανάσταση στήν ἀποτυχία. Τό μεγάλο φταίξιμο ἦταν τῶν κοτζαμπάσηδων, ποῦ δέν ἤθελαν νά ὑποταχθοῦν στή θέληση τοῦ λαοῦ. Καί προτιμοῦσαν νά ξαναπέσουν οἱ Ἕλληνες στήν σκλαβιά τοῦ Τούρκου παρά νά χάσουν αὐτοί τά πλούτη καί τήν δύναμή τους στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα. » (Τά στερνά, σ.266). Παρόμοιες σκέψεις ἐκφράζει ὁ Μ. Καραγάτσης καί σέ ἄλλα μέρη τῆς τριλογίας (Ὁ Κοτζάμπασης σσ.53, 218, 230, 231, Αἷμα, σ.58).



Σ’ὅλο τό ἔργο τοῦ Μ. Καραγάτση ἐκφράζεται ἡ ἔντονη καί θεμελιώδης ἀντίθεσή του μέ τούς κοτζαμπάσηδες, ποῦ τούς περιγράφει μέ τά μελανότερα χρώματα (Ὁ Κοτζάμπασης σ.17 ἔπ., 47) καί δέν διστάζει νά ξεστομίση τόν φοβερό λόγο: «Χίλιες φορές καλύτεροι οἱ Τοῦρκοι! Μουρμούρισε ὁ Μίχαλος. Χίλιες φορές.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.48).



Καί ἀλλοῦ: «Αὐτοί εἶναι χειρότεροι ὀχτροί τοῦ Γένους κι ἀπ’τούς Τούρκους» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.140), ἐνῶ στά βουνά τῆς ἐπαναστατημένης Πελοποννήσου ἀντήχησε ἡ φωνή: «(Ὁ Κοτζάμπασης, σ.140)»



Ἀντίθετα μέ τούς κοτζαμπάσηδες ὁ Μ. Κ. παίρνει θετική στάση ἀπέναντι στούς στρατιωτικούς, τούς ὁποίους ταυτίζει μέ τόν λαό (π.χ. Ὁ Κοτζάμπασης σ.60). Πολλές φορές ἀναφέρεται στόν ἐμφύλιο πόλεμο, ἰδιαίτερα ἀνάμεσα στούς κοτζαμπάσηδες καί τούς στρατιωτικούς, καί διατυπώνει ἐνδιαφέρουσες καί ὀρθές παρατηρήσεις γιά τούς ἐμφυλίους πολέμους σέ ἀντίθεση μέ τούς πολέμους ἐναντίον τῶν ξένων ἐχθρῶν. «Οἱ ἐθνικοί πόλεμοι, τυχεροί ἤ ἄτυχοι, λύνουν μέ ἕναν ὁποιοδήποτε τρόπο τίς διαφορές τῶν λαῶν, ποῦ ἐξακολουθοῦν νά τούς χωρίζουν ἔστω καί μετακινημένα σύνορα. Μά οἱ συνέπειες τῶν ἐμφυλίων σπαραγμῶν εἶναι βαθύτερες. Ἡ νικημένη φατρία εἶναι ὑποχρεωμένη νά ζήση κοντά στήν νηκήτρια· πρέπει, καταπίνοντας τήν πικρή χολή, νά ὑποτάξη τήν προσωπικότητά της στήν δυναμικότητα τῶν νικητῶν· χρωστάει νά συνεργαστῆ, ἔστω καί στανικῶς, στό ἐθνικό ἔργο ποῦ ἡ ἀνάγκη τῆς τό ἐπέβαλε, τήν ὥρα ποῦ ἡ ψυχή τῆς τό κρίνει γι’ἀντεθνικό.» (Ὁ Κοτζάμπασης, σ.175-6).



