Ανοίγει τό βλέμμα, λέμε!

Μά νά κράζη έτσι τίς αδελφές; Πωπώώώώώώωωωω! Διότι είναι γνωστόν τοίς πάσι ότ...
Ώπα! Μόλις είδα τήν θείτσα (διά τού τά πάνθ’ορά παραθύρου) στό κάμπριο νά μού κορνάρη! Γιούπ
Βαγγελακας - est. 2005
- ωστε πιστευες..οτι..αχχ...απλα..ηθελα ..να γραφω...τις ανησυχιες ..μου στα blog ε
- αχ..ναι..ναι ..ποσο ..μμμ ..μ'αρεσε να..σε ..διαβαζω..μμμ ...ναι ...ναιιιιι
- σ'αρεσε ε ..μικρο μου ..ατιμο εσυ!
- αχχχ ναι ..ησουν τοσο ..μμμ..αχχ..προκλητικος ..αναιδης ..ανετος...πιο δυνατα pls..
- πες ..πες μου ..σου αρεσαν τα κειμενα ..μου ..εεε
- ναι.. πολυ ...φαινοσουν τοσο δυνατος..και.αχχ ..συναμα ευαισθητος ...οργισμενοςμ'αναβες ..μικρο μου bloggy ..ποιο δυναταααα ...ναιιι
- πες μου..κι'αλλλα ..κι'αλλαααα ..με τρελαινειςςςς
- καλιεργημενος ..μορ..φωμενος ..μ'ενα λογο ..αχχ ναιι ..
- τι ..τι?
- μμμ ..δεν ειχα αδικο..ναιιι (πιο δυνατα pls) ..ολη αυτη η διαθεση σου..να..μμμ
- ναι ..ναι .. τι?
- να ...φανεις ..να κανεις ..φιγουρα..να..να..με αναβε ...ελαααα ...πιο δυνατααααα
Σημείωση:
Μά είμαι ζώον! Ξέχασα ο κτήνος ν'αναφέρω τήν πηγή μου.
Ο άρτ αττάκ νά'ούμ'!
Είναι δυνατόν και επίσημα να βγάζουμε τον εαυτό μας, στο κλαρί;
Να ζητάμε, χωρίς νά κοκκινίζουμε, κοκό;
Σέ ένα περιβάλλον ένθα έχουν αναρτηθή σημαίες γιά τό νυφοπάζαρο τής φύσης του, όπου ο καθείς δηλώνει ότι θέλει να φυστικώση;
Ίσως (τι ίσως δηλαδής, βέβαιον είναι) να πρόκειται γιά ένα μήνυμα. Ότι υπάρχει διάθεση παράδοσης, ότι λαμβάνονται με ιδιαίτερη χαρά και αδημονία, τά... φυστίκια.
Τό Βήμα σέ 20 τόμους προσέφερε τήν ιστορία τού ελληνικού έθνους τού Παπαρρηγοπούλου. Κάποιοι (δι’ επιστολών) έσπευσαν νά παρατηρήσουν ότι τό μονοτονικό πού επελέγη νά συντροφεύση μιάν αρχαΐζουσα καθαρεύουσα, δέν ήταν καί η καλλίτερη ζαριά.
Σέ μία τέτοια παρατήρηση, τά γνωστά ασπόνδυλα στάλθηκαν γιά νά πουλήσουν, μπίτ παρά, τόν νεωτερισμό τους.
Είναι πολύ ξεκάθαρα τά νοήματα καί οι προθέσεις πού κρύβονται στήν εξής περίοδο:
«Η γλώσσα οφείλει νά ακολουθη τήν φωνητική εξέλιξη, τότε τά πνεύματα καί οι περισπωμένες…»
Η πρόταση συνεχίζει στις γνωστές παρόλες τίς οποίες επικαλούνται πολλοί κούφιοι προοδόπληκτοι καί εδώ στά βλόγς.
