Πέμπτη, Δεκεμβρίου 25, 2014

xmas gift




Τὸ πιὸ ὡραῖο χριστουγεννιάτικο δῶρο ποὺ ἔλαβα ἐφέτος!

Εὐχαριστῶ kaltso!

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 17, 2014

ΠτΔ



Τρίτη, Δεκεμβρίου 16, 2014

ἀντὶ στὰρ

Εἶδον τὸ τῆζερ τοῦ ἑβδόμου ἐπεισοδίου τοῦ στὰρ γουὼρς ὅπερ τοῦ χρόνου νὰ ποῦμε καὶ χάρηκα κάργα διὸ ἀποεξαπανέκαθεν ἡ δύναμις μεθ’ ἡμῶν ἀλλὰ ὄχι τόσο κάργα τελικῶς ὅσο θὰ ἤπρεπεν διότι ἐκείνη ἡ μαλακία στὸ τέλος τοῦ ἕκτου ἐπεισοδίου ἤντουνα τόσο ξενερωτικὴ τί νὰ σὲ λέω γιατί ῥὲ μάστορα δηλαδὴς ἐν ἔτει τσίρκα 2004 πειράζεις μπλουρέϊ τὸ τέλος τοῦ 1983 κι ἀφοῦ τέλοσμπάντων σὲ πιάσαν καῦλες μπλάνκο καὶ τόσο βλασφημασεβῶς τὸ ἐγχειρίζεις γιατί παραμένει ὁ Ἄλεκ Γκίνες καὶ δὲν παρεισφρύει ὁ Γιούαν Μὰκ Γκρέγκορ ἀφ’ἧς ξαποστέλλεις τὸν τιτανανυπέρβλητο Σεμπάστιαν Σῶ γιὰ νὰ θέσῃς τὸν ἄχαρο ἀγγουρομυρωδιὰ Κρίστιαν δὲν ξέρω πῶς τὸν λένε ἀπαράδεκτον τὸ δίχως ἄλλο ἀσποῦμε καθ’ὅσον ἅπαντες οἱ σταργουωροφὰν εἴχομεν ὁργασμοειδῶς συγκεκλονισθεῖ ὅταν τὸ σάγκα τέλευε καὶ ὁ υἱὸς ἔκλαιγε ἐνώπιον τοῦ πατρός του κι δακρυϊστὶ ἔλεγεν μπαμπᾶ σὲ ἀνεγνώρισα ἐπισήμως πλέον καὶ θὰ σοῦ σώσω ξερωγωτὶ τάδε ἔφη ὁ Λοὺκ Σκάϋγουῶκερ ἀλλὰ εἰς μάτην διὸ ὁ μπαμπᾶς δὲν εἶχε πλέον ἄλλα κουράγια εἶχε κάνει ἄπειρες κουτσουκέλες κι ἐσκέφθη λυτρωτικῶς τὸν θάνατο καὶ σιλωαμικῶς καὶ τόσο συγκινητικῶς ζήτηξε ἀπὸ τὸν μονάκριβόν ὑιόν του νὰ τοῦ βγάλει τὴν μάσκα πὼ ῥὲ φίλε αὐτὴ ἡ μάσκα κι ἡ ἀνάσα ὦ ναὶ αὐτὴ ἡ ἀνάσα ἡ ψιλοσιναχωμένη μπασταρδεμένη μὲ ἀναπνοὴ οἷαν ὅταν ἔχωμε συφιλιαστεῖ κι ἄπειρα ἀνείπωτα νεῦρα μᾶς ἔχουσιν κυριεύσει ἀνάσα ὀλίγον κι ἀπὸ τὶς στιγμὲς ποὺ ἔχομε πρὸ τεσσάρων δευτερολέπτων χύσει κάποιο νυμφίδιον στὰ μάτια καὶ μιὰ στάλα ἀπὸ φρύδια καὶ ἐπανερχόμεθα στὶς πρότερες ἀναπνοὲς αὐτὴ ἡ ἀνάσα ποὺ λὲς μὰ πάτερ ἄμα τὴν βγάλω θὰ πεθάνεις δὲν μὲ νοιάζει παλληκάρι ἔλεγεν ὁ Ντὰρθ Βέηντερ ποὺ ἐντελῶς ἐκείνηνα τὴν στιγμὴν γινόταν πάλι Ἄνακιν Σκάϋγουῶκερ δὲν μὲ νοιάζει σὲ λέω θέλω νὰ σὲ ἰδῶ γιόκαμ πρὶν συμβεῖ τὸ ἀναπόφευκτον νὰ σὲ ἰδῶ μὲ τὰ μάτια μου κι οὐχὶ μ’αὐτὰ τὰ γυάλινα ὡσὰν τῆς μυίγας μὲ μυιγοχεσίματα μὲ ἔσχε τόσα ἔτη ὁ αὐτοκράτωρ γαμῶ τὸ χαρτί του γαμῶ τόσα γκαφρὰ παντελονιάζει ὁ σκιτζὴς καὶ ἐκείνη τὴν στιγμὴ βγαίνει ἡ μάσκα γαμάτη σκηνὴ γαμῶ γαμῶ γαμῶ γαμῶ καὶ ἀντικρύζομεν ἅπαξ τὸν περιβοδιαβόητον Ντὰρθ ὅστις γιὰ τρεῖς ταινίες εἶχε τὸ σῶμα τοῦ Νταίηβιντ Πρόους τὴν φωνὴ τοῦ Τζαίημς Ἒρλ Τζόουνς καὶ μόνον γιὰ δυὸ λεπτὰ μᾶς ἐνέσκυψε ὁ Σεμπάστιαν Σῶ ἀλλὰ τατοὺ γίνηκε ἡμῖν ἡ σκηνὴ ἐκείνη καίτοι δὲν ἦταν καὶ στὰ καλλίτερά του ἐμφανισιακῶς ἐννοάω κάτι ὅπερ ὡστόσο διορθώθη σένια στὸ τέλος ὅταν ἐμφανίζῃται φασμοειδῶς παρὰ τοῦ Γιόντα καὶ τοῦ Ὄμπι Οὐὰν Κενόμπι μὲ τὴν σεμνὴν κι ἀρχαίαν καὶ τετιμημένην ἀμφίεσιν τῶν Τζεντάϋ ἐνῷ χαιρετοῦν τὸν Λοὺκ ἐλαχίστως πρὸ τῆς πτώσεως τῆς αὐλαίας κι αὐτὴν τὴν σκηνὴ χάλασε ὁ Λούκας γαμῶ τὰ προγούλια του δὲν γαμιέσαι ὠρέ;
ἂς βάλω κι ἕνα τὸ μόνον σημεῖον στίξεως ἤπρεπε διαρρήδην ἐδῶ