Μέ τίς σκέψεις αὐτές γιά τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση ὁ Μ.Κ δέχεται τήν μαρξιστική ἑρμηνεία της ποῦ στηρίζεται στόν ἱστορικό ὑλισμό. Ἔτσι υἱοθετεῖ τήν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐπανάσταση ἦταν ταξική καί ὅτι οἱ κοτζαμπάσηδες καί ἡ Ἐκκλησία τήν ἀπέκρουαν. Τά ἱστορικά, ὅμως, γεγονότα καί οἱ ἱστορικές πηγές ἀποδεικνύουν πληρέστατα ὅτι ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἦταν ἐθνική καί ἀπελευθερωτική καί ὄχι ταξική. Οἱ ἰδεολογικές ἀρχές τῆς ἦταν ἡ ἐλευθερία, ἡ πατρίδα καί ἡ θρησκεία4. Τό τρίπτυχο αὐτό τοῦ ἀγώνα ἀναβλύζει ἀβίαστα ἀπό ὅλα τά ἐπαναστατικά κείμενα, τίς ἐπίσημες διακηρύξεις καί τά ἔγγραφα τῶν ἀγωνιστών5. Ἄς δοῦμε μερικά ἀπό τά κείμενα αὐτά ποῦ ἐπιβεβαιώνουν τήν θέση αὐτή.



Ὁ Ἀθανάσιος Διάκος στήν ὁμιλία τοῦ πρίν ἀπό τήν μάχη τῆς Ἀλαμάνας στίς 23 Ἀπριλίου 1821 βροντοφώνησε: «Ἀδελφοί Ἕλληνες! Ἔπειτα ἀπό τετρακοσίων χρόνων σκληρᾶν σκλαβιάν, ὁ Θεός εὐσπλαγχνισθεῖς ἀπεφάσισε νά μᾶς δώση τήν ἐλευθερίαν... ἐπειδή διά τόν σταυρόν καί τήν ἐλευθερίαν ἀποθνήσκομεν6.



Νά πῶς ἐξηγεῖ τό ἄτρωτο τῶν ἀγωνιστῶν ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης: «ὅτι τότε οἱ Ἕλληνες ὁρκίστηκαν νά δουλέψουν διά θρησκεία καί πατρίδα καί δέν κόλλαγε μολύβι, οὔτε σπαθί»7.



Μέ τήν προτροπή «Μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος» ἀρχίζει τήν προκήρυξή του ὁ Ἄλ. Ὑψηλάντης ἀπό τό γενικό στρατόπεδο τοῦ Ἰασίου στίς 24-2-18218. Οἱ σουλιῶτες ὁπλαρχηγοί Μάρκος Μπότσαρης καί Κίτσος Τζαβέλας στήν προκήρυξή τους στό 28-6-1821 συνοψίζουν χαρακτηριστικά τους σκοπούς τοῦ ἀγώνα: «Αἵ σημαῖαι ἠμῶν φέρουσιν ἕνα σταυρό καί ἕνα στέφανον ἐκ δάφνης. Ἐλευθερία! Θρησκεία! Πατρίς! Ἰδού τό ἔμβλημα ἠμῶν»9.



Τό τρίπτυχο αὐτό ἐπαναλαμβάνεται στό προοίμιο τοῦ Συντάγματος τῆς Ἐπιδαύρου τῆς 1-1-1822 τῆς Ἅ΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως τῶν Ἑλλήνων, στήν διακήρυξη τῆς 15-1-1822 τῆς ἴδιας Συνελεύσεως καί στήν διακήρυξη τῆς Γ΄ Ἐθνοσυνελεύσεως τῆς 16-4-192610. Ἀπό τά κείμενα αὐτά ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ἐθνικοαπελευθερωτική Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἔχει τήν μοναδικότητά της στήν ἱστορία. Δέν μοιάζει μέ τήν Γαλλική Ἐπανάσταση, οὔτε μέ τίς ἄλλες ἐξεγέρσεις τοῦ 19ου αἰώνα. Σ’αὐτήν ἔλαβαν μέρος ὅλο τό Ἑλληνικό Ἔθνος, ὁ λαός, οἱ κοτζαμπάσηδες, ἡ Ἐκκλησία, οἱ ἀρματωλοί καί κλέφτες, οἱ καπεταναῖοι καί οἱ κοινότητες τοῦ ἐξωτερικοῦ. Μέ τήν ἐσφαλμένη αὐτή τοποθέτησή του, ὁ Μ.Κ., ποῦ ἀνῆκε στήν Δεξιά καί εἶχε ἐθνικές θέσεις, ἀποδεικνύεται ἀντιφατικός στήν κοσμοθεωρία καί τήν πολιτική φιλοσοφία του.