Δημιουργείται μία απορία… Γιατί οι έν λόγω πανεπιστημονάρες, οι έχοντες άποψι περί πάσης νόσου καί πάσης μαλακίας τών αρχαίων, δέν χαλαρώνουν λίγο, δέν αποκτούν μία αίσθηση ανδρισμού (έστω συνδρομή τατσαρίσματος τών ορχέων τους) καί νά πουν ευθαρσώς ότι θά (συ)στρατευθούν μέ οιονδήποτε, θύτη στήν φωνητική εξέλιξη τής γλώσσης, ο οποίος θά καταργήση καί τόν μοναδικό τόνο πού υφίσταται τώρα, θά καταργήση τήν ιστορική ορθογραφία, θά καταργήση τό τωρινό αλφάβητο;
Κι έάν δέν μπορούν νά τό κάνουν αυτό, ας πουν ρε παιδί μου, έτσι στο χάσιμο…:
«Λόγω αυτής τής φωνητικής εξέλιξης τήν οποίαν επικαλούμαστε, δέν είναι εντελώς λογικό, νά γράφουμε καί χωρίς ορθογραφία; Τό ίδιο αντιλιπτο δέν ινε εάν γραψο «εκστρατεια» καί «εξστρατια»; Τό ιδιο! Άρα λοιπόν…»
Άρα, άς αποκτήσουν έναν μικρούλη σπόρο παρρησίας τά γνωστά μαλάκια κι άς αγωνισθούν άπό τώρα – σέ τέμπο πρωτοπορίας – γιά χορις καμια καθιστερισι, καταργισι τίς ιστορικις ορθογραφιας.
Μιάς καί η φωνητική εξέλιξη τής γλώσσας τό επιτάσσει!
Πείτε το ρέ παιδιά! Μήν ντρέπεστε! Πείτε το!
Έριξα μιά τζούρα ματιάς άπό τούς 81 καφέ καί 19% πρασίνου, οφθαλμούς μου στό Βήμα τού Σαββάτου.
Ένα γαλλικό κανάλι επέλεξε έναν άπό τήν Μαρτινίκα καταγόμενο, έναν μαύρο παναπεί, γιά παρουσιαστή στό κεντρικό δελτίο τών ειδήσεων.
Μέχρι εδώ καλά. Έάν τό άτομον είναι κομπλέ, έάν είναι δημοσιογράφος όσο τό δυνατόν λιγώτερο αλήτης καί ρουφιάνος (υπάρχουν άραγε δημοσιογράφοι μή αλήτες ρουφιάνοι; Ιδού η απορία!), έάν μέ περγαμηνές καί μή αστοιχείωτος, μέσα νά’ούμ. Δέν χωρά κανένα σχόλιο-παρατήρηση· δέν θά στεκόμουν καθόλου.
Εντύπωση όμως προκαλεί τό τέλος τού άρθρου.
Ο κατά τ’άλλα αντιδραστικός, φασίζων (καί πολλά αλλά τά οποία ένας χομοπροοντεύτικους λίαν ευκόλως δύναται προσπορίσει) Σαρκοζί ρίχνει τό γαμιδέστερον:
«… μέ παραινέσεις γιά θετικές «διακρίσεις» σύμφωνα μέ μιά πολύ προσφιλή του έκφραση.»
Μπλοκάρει τότε τό μέσα μας, κάποιο στοιχείο τού μέσα μας, αυτό πού πολύ καλλιτεχνικά μάς δημιουργούν τά τελευταία χρόνια οι εξουσιαστές μ’απώτερο σκοπό τήν παραβίαση τών φυσικών νόμων…
Δηλαδή ρε μαστόρια έάν κατάλαβα καλά, υφίστανται «θετικές διακρίσεις»;
Ειδικά λόγω χρώματος του πετσιού…; Λόγω χρώματος δέρματος, υπάρχουν σήμερα, εκφρασμένες άπό τον υπουργό εσωτερικών χωράς της ΕΕ, «θετικές» διακρίσεις; Λόγω χρώματος; Λόγω χρώματος; Λόγω χρώματος; Νομοθετημένες; Άτυπες; Πώς; Υφίστανται; Υπάρχει, γεννιέται ένα απαρτχάιντ· έστω σπερμοειδώς; (Τό «διακρίσεις» κάπως αλλιώς τό λέμε βεβαίως όταν μάς πιάνει μήνις. Τώρα ούτε ψήγμα σκέψης νά αναφερθη ώς είθισται).
