Πέμπτη, Οκτωβρίου 27, 2005

Πανικός.


Πρωί παραμονής εθν-μπίπ εορτής καθ’οδόν γιά τήν δουλειά έβλεπα κάτι κορίτσια στούς δρόμους νά παγαίνουν ή νά γυρίζουν γιά τήν παρέλαση.

Θυμήθηκα τά παιδιά τής θαλομιδόλης (ή κάπως έτσι τέλος πάντων) παιδιά πού επωμίσθηκαν τό κόστος λήψεως περιέργων ουσιών από τίς μητέρες τους...

Κάπως έτσι, και τά σημερινά παιδιά, ένεκα συμμετοχής στό «παρέλαση», κάάάάάποια στιγμή, θά σέρνουν εσαεί, αγωγιάτες καί μάρτυρες ακατονομάστων πράξεων, επιλογές στό λυκαυγές τής οπισθοδρομικότητος...

Αργούν τά βαφτίσια;


Στό εντός.γρ διαβάζω:

Το κινητό τηλέφωνο αποτελεί πλέον βασικό αξεσουάρ των παιδιών, αλλά και αποκλειστικό μέσο επικοινωνίας. Τα στοιχεία αποκαλυπτικά: το 74% των παιδιών άνω των 12 έχουν κινητό, ενώ στις ηλικίες 12-22 το ποσοστό είναι 94,3%.

Κι αναρωτιέμαι πόση ζήλεια θά νοιώθη πλέον τό μαυράκι (τό ακίνδυνον, τό καημένον, τό αθώον, τό ζωογόνον, τό αφελές, τό αναζωογονητικόν, το ζωηρευτικόν, τό δυναμωτικόν, τό τονωτικόν, τό ανανεωτικόν, τό άκακον, τό αβλαβές, τό θρεπτικόν) πού τίθεται πλέον στήν δεύτερη θέση τών τής τσέπης favorites τής (φερέλπιδος πράγματι) νεολαίας.

Τρίτη, Οκτωβρίου 25, 2005

Έ Ρέ Μανώλης Μανάβης Πού Σάς Χρειάζεται!

Μ’άπείλησαν ότι …

Τελοσπάντων, τά είδα νά κοκκινίζωσιν ελαφρώς καί τούτο όχι ένεκα αιδούς αλλά οργής. Καί believe my dear, είναι λίαν περιέργον νά βλέπης κάτι τέτοιο νά ερυθριά.

Απορήσας γι’αυτές τίς «πρωτοβουλίες» τά πλησίασα καί τά ρώτησα.

Στά πορτογαλικά, μού τόνισαν ότι δέν ανέχοντο νά έχη γίνει διάσημος μέχρι καί ο δεξιός (αχώνευτος) κυνόδοντάς μου κι ετούτα νά μένωσιν έν τή σκοτία τού παρασκηνίου.

Δέν ήξερα τί νά πω, γιά νά είμαι ειλικρινής δέν ήτο άδικον τό παράπονον των, αιφνιδιάσθην όμως. Τίς θά περίμενε παρεμβάσεις πορτογαλικάς…

- Καί; Τί θέλετε; Πώς μπορώ νά βοηθήσω, πώς νά συνεισφέρω είς τήν ίασιν τού νταλγκά σας;

Τό πιό πολυλογάδικο, ζουμερά έδειξε κάτι επί τής βιβλιοθήκης. Μεταξύ περιοδικών «διάβασε μέ», «Αθήναι Λας Βεγκας», «tutti frutti», «prive», έχασκε μιά ασημί κάμερα.

Χαμογέλασαν παρέα μέ δάφνες επιβολής καί αυτό ήταν:



Παραπάνω, μέ καμάρι παρατίθενται τά δύο πορτοκαλάκια μου, φετινή εσοδεία άπό μιά πολύπαθον πορτοκαλέα ήτις σκιάν γιά μυρμήγκια καί γάτες μόνον μπορεί καί παρέχει είς τήν κατά τ’άλλα πολυτελεστάτην έν Σαλαμίνι έπαυλί μου.

Λόις!

Θά τά καταφέρω, μ’άκούς;

Θά τά καταφέρω!

Χρόνια Πολλά καί Καλά.

Μήν αργείς! Θέλω μαζύ, νά ακούσωμε τόν ήχον τών...

... πεσμένων πλατανοφύλλων υπό τών αργών ημετέρων βημάτων πρός τό δωμάτιον. Περαιτέρω όμως είναι μέρος άλλου χαβαλέ.


Μετά τίς 11 πού μού περίπου , σήμερον, άρχισα νά ανησυχώ.

Παρά ήταν μέγα τό διάστημα.

Τελικώς όμως ο κνησμός τών όρχεων έφυγε σάν λεκές παιδικής σαλιάρας από μπεμπελάκ φρουτόκρεμα στούς 60 βαθμούς βοηθεία σκίπ μέ τετραεντέ.

Είχα δεί σχολιάκι περί τού σκοταδισμού τής εκκλησίας καί τού χριστόδουλα.

Δόξα τώ θεώ! Ευτυχώς!

Υπό μίαν έννοιαν...Καλιαρντά


- Tί έγινε μωρή;
- Σάν τί θέλεις νά έγινε;
- Κάνα νέο;
- Πώς τό εννοείς τό νέο δηλαδή;
- Μπορείς σέ κάποιες άπό τίς προσεχείς απαντήσεις σου νά μήν βάλης ερωτηματικό;
- Δέν καταλαβαίνω...
- Ξαναρωτώ λοιπόν. Τί έγινε; Βρήκαμε τίποτε;
- Σάν τί;
- Μέ κουράζεις R2D2!
- Δέν μού λές... e-μμηνορύζεσαι;
- Μ'αυτά πού μού κάνεις θά εμμηνοπαυθώ! Ξέρεις; Δέν σέ αδικώ... Δέν είμαι καί πολύ ξεκάθαρη. Ντρέπομαι όμως λίγο μιάς καί τό θέμα είναι λίγο ξέρεις..
- Δέν ξέρω.
- Είναι όλίγον προστύχως όργασμικόν.
- Παναπεί;
- Σύνελθε επιτέλους! Βρήκαμε κάτι δικό του;
- Τίνος;
- Αχ Παπαδιαμάντη μου εσύ! Μήν κάνεις ότι δέν ξέρεις! Γνωρίζω ότι κι εσύ ψοφάς...
- ...
- Πωπώ συστολήήήήήήήή! Θά μέ κάνης καλέ, νά ζητήσω συγγνώμη! Βαριές έριξες τίς κουρτίνες στά μάτια σου, απόγιομα Σαββάτου, μέ τόν ήλιο νά πέφτη πάνω καί νά κάνη τά σινικά σχέδιά τους κίτρινες φωτιές στήν καταπιόνα πλανόδιου ακροβάτου! Επειδή κουράστηκα νά τό γυροφέρνω.... Κάνε τά κουμάντα σου, μωρή, βρές κάποια άκρη, νά δούμε κάτι δικό του κι άν ευδοκίση, νά κάνουμε τήν χαρακτηριστική κίνηση κολλώντας μεταξύ των τούς μηρούς, ενώνοντας τά πόδια μαζύ ώστε νά γλυστρήση τό κυλλοτάκι πρός τήν λερωμένη μοκέτα.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 24, 2005

Σειρήνες καί Χίμαιρες.


Σέ σπρώχνει ο άλλος (έκούσια ή άκούσια δέν έχει σημασία) κι έσύ γενναίος υπασπιστής του τάγματος Στάσας Θεμελη ξεκινάς νά χαράζης μιά πορεία (διότι τουλάχιστον ψωνισμένα, έτσι νομίζεις).