Ἡ πίστη στήν Μοναρχία.


Μετά τήν ἀπελευθέρωση καί τήν ἀνεξαρτησία τῆς χώρας ἐπεκράτησαν οἱ κοτζαμπάσηδες στήν πολιτική ζωή διαπιστώνει ὁ Μ.Κ.. Καί αὐτόματα γεννᾶται τό ἐρώτημα: Ποιός θά σώση τόν τόπο ἀπό αὐτούς; Φυσικό θά ἦταν νά ἀπαντήση ὁ συγγραφέας ὅτι ἀπό τό κακό αὐτό θά μᾶς ἀπαλλάξη ὁ ἴδιος ὁ Λαός ποῦ ἔκανε τήν Ἐπανάσταση. Ὅμως, ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀπροσδόκητη γιά τήν προηγούμενη θέση του: ὁ Βασιλέας. Ο Μ. Καραγάτσης ἦταν ὀπαδός τῆς Βασιλείας καί μάλιστα μοναρχικός. Τό τρίτο βιβλίο τῆς τριλογίας τοῦ εἶναι ἀφιερωμένο στόν Π. Πιπινέλη, διπλωμάτη, ὑπουργό, πρωθυπουργό μετά τήν διαφωνία Κ. Καραμανλή - Βασιλέως Παύλου (18 Ἰουνίου 1963 - 28 Σεπτεμβρίου 1963) καί ἀπολογητή τοῦ βασιλικοῦ θεσμοῦ11. Ἡ πίστη τοῦ Μ.Κ ὅτι ὁ Βασιλέας θά σώση τόν τόπο ἀπό τούς κοτζαμπάσηδες - πολιτικούς, ἐκφράζεται σέ πολλά σημεῖα τοῦ ἔργου του: «Τά συμφεροντάκιά μας! Τίς φιλοδοξίες μας! Γι'αὐτό πᾶμε κατά διαβόλου... Γιατί δέν ἀφήνουν τόν Βασιλιά νά δουλέψη μέ τήν ἡσυχία του; Τόν μοναδικό ἄνθρωπο στήν Ἑλλάδα ποῦ δέν ἔχει συμφέροντα καί φιλοδοξίες. Ποῦ φροντίζει τίμια καί δίκαια γιά τό συμφέρον ὅλων τῶν Ἑλλήνων... Τά ἴδια μέ τόν Ὄθωνα, ὅπως μέ τόν Καποδίστρια. Ὁ κυβερνήτης ποῦ κοιτάει τό καλό ὅλου του κόσμου, ζημιώνει τά συμφέροντα τῶν δυνατῶν. Τῶν αἰώνιων κοτζαμπάσηδων, ποῦ θέλουν νά διατηρήσουν στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, τήν παλιάν οἰκονομική καί πολιτική ὀλιγαρχία του. Σκλάβος του νά εἶναι πάντα ὁ ῥωμηός, εἴτε ῥαγιάς τοῦ ὀθωμανοῦ λέγεται, εἴτε πολίτης τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας.» (Τά στερνά, σ.13-14)



Καί παρακάτω: «Ὁ ἄλλος ὅμως κόσμος – ὁ ἀγρότης, ὁ ἐργάτης, ὁ μαγαζάτορας – δέν ξεγελιέται ἀπό τά τερτίπια τῶν συμφεροντολόγων. Ξέρει πῶς ἡ κυβέρνηση τοῦ Ὄθωνα δέν εἶναι μεγαλοφυής.... Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά, ὁ Ὄθωνας εἶναι χαρακτήρας τίμιος καί δίκαιος, ψυχή καλοπροαίρετη. Δέν ξεχωρίζει μέσα στό λαό, τάξεις καί πρόσωπα. Ἀλλά τόν βλέπει σάν ἕνα λογικό σύνολο, ποῦ ἡ κυβέρνηση πρέπει νά τό κρατάη σέ ἰσορροπία μέ διοίκηση χρηστή, ἱκανή, ἀπερίσπαστη ἀπό κομματικούς ὑπολογισμούς καί προσωπικά συμφέροντα.» (Τά στερνά, σ. 20-21)