Τρίτη, Δεκεμβρίου 09, 2014

Λόγῳ τῆς ἡμέρας

Στὰ νησιὰ Γκαλαπάγκος ὑπάρχει ἕνα πολὺ ἐνδιαφέρον ἔθιμο σχετικῶς μὲ τὸ πῶς εὔχονται σὲ ἑορτάζουσες. Τέλος πάντων, διάγομεν τὴν νηστείαν τῶν Χριστουγέννων καὶ δὲν δύναμαι νὰ προσθέσω ἔτι περισσότερα.

Ὅλο τοῦτο συνειρμικῶς, δὲν ξέρω πόθεν προέκυψεν, ἀλλὰ μόλις φυλλοβόλισα ἕνα χαρτὶ ἀπὸ τὸ μερολόγιον κι ἀντελήφθην ὅτι μία κόρη ἑορτάζει.

Καὶ ἐπειδὴς εἶμαι ζητιάνος τοῦ κοκοῦ, γιὰ ἕνα γλυκάκι, θὰ ἔκανα τὰ πάντα. Ἕνα φιλὶ θὰ ἔδινα, πολὺ εἰλικρινές, πολὺ ἀθῶο, δεδομένου τοῦ ὅτι δὲν θὰ δινόταν στὰ χείλη ἀλλὰ λίγα (ἕνα δύο) ἑκατοστά μακρύτερα αὐτῶν! Πόσο πονηρὸ πιὰ εἶναι ἕνα φιλὶ ποὺ δὲν δίνεται στὰ χείλη, ἔ;

Ναί! Ὄχι στὰ χείλη!

Οὐχί!

Λίγο παραπάνω ὅμως!

Παραπάνω τῶν χειλέων!

Ποῦ;