Μπορεί καί νά εξελιχθή πομπώδες μπορεί κι όχι.

Γι’αυτό κι άνεβάζεις τήν ένταση τού:

I see you found my underground
Help yourself to guns and ammo
Nothing here has ever seen the light of day
I leave it in my head

It's the first day of the rest of your life
(τετρακις νά’ουμ’)

You'll remember me, for the rest of your life (δις ασουμε)

It's the first day of the rest of your life (ξανα τετρακις ναουμ)

It's the first day of the rest of your life (ξαναμανα τετρακις ναουμ)

Don't fuck it up (Δις)

You'll remember me, for the rest of your life (δις)

It's the first day of the rest of your life (τρις τετρακις)
It's the first day of the rest of your life (τρις τετρακις)

It's the first day of the rest of your life (τετρακις τετρακις)

Κυριακή, Οκτωβρίου 23, 2005

Ηρθε τό 1492!


Μιά ημιπαιδικη απορια σκαρφαλωσε πανω μου καί χωθηκε στο κρανιο. Βουτηξε στον μετωπιαιο λοβο καί δια της κεντρικης αυλακος του Ρολαντο εβαλε νά ψαχνη γιά καλντεριμια – βιοτεχνιες σκεψης.

Παρα ηταν κουλτουρε αυτό που ανεζητειτο.

Γι’αυτό καί εξαιρεθηκαν καποιες ζορικες απαιτησεις καί ο στοχος πλεον, ηταν η περιοχη όπου χωρα λαμβανουν οι…πραξεις.

Προσθεσις

Αφαιρεσις

Πολλαπλασιασμος

Διαιρεσις

Ολη αυτή η κινηση επειδης δημιουργηθη η εξης απορια:

Τό 1492 είναι πριν η μετα άπό τό 2005;

Μαλλον μετα. Δέν εξηγειται αλλιως.

Διοτι…

Διοτι σημερα, Οκτωβριο μηνα του 2005 καποιοι ανεκαλυψαν την Αμερικη.

Η ολη πλοκη εχεις ως εξης:

Βγηκε ενας πρωην προεδρος της δημοκρατιας καί εξεφρασε αποψη.

Αποψη;

Ναί. Αποψη. Πεντε γραμματα, μιά λεξη, είναι καί ουσιαστικο, άν αυτό θα μου τό δωσης τοτε μονο θα δεχτω.

Αποψη.

Καί πεσαν ολοι πανω του νά τον κανουν σαγανακι (αυτοι οι εξαντρικ διοπτροι γαρ)

Καί τί περι φασισταριου εγραφη, τί σκοταδισμοι, τί καθυστερημενιλες, τί παρελθοντος φαντασματα, τί Μπορις Καρλωφ, τί Δρακουμελ…

Μα τωρα τον πηραμε γραμμη;

Στο σαιτ του, μπορουμε πολύ ευκολα νά δουμε σέ σημαντικο βαθος χρονου ποσο πολύ χαλαει την μανεστρα σέ καποιους. (ας μήν ξαναναλωθουμε παλι σέ μανεστρες όμως)

Ως εξεπιτουτου τό λεπον, ορισμενοι ας μήν επαιρονται ότι ανεκαλυψαν την Αμερικη σημερις.

Τους προλαβε καποιος άλλος 513 ετη πριν.

Τί κριμα…

(επι της ουσιας δέν λεει νά απαντηθουν οι κατηγοριες περι φασισταριου, σκοταδισμου, καθυστερημενιλας, παρελθοντος φαντασματων, Μπορις Καρλωφ, Δρακουμελ. Διοτι είναι χαρακτηριστικο ότι οι οψιμοι παρολιγον Χριστοφοροι Κολομβοι προτιμησαν νά μήν σχολιασουν τίς ιδεες καθεαυτες αλλα νά ψαχνουν εμμετρως νά χαρακτηριζουν κατι επειδη δέν τους αρεσε.

Νά τό χαρακτηρισουν απλως. Καί όχι νά τό σχολιασουν. Γιατι έάν μπαιναν στην φαση νά σχολιασουν, τοτε τό σαγανακι θα επεφτε δυσπευπτο…)

Σάββατο, Οκτωβρίου 22, 2005

Στήν Πυράάάάάάάάά!

- Τί; Πώς; Πολυτονικό; Ποίος; Ναί;

Έχει πολύ γούστο νά βλέπης τό ποσοστό πόστς στό index, πόστς άσχολούμενα μέ τά πολυτονικά, μέ τόν Σαρτζετάκη, καί ό,τιδήποτε χαλάει τήν μανέστρα.

Άς μήν άγχώνονται όμως μερικοί. Κυριακή ξημερώνει, τό φαγητόν θά είναι άναλόγως περιποιημένον. Καί έάν η μανέστρα (χαλασμένη ούσα) γιά άνακύκλωση βούρ, θά έχωμε γλάρον! Κι άς πλύνουν τά χέρια τους πρώτα, πρίν άπό τό τραπέζι.

Διότι θά χρειαστή καθαριότης μιάς καί πρίν, θά έχουν βουτήξει στούς ύπονόμους τών Παρισίων άναζητούντες τίς στάχτες τού Ηλία Πετρόπουλου ο όποίος έστελλε στήν Έλευθεροτυπία κάποιες έπιφυλλίδες του παρέα μέ δασείες καί περισπωμένες.

Γλάρου φαγοπερατωθέντος η σόδα θά τούς βοηθήση νά τόν κατατάξουν σέ σκοτεινούς (πωπώ!) συντηρητικούς (πωπωπώ!) φαυλοπισθοδρομικούς (πωπωπωπώ!) έπικινδύνους (5 x πώ), σιχαμερούς τέλος πάντων (πωπώ είς τήν νί) καί, έξοριστί, νά στείλουν τήν λιγοστή καί βρεγμένη στάχτη του στόν βωμό τής συνεχούς κι άδιαλείπτου μαλακίας.

Wish List


Άλλοι θά κέφαραν μιάν μακαρονάδα…

Κάποιοι, άέρα στό πρόσωπο, ένεκα μηχανήν έπιβαίνοντες.

Ένας, άποποινικοποίηση.

Μερικοί, κάποιο φλασάκι 1 giga.

Μία, έναν άσσο μπαστούνι δίπλα στό μαύρο δεκαράκι.

Αυτός, μίαν ημέραν πρωθυπουργίας.

Τινές λιγώτερην δυσκοιλιότητα.

Όρισμένοι, άναπτήρα.

Έκείνος, μιά άρμαθιά ρούβλια καί καπίκια στήν γωνία Άμφιθέας καί Ποσειδώνος τό τελευταίο βράδυ κάποιου χειμερινού μηνός.

Έγώ όμως έντελώς, μά έντελώς λέμε, μιά πάχα κουβάνα.

Λιγη προσοχη στους recipients ρε παιδια!


Kαποιος φιλος, οριακα εγκαρδιος, ζητησας τό παρον νά ξαναβουτηξη στο «βαγγελακας».

Δέν γινοταν, γιά λογους μη δυναμενους αναφερομενους εδώ, νά λαβη αρνητικην απαντησιν.

(Η πρωτη φορα ηταν στις 7 Ιουνιου 2005)

Σημερα τό πρωι, λιγο πριν τιναξω θριμματα κασσεροπιττας άπό τό ουτως η αλλως μπιχλωδες γραφειον, ένα γκετ μεσσετζ στόν αργαλειο μου, δημιουργησε μουτσουνα αποριας στο καλοσχηματισμενο προσωπον μου.