Καί ἀλλοῦ: «Ἐνῶ οἱ “ἀπολυταρχικές” κυβερνήσεις τοῦ Καποδίστρια καί τοῦ Ὄθωνα, φρόντισαν γιά τήν ἐπιβολή ἑνός “κράτους δικαίου” ποῦ ἐξασφάλιζε τήν ἀτομική καί οἰκονομικήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου. Δηλαδή τήν δημιουργία ἑνός “ἀστικού” κράτους, πού, τόν καιρό ἐκεῖνο, ἦταν τό τελειότερο δεῖγμα κοινωνικῆς ἐξελίξεως.» (Τά στερνά, σ. 222)



Ο Μ. Ῥούσης ἐξάλλου διακηρύσσει στήν Α΄ Ἐθνική Συνέλευση ὡς βουλευτής: «Τό σέβας μου πρός τόν βασιλικόν θεσμόν εἶναι πασίγνωστον. Ἡ ἐκτίμησίς μου διά τό πρόσωπον τοῦ βασιλέως, μεγίστη... Τό ἠθικόν ἀνάστημα τοῦ Ὄθωνος εἶναι ἀπαράμιλλον!... Καθῆκον δέ ἁπάντων ἠμῶν εἶναι νά συσπειρωθῶμεν περί τόν εὐγενέστατον βασιλέα μας... ἴνα περισώσωμεν ὅ,τι δυνατόν ἀπό τήν εὐτυχίαν τῆς Ἑλλάδος. Ἀρκεῖ νά ἀντιληφθῶμεν πόσον ταπεινοί εἴμεθα ἐμεῖς, οἱ ταπεινώσαντες Αὐτόν. Καί πόσον Αὐτός, ὑπέροχος ἐν τή ἁγνή ἑλληνική ψυχή του.» (Τά στερνά, σ. 235)



Ἡ πίστη, λοιπόν, τοῦ Μ. Καραγάτση στόν Βασιλικό θεσμό ἦταν ἀπεριόριστη. Ἐπίστευε ὅτι ἡ ἀπόλυτη Μοναρχία ἦταν τό καλύτερο πολίτευμα γιά τήν περίοδο ἐκείνη, ὄχι ὅμως καί ἡ ἀπολυταρχία. (Τά στερνά, σσ. 204, 211). Γι’αὐτό καί ἐπαίνεσε τήν προσπάθεια γιά μεταρρύθμιση τοῦ πολιτεύματος τοῦ Ἄλ. Μαυροκορδάτου τό 1840. (Τά στερνά, σ. 235).



Ἡ ἀντίθεση στό σύνταγμα τοῦ 1844.


Ἀφοῦ ὁ Μ. Καραγάτσης ἦταν ὀπαδός τῆς ἀπόλυτης μοναρχίας ἐξέφραζε τήν ἀντίθεσή του στό Σύνταγμα τοῦ 1844. Μέ μελανά χρώματα περιγράφει τήν ἐπανάσταση τῆς 3ης Σεπτέμβριου 1843 μέ πρωταγωνιστές τόν Ι. Μακρυγιάννη καί τόν Δ. Καλλέργη12. Σέ μιά δραματική συνομιλία Μ. Ῥούση καί Ὄθωνα πρίν ἀπό τήν 3η Σεπτέμβριου 1843 ὁ Μίχαλος διαβεβαιώνει τόν Βασιλέα: «Ὁ λαός δέν θέλει Σύνταγμα, εἶπε στόν Ὄθωνα, δέν ξέρει τί πάει νά πῆ Σύνταγμα. Οὔτε ὑποψιάζεται πώς πίσω ἀπό τό Σύνταγμα κρύβονται τά συμφέροντα τῶν Κοτζαμπάσηδων. Ἄν τό καταλάβη θά σηκωθῆ νά τούς ξεπαστρέψη. Τόσο πολύ ἔχει καεῖ ἀπό δαύτους... – Νά διαφωτίσετε τόν κόσμο. Νά τοῦ ἀποδείξετε πῶς τό Σύνταγμα εἶναι κόλπο τῶν κοτζαμπάσηδων καί τῶν φαναριωτῶν, νά τοῦ καθήσουν στό σβέρκο... Κι αὐτό ποῦ εἶπα προηγουμένως, δηλαδή νά διαφωτίσετε τόν λαό γιά τίς περί Συντάγματος δολοπλοκίες τῶν Κοτζαμπάσηδων, δέν εἶναι γιά νά μήν ξεγελαστῆ ὁ λαός καί τούς ἀκολουθήσει... –Αλλά τότε, ντιατί; –Γιά νά ἐξοργισθῆ καί νά τούς σφάξη! Ἔτσι μόνον, ἡ Ἑλλάδα θά γλυτώση ἀπό τήν λέπρα τους!» (Τά στερνά, σσ. 27-28). Στό σημεῖο αὐτό ὁ Μ. Καραγάτσης ἐκφράζει ὅλο τό μίσος του κατά τῶν κοτζαμπάσηδων.