Διακρίσεις υπέρ τίνος καί κατά ποιου; Πιο συγκεκριμένα, ποια τά κριτήρια επιλογής κάποιου κατόπιν «θετικων διακρισεων»; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Τό χρώμα του; Επειδή στήν Πραιτόρια κάποτε καί στο Μπρουκλιν επίσης καποτες, οι νέγροι, έμπαιναν στο περιθώριο πρέπει τώρα – ρεβανσιστικώ τώ τρόπω - νά αναδειχθούν στο Παρίσι; Γιατί ένας έγχρωμος μη αξιοκρατικά νά σπρωχθή; Όλη η φάση πρέπει νά κινηθη στις σφαίρες της συναλλαγής; Σέ γαμούσα τοτενες, Τώρα θά γαμησης έσύ;
Ποιος είναι υπεύθυνος, ποιος εφαρμόζει μιά τέτοια ξεκάθαρα ανήθικη πολιτική;
Κυρίως όμως γιατί προκρίνεται άπό επισήμους κρατικούς φορείς μιά τέτοια πολιτική…; Η πολιτική των «φιλικών» διακρίσεων. Καινούριο φρούτο; Καινούρια ποικιλία στήν φρουτιέρα τού απεχθούς πολυπολιτισμού; Πρέπει όμως νά τονισθή χωρίς δεύτερη σκέψη, καθυστέρηση ή κάποιο σκάλωμα ότι «θετική» διάκριση, έτσι όπως στό άρθρο μάς παρουσιάζεται, είναι ο πιο ξεδιάντροπος, αμοραλιστικός, απροκάλυπτα άδικος ρατσισμός.
Πέρα άπό τό έλλειμμα ηθικής, υφίσταται καί κάτι άλλο, εξίσου καλό… Τό ότι κάτι τέτοιο (ρατσισμός κατά τών μή εγχρώμων στήν προκειμένη περίπτωση), δέν ξεσηκώνει κανέναν χολερικό ΜΚΟ, καμιά καρκινοειδή οργάνωση «ΣΟΣ η κωλοτρυπιδα μας ρατσιστικώς πάλλεται», «μέτωπο λογικής Λεωνίδα Κύρκου κατά τού ρατσισμού». Κι όταν λέμε νά ξεσηκωθή δέν αναφερόμαστε σέ καταλήψεις τής Σταδίου καί τής Σόλωνος μέ πυρπολήσεις αυτοκινήτων καί καταστημάτων – εξάλλου κάτι τέτοιο θά χαλούσε τήν ντάγκλα άπό τό αναζωογονητικό, ακίνδυνο, ωσάν τά κέλλογκς κόρν φλέηκς, μή προκαλόν τίποτις φτού κακά, μαύρο. Μιά ανακοίνωση, έστω. Γιά τά μάτια τού κόσμου - έναν άγνωστο, φώς μου, παντρεύεσαι τήν Κυριακή!
Τό ίματζ αυτό (δημοσιευθέν στό Βήμα τής Παρασκευής 14 Μαρτίου) προσφέρει τεκμήριο αψεγάδιαστο, ακλόνητο, στέρεο, γεμίζει στό κατακαταφούλ φαρέτρα επιχειρημάτων, δημιουργεί αυτοπεποίθηση συναχωμένου σέ διαγωνισμό ροχάλας, κρατά σέ θαυμαστά ταιριαστή μάτιση ακροδαχτύλων τών δυό χειρών, εξακοντίζει καιόμενα βλέμματα πρός πάντα διακείμενο εχθρικώς. Ίματζ – τεκμήριον μπετοειδές γιά τό ότι ο νεποτισμός εχάθη οριστικώς στις 8 Δεκεμβρίου τού 1974.
Γιά τό ότι η εξουσία ΔΕΝ μεταβιβάζεται, πλέον, κληρονομικώς.
Γιά τό ότι επικεφαλής τίθεται ο άξιος καί ουχί ο υιός.
Γιά τό ότι η ιδέα τής βασιλευομένης δημοκρατίας αναχρονίζει στό φούλ.
Γιά τό ότι ο κυρίαρχος λαός μιά ζωή (καί δυο καί τρεις καί τέσσερις μέχρι τήν εξάγνιση, μέχρι τήν νιρβάνα, αναλόγως μεταφυσικών πεποιθήσεων) μαλάκας, μιά ζωή ηλίθιος, μάζα σιχαμερή, επιπέδου γιά τόν πούτσο, ελεεινός όχλος, μιά ζωή καλόπιστο θύμα. Τό χειρότερο όμως είναι ότι δέν μαθαίνει. Τό οκτωμυριάκις εξαμαρτείν ού λαού στοιχειωδώς ού μέ σύνδρομο down.