Ένα μέηλ μέ περιεχομενο άπό τήν πολι ερχομαι καί στήν κορφη κορωνα, κατεληγε καπως ετσι:

«Se filo therma kai stayrota »

Τό ρηπλαυ γρηγορα καί μονο ερωτηματικα εσταλησαν στόν αποστολεα ασπασμων μέ σιελο.

«?????????»

Λιγο πιο μετα, όταν τό μιλκο ειχε πια τελεψει, νά ποια ητo η απαντησις του: «Συγγνωμη! Λαθος! Μπερδευτηκα καί χωρις νά τό θελω τό εστειλα σέ σενα»

Κι έγώ σάν απορια πενταετους παιδιου:

«alitheia???? ma pos???»

Ειχε χρονο στήν διαθεση του προφανως καί απεκριθη ετσι:

«Ο Αρθούρος από τό Λάνσελοτ συμμετεσχε σε μια αμφικτυονια στο Εδιμβούργο σε μιαν υστάτη προσπαθεια διασωσεως του κυρους του Στεμματος. Στο διαλειμμα της συνεδριας, στο κυλικειο, συναντά μια απίστευτα θεορατη κυρια της οποιας ενα ιδιαιτερο χαρακτηριστικο αποτελει ενα τελειωμενο θελγητρο για τον ηρωά μας.

Τό επόμενο βραδυ μέ ολόγιομο φεγγάρι παρέα, αφού μ’αποσταγμα ρόδου υγραίνει τις μασχάλες καί τό οσχεον του, κινεί νά την βρη, νά διαβάσουν μαζί τό καινούριο Μπλεκ της Τρίτης. Την πετυχαίνει έξω στο χαγιάτι νά τρωη ντακο μέ μπόλικη τομάτα.

- Γειά σου αγαπημένη! της πετά μέ λαχτάρα ο Λανσελότος Αρθουρ!

Κι αυτή, σηκώνεται απότομα, καταπίνει γρήγορα καί βιαστικά μια τεραστία μπουκιά, καί ένα «καλησπέρα» της βγαίνει αιφνιδιαστικά, λίγο πριν αφήσει ένα μεγαλοπρεπές ρέψιμο!

- Καλησπέρ...μπρρρργκουα! ......... Μέ συγχωρεις αλλα εχω χρονιο προβλημα μέ τό στομαχι μου! Δέν εχει εφευρεθει καί η κοκα κολα ακομα ρε Αρθουρ! Τι κανεις;

- Στραβολαιμιαζω! Στραβολαιμιαζω ευρισκομενος εδω κατω, προσπαθωντας νά σε κυτταζω!

- Ε! Γιατί δέν ερχεσαι πανω; Νά παρουμε ενα ντρινκ μαζυ... Τό παιζω δυσκολη αλλα μην αγχωνεσαι! Θά λυθη στο πολυ σιγουρο τό κυλοτακι! Γκανιαν σου λεω! Πριν αλεκτωρ κραξει τρις...

Εσφιξε την ζωνη, έχωσε τό καπελο μέχρι τά ώτα, ασφαλισε τό θεορατο σπαθι ωστε η δια του κισσου ανοδος στο μπαλκονι νά γινει ανευ απροβλεπτων ανωμαλιων καί εβαλε τό ποδι του σε μια σχισμη...

- Ει ώπ! Ει ωπ!

- Μα καλά , αγάπη μου, είσαι μαλάκας; Γιατί δέν έρχεσαι άπό τήν είσοδο;

- Εχμμμ… Τό ήθελα πιό ρομαντικό καί καπουλετικο!

«Ελπίζω νά είναι εξίσου ρομαντικο καί τό μετά, νά μήν αποδείξη κι αυτός πόσο γουρούνια είναι οι άντρες!» η χαμηλοφωνος παρατηρησις της κυρίας καθόσον ο Λάνσελοτ ανηρχετο δια του σαλονιού...

- Αγαπημένη!

Ο Λανσελοτος ειχε φθασει. Ξεπροβαλλε άπό την μπαλκονοπορτα καί τό φεγγαρι φωτιζε μια ξεκαθαρα ηλιθια εκφραση επιστεγαζομενη μέ ενα ακομη πιο χαζο χαμογελο! Έάν προσθεσωμε καί την πινελια σεξουαλικης ορεξεως σέ αυτα τά χαρακτηριστικα, τοτε μεγαλη η απορια μας που η μανταμ απήντησεν… :

- Επωδυνη η αναμονη , Αδωνι, η ανευ εσου βραδυνη ντακοφαγια, η νυχτερινη κατακλισις! Δέν παμε μέσα; Εβαλε νά φυσα κι αυτο τό τισερτ μέ τον Σακη δέν κραταει τιποτε...

- Ηθελα νά καθησωμε εδώ, νά αγναντεύσωμε τά άστρα τά παχιά...

- Ελα μωρέ τώρααααααααααααααααα....

Η ανυπομονος δεσποινα, τού έπιασε τό χέρι καί πολύ εύκολα τόν σήκωσε κι άρχισε νά τόν σούρνη πρός τά μέσα...

- Έλα τώρα πού μού θέλεις καί «άστρα μή μέ μαλώνετε που κελαηδω γιά κείνη...» Κι εγώ ανάγκες έχω η ερμη! Θέλω κι εγώ ένα πουλι νά κελαηδήση γιά μένα! Έλα τώρα Λανσελότε!

Ο Λανσελότος κατ’αρχήν δυσαρεστηθεις (διότι μιλάμε γιά πολύ ρομαντικό παλουκάρι), κατοπιν όμως νιώθοντας ατμοκίνηση, κάπου ανάμεσα, ψηλα στά πόδια του, επιτάχυνε τό βήμα, έριξε ένα σάλτο αλά Ιωάννης Μελισσανίδης καί σαβουριάστηκε στό κρεββάτι.

Ξάπλωσε ανάσκελα, έτριβε τό ένα πόδι μέ τό άλλο καί την κοίταζε νά πηγαίνη πίσω από ένα υποτυπώδες παραβάν οπου θορυβωδώς ξεκινησε νά γδυνεται.

- Μα γιατί δέν έρχεσαι εδώ; Νά σέ βοηθήσω κι εγώ καλή μου...

- Δέν μπολώ... Ντλέπομαι... Δέν έχω συνευρεθεί ποτέ μέ άνδρα ... (αυτήν τήν εβδομάδα) Φυλάττω ως εύζωνος της βασιλικης φρουρας τήν τιμή μου... Μέχρι νά έλθη αυτός πού θά μέ συγκινήση... Ναί αγαπημένε, ναί! Εσύ είσαι αυτός πού μέ συγκινησε καί απεφασισα νά τού δωθώ πρίν νά μπεί τό στεφάνι!

- Πρίν νά μπεί τό στεφάνι, πανέμορφη, θά μπεί ο «σκοτώνω», εεεε;

- Πονηρούληηηηηηηηηηηηηη! Πόσα ξέρεις εσύ! Κοκκινίζω!

- Κι εγώ κοκκινίζω! ... Όχι στό πρόσωπο καλέ! Πού κοιτάς;..;;....

Ο θόρυβος συνεχιζετο... Τότε ήταν που ηκουσθη ο ήχος εισερχομενου μηνύματος...