Ο Μ. Καραγάτσης περιγράφει μέ λεπτομέρειες τά γεγονότα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843, τονίζει τόν πρωτεύοντα ρόλο πού διαδραμάτισε τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας στήν πολιτειακή αὐτή μεταβολή13 καί ὑπογραμμίζει τήν δική του θέση σ’αὐτά. (Τά στερνά, σ. 203 ἔπ.). Ἡ περιγραφή εἶναι εἰρωνική καί ἀπομυθοποιεῖ τά γεγονότα, ἰδιαίτερα, ὅταν ἀναφέρεται στήν ἀποχή τῆς λαϊκῆς συμμετοχῆς καί στούς κατάδικους τῶν φυλακῶν καί τούς ἀλῆτες ποῦ ἀποτέλεσαν τήν ἀντιπροσωπεία τοῦ λαοῦ ποῦ ἀπαιτοῦσε Σύνταγμα. (Τά στερνά, σ. 207). Ἐρευνᾷ τίς αἰτίες τῆς ἐπανάστασης καί τήν θέση τῶν μεγάλων δυνάμεων. Στήν ἀγόρευσή του στήν Α’ Ἐθνική Συνέλευση ὁ Μίχαλος Ῥούσης ἐξαπολύει τούς μύδρους του κατά τῆς μεταβολῆς τῆς 3ης Σεπτεμβρίου λέγοντας: «Αἱ σφαῖραι ποῦ ἐρρίψατε, τήν νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου, ἐκ τῆς οἰκίας τοῦ στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, δέν ἐφόνευσαν μόνον τόν ἀτυχῆ ἐκεῖνον ἐνωμοτάρχην, ἀλλά καί τάς ἐλευθερίας τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ.» (Τά στερνά, σ. 233 ἔπ.).



Ὁ κύριος ἐκπρόσωπος τῶν κοτζαμπάσηδων ὁ Πέτρος Μοθωνίτης, σέ μιά ἐκ βαθέων ἐξομολόγηση στόν Μίχαλο Ῥούση, διακηρύσσει, λίγο πρίν αὐτοκτονήσει, σ’ ἐρώτηση γιατί ἔκανε τήν 3η Σεπτεμβρίου: «- Γιατ’ ἤμουν βλάκας! Ἰδεολόγος βλάκας! Γι’ αὐτό! – Αὐτό εἶναι τό μεγάλο κρίμα ποῦ βαραίνει τήν ψυχή μου, Μιχαλε! εἶπε. Ὅταν βλέπω πώς φέραμε σέ κίντυνο τήν πατρίδα, μοῦ ’ρχεται νά σκοτωθῶ ἀπ’τό κακό μου! Νά κυβερνάῃ τήν Ἑλλάδα σήμερον ὁ γιός τῆς πουτάνας! Ποτέ δέν ἔλπιζα, ὑστερ’ ἀπό τήν ἐπιτυχία τῆς 3ης Σεπτεμβρίου καί τήν εἰλικρίνεια τῶν σκοπῶν μας, πώς θά’παιρναν τέτοιο δρόμο τά πράγματα. Παντοῦ φαυλοκρατία, συναλλαγή, φατριασμός, διαφθορά συνειδήσεων, κατάχρηση…» (Τά στερνά, σ. 262).