ΥΓ: Ενώ κατά τ’άλλα η ορθογραφία τών ξένων λέξεων έχει απλουστευθή, οι συντάκτες στήν προκειμένη περίπτωση, διατηρούν τό ύψιλον στό τοπωνύμιο καί μόνον, «Γλύξμπουργκ». Ειδικά απέναντι στόν τέως Κωνσταντίνο, οι 4εξουσιαστες (καί όχι μόνο) τηρούν ελληναράδικη έως ρατσιστική στάση. Στοιχείο σχιζοειδούς τό δίχως άλλο προσωπικότητος.
Κερνώ καφέ καί ξενάγηση, ροδαλώς ηκούσθη λεγοπροτείνων ο Μασταπιάνης ξεφλουδίζοντας ένα φυστίκι όπερ κάργα τόν τερψολαρύγγιασε, συνοδεία ανέρωτης βότκα τής οποίας η μάρκα θά αμηχανίαζε καί τόν Βοκκάκιον άμα λάχει…
Ξέρω, ξέρω δέν καταλαβαίνεις τίποτε αλλά δέν μέ νοιάζει.
Καφές, ξενάγηση ή καί τά τρία έάν θέλης… Μάτς! Μούτς! Πολλά! Endless σέ λέω!
Έβλεπα στό μόνιτορ κάτι περί κινηματόγραφου καί θυμήθηκα ότι δέν δύναμαι νά εύρω πουθενά τό The Killing τού Κιούμβρικ.. Γαμώ τό στανιό μου, κλάψ!
Πρέπει νά ήντουνα δύο εβδομάδες πρίν πού διάβαζα τό τής Κυριακάτικης Γελοιοτυπίας πολιτιστικόν (νά βάλω ένα : “my ash”?) ένθετον καί η συντάκτις μανταμίτσα αγνοούσε, προκλητικώς θά έλεγον, τόν έν λόγω έργοτα.. Έβαζε κάτι άλλα κουλά παντελείως άτινα αρνούμαι νά αναφέρω.. Τί νά πώ; Πού πάνε καί τίς βρίσκουνε νά’ούμ’;;;!
Δέν βρήκα, επενόησα, εφηύρα ούτε τζίνι, ούτε τόν υπερυπολογιστή, ούτε επιφωτίστηκα ώς 13ος... Συνεπώς, δέν βοηθήθηκα από αλλού γιά νά τό ατσιβάρω. Άσε πού ούτε θυμάμαι πώς πέτυχε. Ή μήπως απλώς έτυχε; Μάλλον έτυχε, ναί. Τέλος πάντων, (τό κούρασα!) ένα βράδυ προηγουμένου πρωινού άνευ έννοιας γιά έγερση, μέ συνάντησα νά έχω οριζοντιωμένα κορμικά δεδομένα σέ απόσταση μέ θήλυ εντελώς παρεξηγήσεως εάν κι αυτή δέν συναινούσε είς τήν όλην εικαστικήν πρότασιν τών ορέξεων τών ορμονών (μας).
Αγκομάχησα μέ ασθματικά παραληρήματα καθώς ακόνιζα τά εσώτερα τής σχισμής της μέ όχι μέ τά χέρια μου καί γρήγορα (ώς είθισται) τέλεψα.
Γύρισα καί έπεσα ανάσκελα σάν παραιτημένος κερατάς καί άρχισα νά πιάνω μιά χαύνωση, μιά άνοια, κάτι σάν κενό χωρίς όμως νά μπορώ κάν νά επισημαίνω αυτό τό κενό.
Χωρίς νά τό θέλω, αγνόησα τήν δίπλα μου, κάποια δάκτυλά (της) χαϊδεύοντα τίς τρίχες τού οσχέου μου μού τήν θύμισαν. Η προσήλωσίς μου όμως αφιερώθηκε στό τρίψιμο τών οφθαλμών μου, είχα νυστάξει τρομερά. Μέ επεσκέφθη εισέτι, οδυνηρά τό σύνδρομον τού νεκρού σπέρματος, τής τίνι τρόπω παιδοκτονίας καί έπεσα πάρα πολύ. Θά έλεγα ότι τήν λησμόνησα παντελώς, νυσταλέος ών κάργα. Όμως, αυτή η σέ ακύμαντα ύδατα βαρκάδα πρός τά πεδία τού Μορφέως διεκόπη απότομα από μιά βιαία κουπιά.