- Τί στόν πούτσο ρέ γαμώτο; Μέχρι κι εδώ, στά Χάιλαντς πιάνει σήμα; Γαμώ τό κεφάλι μου... Οχι αγαπημένη.... Δέν φεύγω... Συνεχισε μέ αυτόν τόν κορσε…

«Ανάγνωση» στό «ένα μήνυμα ελήφθη» καί... Ανησυχία στό πρόσωπο... Πήγε σε μιά πολυθρόνα όπου είχε αφήσει την σαμψονάιτ βαλίτσα του... Έβγαλε ένα λαπτοπ καί έψαξε σπίρτα μιας καί οι ζιππο δέν είχαν επινοηθεί. Άναψε ένα γκαζάκι, τράβηξε ένα καλώδιο καί τό ένωσε στό usb του μέ βουτανιου ενεργούμενο πισί...

- Ιιιιιιιι!

- Τί συμβαίνει αγαπημένε; Δέν έχεις προφυλακτικά; Μήν ανησυχεις! Η durex ακόμη δέν έχει ιδρυθεί!

- Όχι... Εξάλλου δουλεύω πολύ εύκολα τό σύστημα τού «Έβγα ρεεεεεεεεεε!» Αλλού τό πρόβλημα.... Δέν ξέρω εάν μπορης νά διαβάσης λατινικο αλφάβητο... Βλέπεις:

Η μαντάμ έσκυψε καί πλησίασε στην οθόνη. Ο Λανσελότος, σφυριζοντας τό «τά παιδια του Πειραια», τής τράβηξε τά μαλλιά καί τό στήθος πού έκοβε τήν θέα…

Τώρα καί οι δύο έβλεπαν καθαρά:

«en to metaxy mas perimene olo to apogeyma kai egine to ela na deis..

ase poy itan fortomenos kai sto meros ekei eixe polu kinisi re malaka kai eixe xestei osme kai tin kaltsa! xaxaxaxaxa

telospanton. elpizo simera na vrethei akri. fere kapoia xrimata re lakama, esto enanti re!

Se filo therma kai stayrota »

Ο Λανσελότος διαβάζοντάς τό έκανε κίνηση νά ντυθη.

- Μέ ζητάνε! Μέ γυρεύουν! Πρέπει νά φύγω αγαπημένη.. Λυπάμαι πού σέ ανάγκασα νά γδυθης... Κι εγώ πονώ..

- Πού πάς ρε μαλάκα; Είσαι αδελφή ρε; Τί μαλακίες είναι αυτές; Ποιός σού έστειλε αυτό τό μέηλ;

- Δέν ξέρω.. Άγνωστος ο αποστολευς. Αλλά μπορεί νά είναι συνθηματικόν... Πρέπει νά φύγω...

- Κι εγώ έτσι θά μείνω ρέ χέστη; Έτσι έχεις μάθει; Ανολοκλήρωτα νά τά αφήνεις ολα; Είσαι αδελφή ε; Δέν έπεσα έξω.. Εξάλλου από τό Λιβερπουλ δέν είσαι; Τί περίμενα... Εγγλέζικη, λιμανίσια λούγκρα... Παλιοχαμούρη...

- Τά λόγια σου μέ πληγώνουν, αγαπημένη... Μπορεί νά μέ βρίζης αλλά βλέπω χαρακτηριστικά σου νά μήν δείχνουν κακία κι απώθηση... Αντιθέτως, ίμερο διαβάζω... Δές κι εσύ την ανατομία μου... Δέν έχει πέσει διόλου τό ηθικόν μου... (άσε που φτιάχνομαι όταν μέ βρίζουν, αγαπουλα!)

- Δέν έχω άδικο που σέ λέω χαμούρη! Φύγε από δώ ρε πεινάλα! Θεονηστικε! Τζους! Φυγε! Τώρα!!! Πάρε όμως καί τά σκουπίδια σέ παρακαλώ!... Ούπς! Σού ξέφυγε μιά φλούδα τομάτας, ναί εκεί! Τσάκω τά κουκούτσια από τίς θρούμπες, επίσης. Στο τασακι είναι.

Κι ο Λανσελότος μέ τήν ουρά στά σκέλια, τό ξίφος του νά σέρνεται στο πρό εικοσαετίας σφουγγαρισθέν μωσαϊκόν, τό παντελόνι ξεκούμπωτο μέ τό μινέρβα σώβρακο νά φαινεται από μέσα, οι τρίχες στό στέρνο επίσης, έφευγε.

- Γαμώ την γκαντεμιά μου... Πάνω πού πήγα νά σκοράρω κι εγώ, πού είχα ξεχάσει τό άθλημα, έκατσε αυτή η μαλακία. Ποιός παπάρας έστειλε αυτό τό μήνυμα γαμω τό χαρτι του...

Είχε φθάσει στό χοτέλ του καί χωρίς νά χάσει χρόνο ξανάβαλε τό πισι στο γκάζι. Άνοιξε τό μέσσεντζερ καί κατόπιν τού get message, κάτι ακαθόριστο τόν έκανε νά πέσει λιπόθυμος...: Φλούπ! Σάν σκατό στό καθήκι!

«Μάς συγχωρείτε γιά τό crucial λάθος μας... Κάποιο λάθος στόν σέρβερ μας, μπέρδεψε αποστολείς καί παραλήπτες μέ συνέπεια νά υπάρξει ασυνέπεια στίς παραδόσεις μηνυμάτων»

Νά λοιπόν η απάντηση στό «alitheia???? ma pos???»

Όπως προβληματικά πήγε στό Αρθούρο τό μέηλ, έτσι καί σέ σένα... Αν μπλέξεις μέ κωλοεταιρείες τί περιμένεις παιδί μου...»

Αυτή η (γεματη ειρωνεια) απαντησις του μεχρι εκεινη τήν στιγμη, φιλου μου. Πλεον ειμεθα εν εμπολεμω καταστασει. Νεωτερα λιαν συντομως.

Λοχος! Ακυρον! Λοχος! Προσο-χη!

Επομενο μεηλ μου θά ειναι λιτον:

"Το Μπλεκ; Το αφησε σπιτι της η το πηρε μαζυ του;"

Σοβαρός λόγος άλωπεκιάσεως

Χειμωνιάζει.

Θέλω σπόρια λάιτ αναλογίας μιάς θερμίδος στά δύο κιλά καί σοκολάτες τών οποίων η ζάχαρη δέν είναι τερηδονούχος αλλά υποκατάστατον συνοικιακού οδοντιάτρου.

Ταινίες στό βίδεο ασπρόμαυρες (ή τό πολύ πολύ μαυρόασπρες) η έντασις φωνής τής τηλεοράσεως είς τό τριακοντα τεσσερα τοίς εκατό, καί τό ρημόουτ κοντρόλ δίπλα στό καθαρό τασάκι νά περιμένη θωπείες.

Οι κουρτίνες ουχί εντελώς τραβηγμένες, ν’αφήνουν μιά λωρίδα διά τής οποίας νά φαίνηται η γκριζάδα τού έξω μ’αποτέλεσμα νά σπρώχνεται η κουβέρτα στά πόδια.

H ξάπλα μου όχι απολύτως ξάπλα αλλά αφίεμαι ανακλιντροειδώς [χωρίς όμως σταφύλια (χειμωνιάζει είπαμε!)]. Αι λευκαί κάλτσαι δέν είναι εντελώς εφαρμοσταί αλλά δέν μέ χαλάει καθόλου – είναι εντελώς σαββατοκυριάκιος αίσθησις.

Επιτακτική η ανάγκη κατουρήματος πρό τής ενάρξεως τού έργου ώστε νά είμαι εντελώς ήσυχος, ανακουφισμένος, καθαρός άνευ ενδεχομένου ενοχλητικών διακοπών συνοδευομένων μέ ίσως κι αλλεπάλληλες pausοκομβιώσεις.

Ο καναπές τριθέσιος αλλά στό έτσι, τριθέσιος . Στό αλλέως έτσι, είναι γιά έναν. Ένας. Κι απολαμβανει τό 20th century fox, την ρωμαικου υφους εισαγωγη.