Μετά ἀπό τήν εἰλικρινῆ αὐτή ἐξομολόγηση ὁ ἐνσαρκωτής τοῦ κοτζαμπασικοῦ πνεύματος αὐτοκτόνησε. Γιά τόν Μ. Καραγάτση, λοιπόν, ἡ 3η Σεπτεμβρίου καί τό Σύνταγμα τοῦ 1844 ἦταν ἡ καταστροφή τῆς Ἑλλάδας καί ἡ ἐπικράτηση τῆς κοτζαμπασικῆς ὀλιγαρχίας.



Ὁ Ἀντικοινοβουλευτισμός.


Ἐφ’ὅσον ὁ Μ. Καραγάτσης ἦταν ὑπέρ τῆς Μοναρχίας καί τοῦ Βασιλέως, εἶχε κηρυχθεῖ κατά τῆς δημοκρατίας πού θεωροῦσε ὡς ἐπινόηση τῶν κοτζαμπάσηδων γιά νά στεριώσουν τήν ἐξουσία τούς (Τά στερνά, σ. 14). Οἱ ἀντιδημοκρατικές ἰδέες του τόν ὁδήγησαν σέ ἕνα ἔντονο ἀντικοινοβουλευτισμό καί ἀπύθμενο μίσος κατά τῶν πολιτικῶν. Τό βιβλίο τοῦ «Αἷμα χαμένο καί κερδισμένο» ἀφιέρωσε «σ’ ἐκείνους τούς Ἕλληνες ποῦ δέν ψήφισαν ποτέ», ποῦ δέν εἶχαν δηλαδή καμιά συμμετοχή στήν κοινοβουλευτική ζωή τοῦ τόπου. Περιγράφοντας τίς ἀντιδράσεις κατά τοῦ Ὀθωνα ἀναφέρεται στούς δημοκρατικούς καί κοινοβουλευτικούς: «Τρίτοι ἔρχονται οἱ ψευτομορφωμένοι, οἱ ἀνίκανοι νά σταδιοδρομήσουν ἐπαγγελματικά μέ τήν ἀξία τους. Καί λαχταροῦν τήν νεκρανάσταση τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, ποῦ θά τούς δώση ψωμί διά μέσου τῶν κομμάτων. Τέλος, εἶναι οἱ ἰδεολόγοι τῆς δημοκρατίας. Ἄνθρωποι καλοπροαίρετοι μά ἀλαφρόμυαλοι πού δέν καταλαβαίνουν πώς ὁ ἑλληνικός λαός δέν εἶναι ἀκόμα ὥριμος ν’ αὐτοκυβερνηθῆ.» (Τά στερνά, σ. 20).



Ὅμοιες ἰδέες γιά τήν δημοκρατία ἐκφράζει καί στόν «Κίτρινο Φάκελλο» (Ἅ΄ 79). Ἐπιμένοντας στήν κατάκριση τῶν πολιτικῶν, ὁ Μ.Κ. ἐκφράζει τήν περιφρόνησή του γι’αὐτούς: «Τί εἶναι αὐτοί; (οἱ πολιτικοί) εἶπε ὁ Χρῆστος μέ περιφρόνηση. Ἐμεῖς πασκίζουμε νά κάνουμε τήν Ἑλλάδα μέ τό Αἷμα μας. Κι ἐκεῖνοι νά τήν γκρεμίσουν μέ τό σάλιο τους.» (Αἷμα. σ.224).



Καί ἀλλοῦ: «Νά! Πού θά λατρέψω ἐγώ τά χτήματά μου! Γιά νά τά βροῦν ἕτοιμα οἱ λωποδυταρέοι πολιτικάντηδες. Σκατά !» (Αἷμα. σ.59).



Σέ πολλές σελίδες ὁ Μ. Κ. περιγράφει τήν ἠθική ἐξαχρείωση τῆς πολιτικῆς ζωῆς πού εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπικράτησης τῶν πολιτικῶν – κοτζαμπάσηδων (Τά στερνά, σσ. 260-1, 267-269). Τήν ἐπιβολή τοῦ συντάγματος τοῦ 1844 θεωροῦσε μεγάλο ἔγκλημα τῶν κοτζαμπάσηδων ὁ Καραγάτσης, ὥστε νά τολμήση νά πῆ: «Κι ὁ Πέτρος Μοθωνίτης ἤξερε πώς ἦταν μητροκτόνος. Ἐπειδή τήν νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843 σκότωσε τήν μάνα τοῦ τήν Ἑλλάδα. Καί τήν μάνα τῆς μάνας του: τήν λευτεριά τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ.» (Τά στερνά, σ. 269).