Ἂχ καὶ νὰ ηὐχόμην ἁσπασματοειδῶς στὴν Ἄννα, μὲ φιλιὰ ἀσταμάτητα ὄχι στὰ χείλη, ἀλλὰ στὴν κλειτορίδα της, κι αὐτὴ νὰ μοῦ τινάζῃ κουραμπιὲ (ἐκ τῶν τραταρευομένων γλυκῶν τῆς σήμερον ἔνεκα ἡ ἡμέρα) κι ἡ ζάχαρη ἄχνη νὰ προσγειοῦται (πλὴν τοῦ προσώπου μου) στὸ γιομάτο ὑγρασίαν καὶ ἔξαψιν ὄργανόν της μὲ ἐμένα σκυμμένο καὶ βουτηγμένο ἐκεῖ, γλυκασμένον λίαν, νὰ παλεύω ἑλληνορωμαϊκήν, ἡ γλῶσσα μου δηλαδὴ νὰ παλαίῃ ἑλληνορωμαϊκὴν καὶ ἐλευθέραν με τὸ γλωσσίδι της. Τοῦ γαλιδίου της τὸ γλωσσίδι (χρόνια πολλὰ) νὰ πιλάτευε ἡ (ὅ,τι ἐπιθυμεῖς) γλῶττα μου (καὶ τοῦ χρόνου) σὲ σαυρικούς, ἰγκουανικοὺς ῥυθμοὺς ὥσπου ἀπηυδυσμένη θὰ πέταγε μακρυὰ τὸν καραφλὸ πιὰ κουραμπιέ, θὰ ἔγερνε ἐλαφρῶς ἀνάσκελα, θὰ σφράγιζε τοὺς ὀφθαλμούς της σφικτὰ καὶ τραβῶντας μου δυνατὰ τὰ μαλλιὰ καὶ κλείνοντας ἀπότομα τὰ μέχρι τοῦδε ἀνοικτά της σκέλη στὸ κεφάλι* μου, νὰ φώναζε: μὴν σταματᾷς πρόστυχε μαλάκα, κι ἄλλο γάμα διὰ τῆς γλώττης σου τό μουνάκι μου, συνέχισον, πόσο τέλεια τὸ πᾷς βρωμιάρη πορνοβοσκέ, κι ἄλλο κι ἄλλο ἂχ ἂχ ἂχ πόσο γουστάρω ποὺ θὰ μὲ ἀποτελειώσῃς κιόλας σὲ λίγο διὰ τῆς ζηλευτῆς ψωλῆς σου, γιατί νὰ τὸ κρύψωμεν ἄλλως τε;

Εἶναι βασικόν, πάει καὶ τελείωσε. Τὸ φιλὶ δέον νὰ δίδῃται ὄοοοοοοοοοοχι σὲ χείλη ἀλλὰ σὲ ἀλλαχοῦ μέρη ἵνα μὴ πρὸς παρεξήγησιν! Βέβαια!  

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

* Τὸ ῥετιρὲ κεφάλι, καθ’ὅσον ἔκανα γλυφομούνι ἐὰν ἐνθυμῇσθε τὴν περιγραφήν- βάσει τῆς γεωγραφίας βεβαίως βεβαίως.



Δευτέρα, Δεκεμβρίου 01, 2014

goodbye my love

Δὲν ξέρω ποιός σκύλας γυιὸς μὲ εἶχε μουτζώσει καὶ εἶχα βρεθεῖ σ’ ἐκεῖνο τὸ μέγαρο ντεμεκισμοῦ· σὲ τραπέζι μὲ ῥακόμελα λέει καὶ κάμποσα ἄλλα τερψιλαρύγγια λέει, λίαν προτιμώμενα ἀπὸ καρακαταδῆθεν γκομενάκια. Καὶ ἤμανε ἀπέναντί της προσπαθώντας νὰ πνίξω τὰ ἀλλεπάλληλα χασμουρητὰ ποὺ μοῦ προκαλοῦσαν οἱ κατὰ ῥιπὰς δηθενιές της – εἰδικῶς ὅταν ἀρχίνησε νὰ μὲ λέει διάφορα περὶ κινηματόγραφου· μὰ δὲν τὴν εἶχα ῥωτήσει τίποτις ὁ δόλιος, τὁρκίζουμαι! Κι ἔλεγε γιὰ σκηνοθέτες ποὺ ποτὲς δὲν εἶχα ἀκούσει τὰ ὀνόματά των καὶ ποὺ ἂν μὲ ῥώταγες τί εἶναι πιχὶ γκοντὰρ θὰ σοι ἔλεγα γιὰ τὸ κάποιο μαγκιώρικο σύστημα ποὺ ἔχουν τὰ πεζὸ στὸν ντῆζελ κινητήρα. Εἶχα γιομίσει ἐνοχὲς διότι τῆς ἔβλεπα τὸ βλέμμα νὰ συνοφρυώνεται ἐνώπιον τῆς λουμπενιᾶς μου καὶ ἡ σκέψις της, τὸ δίχως ἄλλο, κατακλυόταν ἀπὸ στηλιτεύσεις ὅπως τί θέλω ἐγὼ ἐδῶ μ’αὐτὸν τὸν λοῦστρο! Μὰ πίσω ἔχει τὴν οὐρὰ ἡ ἀχλάδα! Ἐξόχως πεντηκοστιανῶς, εἶδον στὰ προσεχῶς, ἕνα κάτι τόσο ὑπέροχο, τόσο φωτεινό, τόσο θεσπέσιο διὰ τοῦ ὁποίου θὰ τῆς βουλώσω τὸ στόμα καὶ θὰ τῆς ἀλλάξω τὶς σκέψεις τόσο ῥηξικέλευθα! 

Ὁ ἠλίθιος κι ὁ πανηλίθιος νούμερο δύο, εἴκοσι χρόνια μετά! 


Ἄχ! 

Τέσσερις Δεκεμβρίου!



blog stats