Απολαμβανει;

Ο κωδων σκουζει, απαξ, δις, τρις. Ο φρυδης μου συνοφρυωνεται μιά φορα παραπανω. Δέν κινουμαι. Αναρωτωμαι. Αφηνεται η δια ηλεκτρισμου οχλησις καί παλαμη χειροκροτα την πορτα. Εν τελει σηκωνομαι αφου ισιωσω την καλτσα.

Ανοιγω την πορτα καί ερχομαι μπροστα σέ μιά κυρια μέ ρολει στο μαλλι, ποδιά μέ σημαδια άπό μπεσαμελ καί τσιγαρο στο στομα.

- Εφερα τα κοινοχρηστα.

Παιρνω τό χαρτι, λεω ένα ευχαριστω μαζυ μέ ένα χαιρετε καί συνοδευω την εξ οπισθιων φιγουρα της μανταμ μεχρι νά χαθη στην ακρη του κλιμακοστασιου, κλεινοντας τό ματι στον πωπο της οστις κινειται ολιγον περισσοτερο του κανονικου.

Επιστρεφω. Ξαναχαλαω την καλτσα μου. Σχεδονξαπλωνω. Κι όταν ο διβιδης επανερχεται στο πλεη, τα σπορια ανοιγομενα μονα των καί βγαζοντας την γλωττα των, λεν:

- Σέ μονοκατοικια ζης βρε μαλακα!

Νομοτελειακώς λοιπόν…

Φλούπ:


Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2005

Σπασίμπα.


Δέν ξέρω εάν ο ΔεΝίρος ένεκα τού «Οργισμένο Είδωλο», ο Χόφμαν άπό τό «Άνθρωπο τής Βροχής» ή ο Νίκολσον έκ τού «Καλύτερα δέν γίνεται» ένοιωσαν έτσι.

Καλά, σίγουρα δέν είχαν καί καούρα στό στομάχι, χάνγκόβερ από xποσία απιστεύτων ποσοτήτων, πονοκέφαλο από κρεβατομουρμούρα ανασφαλούς συζύγου έξ Αγρινίου, πρώην δεσποινίδος ετών 39.

Θεωρώ όμως χρέος μου νά αφήσω κι εδώ στίγμα ευχαριστιών στήν κουρούνα (http://kourouna.blogspot.com/2005/10/blog-post_14.html) η οποία είχε τήν διάθεση νά παροτρύνη κόσμο «νά τόν διαβάση».

Άσε πού μέ άρεζε καί τό ίματζ της..

Δευτέρα, Οκτωβρίου 17, 2005

Διάλειμμα 20 λεπτών. Κάτι νά φάμε καί νά κατουρήσωμε.





Ολίγον πρό τού σημείου καμπής τής ημέρας, πρίν τό σήμερα νά γίνη εχθές, εχθές, στήν Άνω Λιμνούπολη, σέ κάποιον σταθμόν τών ΚΤΕΛΛ (Κοινό Ταμείον Επιβατικών Λεωφορείων Λιμνουπόλεως) ο Φέθρυ καθόταν έξω από τό πούλμαν καί ήλεγχε τά εισιτήρια τών ταξιδιωτών.

Δέν βιαζόμην - ήθελα νά τελέψη τό τσιγάρο μου, στεκόμην λίγο απόμερα, βλέποντας τόν κόσμο νά επιβατοποιήται κυρίως παρέα μέ τυροπεριέχουσαι πλαστικαί τσάνται.

Μιά κουβέντα τού Φέθρυ πρός εμένα, δέν μέ έκανε νά επισπεύσω.

«Ο κύριος Ντόναλντ, θέλει ιδιαιτέραν πρόσκλησιν γιά νά ανέβη στό λεωφορείον;»

Εάν όμως δέν γινόταν γόπα τό «καρέλια» δέν θά (μετά)κινούσα πόδι ούτε πίκο χιλιοστού... Πούπουλο κάν ρέ σύ.

Το περαιτέρωσκέφθηκα πάντως, κι επειδή δέν ήθελα νά εριδιστίσω μέ τό ξαδελφάκι, προσέγγισα λίγο...

Οι τζούρες πιό βαρβάτες, δέν μπορούσα νά κάνω τήν πάπια (κι άν ήμουν ημίαιμη υπερατλαντική τοιαύτη) συνέχιζα νά καπνίζω.

Καί νά ακούω.

Ο Οράτιος μέ τήν Κλάραμπελ ήσαν εκεί κοντά, μέ πράσινα εισιτήρια ανά χείρας. Πλησίασαν τό ξαδελφάκι, τού πρότειναν τά πάσο κι αυτός...

Αυτός στήν αρχή έδειξε ένα ξάφνιασμα βλέποντας τόν Οράτιο.

- Πού πάς; Κάτω;

Κι ο Οράτιος, υπομονετικό άτι, ευγενής ίππος, σαβουαρβιβρίζων επιβήτωρ, απλώς έγνεψε ένα «ναί» συνοδεία χαμόγελου from ear to ear.

Τότε ήταν πού πέταξα τό καρέλια κι άς είχε ακόμη μιάμιση τζούρα υπολοίπου. Εάν είχα και σακκάκι θά είχα σηκώσει μανίκια, η αλλαγή φτερώματός μου μέ γλύτωσε από τέτοιον κόπο. Ήταν όμως έκδηλη η μουρτζούφλικη και λύω ζώνη γιά καυγά, συμπεριφορά μου.

Πλησίασα τόν Φέθρυ, τόσο πολύ ώστε άκουγα κάθε λεπτομέρεια φυσκαλιδίων τής μπίγκ μπάμπολ μαστίχας του. Τόν κύτταξα προσηλωτικώς στό σημείο ανάμεσα στά φρύδια (άν είχαμε) καί στό τρίτο μάτι (άν είχαμε επίσης).

Περίμενα σάν μπουρίνι, θορύβους τζαμιών καί πατζούρια νά κεκεδίζουν αιωρούμενα, σάν ήλιος τό ζεστό νερό στόν ηλιακό καί σάν οδοντογλυφίδα, κυριακάτικο γεύμα μέ κοντοσούβλια καί κοκορέτσια.

Φεύ!

Ο Φέθρυ άφησε στήν άκρη θεμελιώδους περιεχομένου ερωτήσεις καί δυό λέξεις του, ασφαιροποίησαν τήν «όπλα χιαστί!» επικειμένη συμπεριφορά μου.

«Καλό ταξίδι!»

Κι οι απαντήσεις μου (οι παρ’ολίγον απαντήσεις) ‘βγάλαν πούπουλα, φτερά μακρυά, απαξίωσαν διαστάσεις δικών μας φτεροπουπούλων καί πέταξαν ψηλά.

Στόν σκοτεινό ουρανό τής άνω Λιμνουπόλεως, πέριξ τού όπου νάναι γεμάτου φεγγαριού, άρχισαν νά βολτάρουν, νά ξεμουδιάζουν δηλαδής κάποια νυχτιάτικα πτηνά - απαντήσεις...

«Όχι μωρέ, απλώς στάθηκα εδώ γιά νά καπνίσω, τό σπίτι μου είναι χώρος μή καπνιστών».

«Δέν έχω διαβατήριο, εκ τών πραγμάτων δέν δύναμαι επισκεφθώ τήν κάτω Λιμνούπολη, ήλθα γιά νά μού φύγη τό απωθημένο».

«Είμαι επίσημος προμηθευτής τού φίλτρου τών κλιματσιστικών στό πούλμαν καί θέλω νά δώ πώς παίζει κι άν ιδρώνουν οι επιβάται».