Τόν κοινοβουλευτισμό θεωροῦσε ὡς Γολγοθά τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ (Τά στερνά, σ. 219). Περιγράφει τήν ὀχλοκρατική λειτουργία τῆς Α΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς βίας (Τά στερνά, σ. 227-8). Τό μεγαλύτερο κατηγορῶ τοῦ Καραγάτση κατά τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ περιέχεται στήν δραματική ἀντιπαράθεση Μακρυγιάννη – Ῥούση, ὅπου ὁ τελευταῖος κατηγορώντας τόν πρῶτο γιά τήν συμμαχία του μέ τούς κοτζαμπάσηδες καί τήν ἐπιβολή τοῦ Συντάγματος, πρόφερε τά τρομερά αὐτά λόγια: «Οὔτε εἶχα τό θράσος νά ξεφτελίζω τήν τίμια στολή τοῦ Ἀγωνιστῆ μέσα σ’αὐτό τό μπορντέλο, ὅπου τρακόσιοι μασκαράδες γαμοῦν τίς πολιτικές ἐλευθερίες τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.» (Τά στερνά, σ.225). Ὅμοιες σκέψεις περιέχονται καί στόν «Κίτρινο Φάκελλο» (Ἅ΄, 57). Αὐτή εἶναι ἡ γνώμη τοῦ Μ.Κ γιά τούς ἀντιπροσώπους τοῦ λαοῦ καί τόν ναό τῆς δημοκρατίας



Τελικές Σκέψεις


Θαυμαστῆς της δύναμης καί ὀπαδός τῆς ἀδογμάτιστης προσαρμογῆς, ὁ Μ.Κ ἐρευνᾷ μέ πολιτισμό ρεαλισμό καί δεινή διαλεκτική τήν ἱστορία καί τά πολιτικά φαινόμενα. Ἐκφράζει μέ θάρρος τίς ἰδέες του, ἄν καί ξέρει ὅτι θά προξενήσουν ἀντιδράσεις. Στήν ἑρμηνεία τῆς ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 δέχεται μαρξιστικές θέσεις καί ἐκφράζει τήν πλήρη ἀντίθεσή του πρός τούς κοτζαμπάσηδες. Διαφοροποιεῖ τόν λαό ἀπό τήν ὀλιγαρχία τῶν κοτζαμπάσηδων καί θεωρεῖ ὅτι οἱ στρατιωτικοί ἐκφράζουν τό λαϊκό ρεῦμα. Ὀπαδός τῆς Μοναρχίας, ὁ Μ.Κ διατυπώνει τήν θέση ὅτι τόν λαό θά σώσει ἀπό τους κοτζαμπάσηδες – πολιτικούς ὁ Βασιλέας. Ἔτσι στήν διαλεκτική σχέση τῶν πολιτικῶν δυνάμεων τῆς ἐποχῆς τοποθετεῖ τόν λαό καί τόν Βασιλέα ἀπό τό ἕνα μέρος καί τούς κοτζαμπάσηδες – πολιτικούς ἀπό τό ἄλλο. Ἀγνοεῖ, ὅμως, τήν ἀνερχόμενη τότε ἀστική τάξη ποῦ διαφοροποιεῖται ἀπό τήν ὀλιγαρχία τῶν κοτζαμπάσηδων καί διαδραματίζει σπουδαῖο ρόλο στήν διαμόρφωση τῆς πολιτικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς. Ἔτσι καταλήγει σέ ἀντιδημοκρατικές καί ἀντικοινοβουλευτικές θέσεις καί θεωρεῖ τήν 3η Σεπτεμβρίου 1843 καί τό Σύνταγμα τοῦ 1844 ὡς ἔγκλημα κατά τῆς πατρίδας πού ὁδηγεῖ στήν καταστροφή της.