«Θέλω νά πουλήσω κάποια χαρτομάντηλα στά παιδιά μέσα, μήν μέ βλέπεις έτσι, είμαι Σέρβος αδελφός τους».

«Σεξουαλικά στερημένος ών, θέλω νά χουφτώσω εκείνες τίς όρνιθες τής γαλαρίας ακουσίως βεβαίως κατά τήν είσοδον».

«Μέ ενδιαφέρει η ταινία πού προβάλλει τό βίδεό σας, ένας Μιχάλης Μόσιος σέ κάνει πάντα νά μήν λογαριάζης τήν νυκτερινή απουσία».

«Μάλωσα μέ τήν Νταίζη καί η ζώνη αγνότητός της έχει σκουριασμένες εσοχές».

«Θέλω νά ομιλώ είς τόν οδηγόν, ειδικώς εάν αυτός είναι ξαδελφάκι μου, καί ξαναμανειδικώς εάν είναι ο Φέθρυ».

Καί σέ όλα αυτά, τό επιδόρπιον θά ήτο: «Είσαι μαλάκας Φέθρυ; Ε, γιά νά είμαι έδώ, μέ τό εισιτήριο καί τσαντούλα, πάω κάτω! Τί άλλο να’ούμ’;»

Τό ότι όμως τότε, εκείνη τήν στιγμή, τό σήμερις έγινε χθές καί η κουβέντα του ήτο ένα μελιστάλαχτον «καλό ταξίδι!» πού σάν βούτα, έφερε κάτω τίς παγωνάτες πτηναπαντήσεις, ακύρωσε τά πάντα.

Μιά ματιά μου πάνω δεξιά, ήταν ο Οράτιος, επί τού παραθύρου, νά ανοίγη-ξετυλίγη κάτι από αλουμινόχαρτό καί νά μασά. Κάτι.

Όχι πάντως κύβους ζάχαρης.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 14, 2005

Αφύπνισις


Μπορεί νά μού εξηγήση κάποιος γιατί (ό,τι ώρα κι άν έχω κοιμηθή) ξυπνώ πάντοτε μισή ώρα τό περισσότερον, 10 λεπτά τό ελάχιστον πρό τής προβλεπομένης καί ρυθμισμένης ώρας στόν διϋπνηστήρα ;

Είναι λίαν εκνευριστικόν.

Καί ο ύπνος, τόσο βελούδινα ελκυστικός, παραχωρητικός καί μειλήχιος στίς ώρες τις μικρές, ευτυχώς πού δέν λέει τίποτε....

Πέμπτη, Οκτωβρίου 13, 2005

Πολλά ένσημα λέμε!


Δέν γνωρίζω εάν η αύρα τού ορθοπεδικού Παπαδ******* στό ΙΚΑ Νικαίας είναι ισχυρά καί ο Χορταρέας, η Παπαπέτρος θά πρέπει νά τόν θωρούν ύποπτα, μέ φόβο καί χροιά διαδοχοσυνομοσιολογιών.

Πάντως όπως καί νά έχη τό πράγμα, μπορεί καί μεταδίδει κάτι.

Ήτο Αύγουστος (ημέρα δέν θυμάμαι) όταν κάθησα απέναντι του, αρχίσας εξιστορών τόν πόνο μου. (Κυριολεκτικώς)

Μοι έδωσε/πρότεινε/συνέστησε μιάν θεραπεία. Κάποια χάπια, οθόνη υπολογιστού ομοϋψής τής (άνω) κεφαλής, μπάνια στήν θάλαττα καί τό κυριώτερον: ανάσκελο νάνι μέ ένα μικρό μαξιλάρι στόν αυχένα καί ουχί στήν κεφαλή. (Κατέληξε σέ φυσικοθεραπείες από μελαμψούλα κόρη, όμως τούτο ειπώθηκε σάν ρέψιμο μετά από πασχαλινή μάσα)

Πάνε μερικές ημέρες (ή μήπως νύκτες;) πού παρασπονδίζομαι. Ο καιρός έχει αλλάξει εξάλλου. Μιά κουβέρτα μέ ρόμβους ζαχαρί ηυλογήθη υπό τής θεάς Αρτέμιδος νά καταλήξη είς τό vangelakas residence, νά αφήνεται στά μπράτσα του καί νά σχηματίζη έναν μέγιστον μορφασμόν απορίας όταν τόν βλέπη μιά φορά στούς 15 μήνες, μη-μόνον νά ξαπλάρη.

Τήν πέφτω λοιπόν ημιγκρεγκλουγκανικώς σ’αυτήν τήν τέλεια τήν κουβέρτα χωρίς κάτι περισσότερο. Συνήθως μπρούμυτα. Κι έτσι, ξεραίνομαι. Μπρούμυτα μέ τήν κουβέρτα από κάτω καί τό μαξιλάρι αγκαλιά...

Σέ αυτήν τήν στάση, αφήνοντας εαυτόν νά χαλαρώνη, δέν δυσκολεύωμαι νά σηκώνω τήν παλάμη κι από αυτήν τό μεσαίον δάκτυλον της νά απευθύνεται στόν Μορφέα όστις σάν άλλη Πρωτοψάλτη, μού έρχεται παίζοντας τό ντέφι σάν μαϊμουδιάρης τής οδού Ερμού.

Δέν έχω όμως επιλογές. Σύντομα ένας ήχος από τόν στόμα μου θυμίζει καρβουνιάρη διερχόμενον τό Σιδηρόκαστρον νομού Σερρών μέ μπόλικους αλβανούς μέσα.

Κι εκεί αρχίζει ο βάσανος.

Ο μέγας.

Είχα ξεπεράσει τά τρία πρώτα στάδια τού ύπνου, παρέκαμψα τό τέταρτο καί μπούκαρα στό πέμπτο. Η αναπνοή έγινε πιό γρήγορη, τά μάτια μου (αχ! Αυτές οι ματάρες!) μέ κινήσεις πρός ανατολάς καί δυσμάς, στό χάσιμο. Οι μύες τών άνω-κάτω μελών, παρέλυσαν κι ο ρυθμός τής καρδίας (τής μαγαλοψύχου καί άκρως χριστιανικής) ηυξύθη. Υπό κανονικάς συνθήκας θά παρουσίαζα στύσι αλλά είναι ένα άθλημα (κάλλιον, προπόνησις αθλήματος) όπερ έχω ξεχάσει από τότε πού η πενικιλλίνη ώς καινοτόμο φάρμακον προμοσιοναρίζετο στού Μπακάκου τής πλ. Όθωνος μελλούσης, τότενες, Ομονοίας.