Ἄν καί στήν παρουσίαση τῶν ἱστορικῶν γεγονότων πλησίασε σέ πολλά σημεῖα τήν ἱστορική πραγματικότητα, τά συμπεράσματά του εἶναι ἄκριτα, ὑπερβολικά καί ἐσφαλμένα. Δέν ἀντέχει π.χ. στήν λογική βάσανο ἡ θέση ὅτι ἡ 3η Σεπτεμβρίου 1843 σκότωσε τήν Ἑλλάδα καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἡ πολιτική φιλοσοφία τοῦ Μ.Κ, ἐπηρεασμένη ἀπό ὁρισμένες ἀκραῖες θέσεις του, εἶναι μονομερής καί ἀντιφατική, μέ ἀποτέλεσμα νά παρασύρει καί τίς ἰδέες ἐκεῖνες ποῦ ἦταν ὀρθές. Ἡ δυναμική καί ἰδιόρρυθμη προσωπικότητα τοῦ Καραγάτση ἐκδηλώθηκε καί στίς πολιτικές τοῦ ἰδέες.



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἡ μόνη μελέτη γιά τίς πολιτικές ἰδέες τοῦ Μ.Κ ποῦ γνωρίζω εἶναι τό ἀξιόλογο ἄρθρο τοῦ Π.Φωτέα, «Ὁ πολιτικός Καραγάτσης καί ἡ πανανθρώπινη παλίρροια». Στό ἔργο «Ἐπανεκτίμηση τοῦ Μ. Καραγάτση», Τετράδια «Εὐθύνης», σσ.14, 96 ἔπ.

2. Ἐξήγηση γιά τήν χρησιμοποίηση τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ δίνει ὁ Π. Φωτέας, ο.π., σ.100-101.

3. Π. Φωτέα, ο.π., σ.102-3

4. Νικολάου Ἀντωνοπούλου, Τό ἰδεολογικό περιεχόμενο τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, «Ἑλληνικός Ἀστήρ», 1988, σ. 249 ἔπ.

5. Βλ. συλλογή τῶν κειμένων αὐτῶν Ἠλ. Οἰκονόμου, Κείμενα πίστεως καί ἐλευθερίας, 1985.

6.Χριστοφόρου Περραιβοῦ, Ἀπομνημονεύματα πολεμικά, στά Ἀπομνημονεύματα Ἀγωνιστῶν τοῦ’21, 1955, τ.2,σ.53-4

7. Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, τόμος Α΄ , ἔκδ. Β΄, σ.125.

8. Ἠλία Οἰκονόμου, , ο.π., σ.59

9. Ἠλία Οἰκονόμου, , ο.π., σ.79

10. Ἠλία Κυριακοπούλου, Τά Συντάγματα τῆς Ἑλλάδος, 1960, σ.33, Νικολάου Ἀντωνοπούλου, Τό ἰδεολογικό περιεχόμενο, ὅ.π. σ.251 ἔπ.

11. Βλ. π.χ. Π.Πιπινέλη, Τό Στέμμα εἷς τό πλαίσιον τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν, Ἀθῆναι, 1960, Τοῦ Αὐτοῦ, Ἡ Μοναρχία ἕν Ἑλλάδι, Ἀθῆναι, 1932.

12. Τήν προπαρασκευή τῆς 3ης Σεπτεμβρίου περιγράφει χαρακτηριστικά ὁ Ι. Μακρυγιάννης, Ἀπομνημονεύματα,, Β΄, 1907, σ.362 ἔπ., ὅπου ἀναλύει τό περίφημο ὄνειρό του μέ τό ὄρνιο ποῦ ἀποτέλεσε τήν ἀφελῆ σύλληψιν τῆς ἰδέας τοῦ Συντάγματος καί τῆς συνταγματικῆς – περιορισμένης μοναρχίας.

13. Γιά τόν ρόλο του βλ. τήν βασική μελέτη Μ. Στασινοπούλου, Ὁ ρόλος τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας κατά τήν ἐπαναστατική νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843 στά «»Σύμμεικτα εἷς μνήμην Ἀλεξάνδρου Σβώλου», 1961, σ. 399 ἔπ.



Ἀπό τήν Νέα Ἑστία, τεῦχος 1536. 
blog stats