Εν τώ πέμπτω σταδίω τού ύπνου τό λεπόν, χαμένος σέ διαστάσεις σειρηνιάζουσες, κάτι σάν όνειρο θά έλεγον εάν δέν ήμην ντροπαλούλης, τόσον μακράν τής κουβέρτας (κι άς ήμην άπό πάνω πάντα, ε; Καί μπρούμυτα!) είδα έναν κύριο μέ μαύρο φράκο νά εμφανίζεται από τό στενό τής γειτονιάς, νά τραβά ένα χωρίς άκρη λουρί, σάν καζανάκι. Αντίς ύδατος όμως, τό τράβα τράβα του μού έστειλε έναν οξύ πόνο στήν σπονδυλική στήλη κάτι σάν βάσανο ενός μεγάλου πρός μικρό. Έκανα τήν κίνηση πού κάνει ένα καναρίνι όταν βρέχεται κι ο πόνος έφυγε. Αστραπιαίως, αυτομάτως, ευρέθην σέ μιά κολώνα πάνω, αυτοσχέδια φωλέα περιστεριών μαζύ μέ δύο ακόμη πιτσούνια. Τά οποία ξενοφοβικά όντα, τσιμπώντας με, μέ ώθησαν στήν άκρη. Το κέντρον βάρους άλλαξε καί ένοιωσα νά σκίζω τόν αέρα τραγικώς επιταχυνομένης τής βαρύτητος, πλακάκι στό πεζοδρόμιο νά μού κλείνη μάτι καί νά ανοίγη αγκάλη. «Άσε τά γλοιώδη» πετάχτηκε ο HAL 9000 θυμώνοντας στό μέ γόπες πλακάκι, αλλάζοντας τό φόντο. Άκουσα τήν αναπνοή μου εντός τής μάσκας (όπως τότε στά καθάρια ύδατα τής Σαλαμίνος ότε ψάρευα τσιπούρες) και προσεπάθουν νά γράψω πάνω στόν μυστηριώδη μονόλιθο τό «Βέρα Στό Δεξί, πρώτο στίς προτιμήσεις τού κοινού!» . Κύτταξα δεξιά, κύτταξα κι απ’τήν αντίθετη, κάτι μαϊμούδες πετούσαν μπανανόφλουδες στήν μάπα μου, μία έξ αυτών ολίγον πρό τών οφθαλμών μου έγινε φλύδα μανταρίνι καί ένα σιντί γυάλισε στό σεληνόφως. Η Αλεξίου ανέλαβε δράσι, «έβγαζα απ’τίς τσέπες μου, φλούδες μανταρίνι έριχνα στά μούτρα σ’ νά πονάς» ο Παπαδόπουλος μπεγλέριζε ένα κίτρινο κομπολόι κι άρχισε νά λέη μεγαλοστόμως γιά τούς λαϊκούς αγώνες τών αστών καί τίς αντιδραστικές συμπεριφορές τών προλεταρίων.

«Αυτό πάει πολύ! Είπαμε εφιάλτης, αλλά τό γαμ....σαμε καί ψόφησε!» Καταλυτική η παρέμβασις ενός μέλους τής εφορευτικής επιτροπής τού REM, (Rapid Eye Movement δηλαδής) μέ σκούντηξε στό πλευρό κάπως άτσαλα καί ξύπνησα... Ταραγμένος, ανήσυχος, ιδρωμένος...

Έστειλα τό χέρι πάνω στήν σιφινιέρα νά βρώ ένα χαρτί, κάτι νά μού κάνω αέρα. Έπιασα κάτι σκληρό, τό έφερα μπροστά μου σινάμενο κινάμενο, ήτο το βιβλιάριον τού ΙΚΑ.

Μιά προοικονομία, εικόνα από τό αύριο: Σταυροπόδι ο γιατρός νά με κυττά μέ ύφος σαρδόνιον, ένα κοχίμπα στό χέρι καί συνοδεία καπνού νά μού λέη: «Νέμεσις αγαπητέ! Νέμεσις! Ή θά κοιμάσαι όπως σέ κατηύθυνα ή δέν μαζεύω τούς μαστιγωτές καθ’εκάστην! Τόν νού σουυυυυυυ!»

Mά legalise it πιά!




Σκίουροι , ασβοί, κούναβοι, κάστορες δίδουν τό μήνυμά τους περί φυσικής επιλογής.

Αυτοί ... ξέρουν!

Καί μιάς τό παρεπιδημείν στήν ζούγκλα, λεόντων ελλοχευόντων είναι too much επικίνδυνον αλλά κυρίως επιτρεπόμενον, διατί τό απαγορεύουν τό καημένον, τό αθώον, τό ακίνδυνον, τό αναζωογονητικόν μαυράκι;

Ε;

Τετάρτη, Οκτωβρίου 12, 2005

Πώς νά τρέξω μέ τίς γόβες καλέ ;



Είναι δυνατόν; Κι όμως είναι…

Γονείς νά έχουν όνειρα μπατερφλάυ γιά τό παιδί τους, τό άγοράκι τους;;;;!

- Τί είν’τούτο;

- Ψε! Τό συνοδεύον μπιζουδάκι τών κουφέτων άπό τα βαφτίσια σου.

- … (παύσις) Σοβαρά μιλάς; Άει! Ναί; Sure? Τόσον καιρόν τό βλέπω έδώ (τό «έδώ» σχετικό σχετικώς) καί δέν είχα ρωτήσει, δέν είχε πάει κι ο νούς μου βέβαια… Κι αντί ενός πελέκεως, κάνα γιαταγάνι, τίποτις μπερέττα, μερικά g3, φαρέτρες μέ τεστοστερόνες, μασχαλίλες σέ μικρό γυάλινο, μουστάκια κατσαρά, παντελόνια ατσαλάκωτα, τρίχες στήθους/θώρακος, μού κοτσάρατε πεταλουδίτσες; Δέν θα ξανατροχίσω τούς μανικιουρόνυχάς μου! Φέρε τό ασετόν!

Σάν στό σπίτι σου...



Διότι ξέρεις κάτι;

Δυό μπουγάτσες έχομε φάει μαζύ κι ο καθένας τήν δικιά του.

Πάτα τό πλέη ρέ, κι άσ’τά λόγια!

Βλέποντας ένα έργον προψές, έργον μυστηρίου, εγκλημάτων, δολοπλοκιώνε (πώπω, γαμάτος η τζούρα τού καφέ πού μόλις ήπια) ιντριγκώνε καί λοιπά, εστάθην σέ μιά κουβέντα τού ήρωος.

Η κουβέντα διετυπώθη επί πτώματος τινός. Ήτο μιά υπηρέτρια, ή κάλλιον μιά τέως υπηρέτρια αφού πλέον ήτο πτώμα.

Μιά τέως γαλλιδούλα, πρώην αφράτη, καστανή, κείτετο εκεί, στό κρύο μωσαϊκόν κι ο ήρως ώς προείπον, μέ ψηλομύτικον ύφος άρχισε νά εξηγή σ’ένα, μέ βαμμένο μαλλί, φιλαράκι του:

- Μά δέν θυμάσαι χθές, όταν στό σαλόνι (λίγο πρίν τήν ψαρόσουπα καί τόν γαύρο πλακί) ξεκίνησε απνευστί νά μάς λέγη: Εάν είχα αϋπνίες, εάν ήμην στό κατάστρωμα, εάν είχα δεί τόν δολοφόνο; Όλα αυτά τά τόνιζε επειδής είχε τόν Νώντα τόν Παραγιό δίπλα μας ώστε νά τού στείλη μήνυμα!!! Βέβαιααααααα! Κι έτσι λοιπόν ο Νώντας ο Παραγιός τήν έβγαλε από τήν μέση!

Πολλά τά ηθικά διδάγματα τής ιστορίης ταύτης.

Όχι μόνον ότι αι αυπνίαι βλάπτουσιν σοβαρών τήν υγίειαν...

Αλλά τό ότι είναι πολύ γαργαλιστικός ο τρόπος πού μπορείς νά στείλης μήνυμα σέ κάποιον.

Τό έμμεσον ενίοτε είναι αμεσότερον τού απ’ευθείας.

Τρίτη, Οκτωβρίου 11, 2005

Τό κράτος είμαι έγώ!


















Η ματαιοδοξία, η άκρατος κενοδοξία μάλλον, ευρίσκει πεδίον δόξης λαμπρότατον...στήν αρίθμηση! Ούκ έν τώ πολλώ τό εύ όμως, μάστορα!

Άκούω φωνές.

Μονολογείν.

Μονολογείν ρέ, όχι μουνολογείν.

Μονολογείν λοιπόν.

Η χρήσις καί παραδοχή τής λέξεως "μονολογώ" είναι δείγμα αθεϊσμού διότι ο Θεός πάντα κάπου στά πέριξ είναι καί μάς ακούει.

Μπερδέματα λοιπόν.

Πολλά.

Συγκεχυμέναι απόψεις.

Εκτιμήσεις διστακτικαί, μή καταλήγουσαι κάπου.

Ασταθή κριτήρια.

Έτσι λοιπόν, καί κάποιος μονολογών, βάσει τών ίδιων δεδομένων, μπορεί νά χαρακτηρίση μιάν δραστηριότητα "εκμυστήρευση" εαυτώ καί ταυτοχρόνως νά απευθύνηται σέ κόσμο κομμάτι περισσότερο από τίς αγέλες στήν πλατεία τού βατικανού, τίς αναμένουσες ποντιφήκειον ευλογίαν.

Αποποινικοποίηση τώρα!


Up yours commies!

KOINOKTHMOΣΥΝΗ ΣΤΙΣ ΜΑΜΑΔΕΣ ΤΩΝ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ.

Κυριακή, Οκτωβρίου 09, 2005

Τζούς! Τζούς σού λέω! Καλέ τζούς!


Τό άνηψάκι σου νά καταλήξη νά γίνη Πόλντο όταν δή γιά πρώτη φορά, τήν φώτο πάνω σέ πείσματα άνορεξίας…

Μπορείς νά τήν βάλης σέ μεγάλο πορτραίτο σέ σημείο στό καπάκι τής είσόδου ώστε ο έπίδοξος κλέπτης πρώτο θέαμα νά δή καί νά μεταβολάρη.

Τόν δράκο τού Λόχ Νες γιά όριστική άποστρατεία λόγω μεγάλου άνταγωνισμού.

Έρπιδα άποκτηθείσα άπό κοινή τής όδού Σόλωνος.

Ποδαρίλα άπό θάλαμο νεοσυλλέκτων.

Τό μάτι τό κακό.

Τήν κίνηση στήν Μεσογείων πρωινό μποριάτικης Δευτέρας.

Τήν μαλακία στόν εγκέφαλο (;) των κομμουνιστών.

Τίς θερμίδες άπό τσίπς, σάμαλι, κώώώώώώκ.

Τήν παραμένουσα στύση, τήν άκρατον διάθεσιν νά «σκοράρουν» άπό κονιόρδους μπλογκούχους τινας.

Στό πολύ χάσιμο δικέ μου, έτσι;



ΤΙ ΤΗΝΙΚΑΔΕ ΑΦΙΞΑΙ, Ω ΚΡΙΤΩΝ;




Μή Ερυθριάζουσες Εκμυστηρεύσεις

Τις στιγμές αυτές, της απόλυτης ησυχίας αλλα και ηρεμιας, μέ ένα σβηστό πολύφωτο άπό πάνω καί την πατούσα μου νά τριβη την μοκέτα, τίς απολαμβάνω όσο μπορώ.

Είναι πλέον καιρός που τίς έχω αναγάγει σέ ένα περίεργο τυπικό διατήρησης της αλλαξοδρομησης μου.

Ξεκινά χωρίς νά τό καταλαβης. Σωρηδόν τα ερεθίσματα (τα οποία κατ’αρχην δέν είναι καί τόσο ερεθίσματα) εν συνεχεία ξεσκαρταριζονται καί κρατώ τα αξία αναφοράς καί προσοχής.

Κι έτσι, όπως προείπα, αφήνω αυτήν την κατάσταση ικανοποίησης νά μέ κυριευη, κάθε στιγμής τό μεδούλι της νά ρουφώ, νά πατώ εν ανάγκη καί ένα print screen γιά καλλίτερη αρχειοθέτησή της.

Μπροστά σ’αυτά, μέ συλλαμβάνω πολλακις, νά χάνω επαφή μέ τό περιβάλλον – η προσοχή μου αφοσιωμενη εκεί.

Γιατί όμως τίποτε δέν κρατά (όχι φυσικά γιά πάντα – που τέτοια τύχη;) αλλά έστω μέχρι ένα σημείο προ του απευκταίου κορεσμού;

Μέ κυριεύει ο φόβος. Φόβος ελέγχου. Τί κάνω, που πάω, τί κύπτω, τί μ’αρεσει, τί μέ ελκύει, τί μέ γοητεύει.

Χωρίς νά είμαι απολύτως βέβαιος, νοιώθω βαριά μιά σκιά νά σκοτεινιαζη περισσότερο την ατμόσφαιρα, νά κρέμεται πάνω μου μιά καλογυαλισμένη σπάθα κριτικής.

Γκρίνιας.

Ζήλειας.

Παθογένειας.

Φθόνου.

Ζηλοτυπίας.

Μουρμουρας.

Παραπόνου.

Μεμψιμοιρίας.

Γογγυσμού.

Καί τελικά όλα χαλάνε.

ΥΓ: Γι’ αυτό πλέον, προσπαθώ συβιλλικα νά πω κάτι… Έάν κρίνω εκ του αποτελέσματος, τό πετυχαίνω… Περνώ τό μήνυμα που θέλω – κυρίως όμως τό μήνυμα που πρέπει νά περαση…

(μιας καί δέν μπορώ ευθέως, νά τονίσω, νά επισημάνω, νά υπογραμμίσω, νά μεταφέρω, νά στείλω κάποια δικά μου, κάπου άνευ του προαναφερθέντος φόβου.)

Μέγιστα Επιτεύγματα

Τα σαββατιάτικα απογεύματα (κυρίως χειμερινά) μας εύρισκαν σέ σπίτια φίλων.

Μπορεί νά απέχουμε πολύ άπό τότες αλλά αι θυμίσεις είναι ισχυρές.

Μιά άπό αυτές περιέχει έναν εξοντωτικό διαγωνισμό αναφοράς επιτευγμάτων.

-Εγώ έχω κάνει «αυτό»…

-Ναιιιιι; Εγώ έχω κάνει «αυτό» plus 5.

-Τώρα που τό καλοσκέφτομαι, έχω κάνει «αυτό» plus 15.

-Κάτσε, Κάτσε… Ναί… Δέν τό θυμόμουν καλά… Δέν έχω κάνει «αυτό» αλλά «αφτο». Είναι τό καινούριο του μοντέλο ρε… Δέν είναι πλας αλλά μουλντιπλαιντ…

Θυμίζαμε τό ανέκδοτο μέ τους ψαράδες που καταλήγει: «αφού δέν κόβετε τίς μαλακίες, υπερωκεάνιο ήταν!»

Κάποια φορά, ποτέ δέν κατάλαβα γιατί, μας είχε πιάσει κρίση ειλικρινείας.

Ο Ν. (οστις πάντοτε τό γαμουσε τό θέμα δια τερατολογιών) είπε κάτι σεμνό, αληθές, μετριοπαθές.

- Η μάνα μου ξέρει νά λεη την αλφαβήτα ανάποδα. Μέ μιά εύλογη ταχύτητα εεεε;

Ακούγοντας τον, μου έκανε εντύπωση.

Έκτοτε σέ στιγμές μαλακίας, ανίας, σποροφαγιας προσπαθώ νά τό κάνω…

Ενδιαφέρον πράγμα τό αλφάβητο.

Περισσοτερον δε, η αλφαβητική σειρά.

Κι ακομη πιοτερο, πιοτεστερο δηλαδης, η καταστρατήγησις αυτής ένεκα κάποιων αξιολογημένων προτύπων.

blog stats