Ένοιωσα τούς όρχεις μου νά πιέζωνται τζενγκισχανικώς. Τό άουτς έστρεψε τό κεφάλι πρός αυτήν η οποία:
- Κοιμάσαι βρέ κτήνος; Ε; Γάιδαρε; Κοιμάσαι;
Όχι, όχι! Δέν κοιμόμην! (Έστω, ακόμη...) Χέστηκα, όμως! Ω ρέ πούστη μου, πακέτο, τσιμπούκι έγινα στήν γκόμενα, εσκέφθην οικτιρώντας με... Η ατζεντλεμενιά όμως στούς αδένες μου μέ έριξε σέ κάτι ατέλειωτες σπίντες... Καί τότε μέ ύφος ο γαμάω, εστράφην αυτή καί είπον μέ ύφος χιλίων καρδιναλίων, θράσος χιλίων πιθήκων καί σιγουριά χιλίων μπουκμέηκερς:
- Όχι αγαπούλα! Έχω μυωπία καύλα μου, καί απλούστατα, έχω φέρει τόσο κοντά τήν παλάμη στά μάτια μου όχι επειδή ξύνομαι/τρίβομαι αλλά γιά νά διαβάσω έναν μυστικό κώδικα... Δέν ξύνω μάτι, αλλά αποκωδικοποιώ κάτι...
Μέ πίστεψε; Χμ... Η έκφρασίς της δέν έδειχνε ευπιστία. Γι’αυτό έριξα τό ατράνταχτα γαμάτο επιχείρημα πού τήν έκανε νά μέ πιστέψη καί ικανοποιημένη νά σκύψη ανάμεσα στά πόδια μου καί νά μέ φιλήση γαλλιστί.Συγχρόνως μέ τήν αέναη κίνηση τού κεφαλιού της φιλώντας, ρουφώντας, γλύφοντας, δαγκώνοντας, κρύβοντας κι αποκαλύπτοντας τό διογκούμενον φοφίκο μου, ακουγόμην νά άδω, πείθοντάς την:
«Την ανεξήγητη γραφή νά λύσω πολεμώ πού μού χαράξαν πειρατές κινέζοι στίς παλάμες»...
Τό ελάχιστο πού μπορώ νά αφιερώσω έκ μέρους μου, ένα πόστ συμπαθείας γιά τόν νάμπερ ουάν βλόγερ, τόν mamάνθρωπο τών πεταμπάυτς, τόν γιουροβίζιον τών πόστς, τόν endless δεκάρικα γιά τά πάκμαν, τόν ανυπερθέτου αντοχής ενώπιον ενός ατάρι, τόν ραψωδό μιάς σέγκα, τόν τσαχπινελισσόμενο ωσάν ασύρματο μποντίκι, τόν Πίνδαρο τού 6128, τόν υψιπετή ιδιοκτήτη τού Απέραντο Γαλάζιο…
Τάχιστα πάλι εδώ, κοντά μας καί ονλάιν.
Νά’ούμ’!
Παραμερίζω ανατριχιαστικές (οι μόνες πλέον στήν κατάσταση μου) θυμίσεις καί απλώς μπουκάρω σπίτι. Τό φαγητό κρύο, καίτοι κάργα θερμιδοφόρο, προκρίνω ηλιόσπορο.
Ταγκούλ τουγκούλ πρός τό σαλόνι.
Εκεί άγνωστον πώς, μέ περιμένουν κάτι φίλοι.
Τρείς.
Ο ένας στόν τριθέσιο, ο δεύτερος στόν μονό καί ο τρίτος, κάτω.
Κυττάν ένα έπιπλο.
Τό σύνθετο είναι;
Όχι… Είναι η τηλεόραση. Βλέπουν κάτι. Παίρνω τήν θέση τού «κάτι», επισημαίνουν τήν είσοδό μου καί μέ καλωσορίζουν.
«Γειά».
Στήν ερώτησή μου, τί βλέπουν, άναρχα ξεκινούν καί οι τρεις νά απαντούν. Δέν ακούω τίποτε. Ή μάλλον όχι. Ακούω αλλά δέν μπορώ νά ξεχωρίσω τί λέν. Ζητώ χάρη.
«Ρε μουνιά, δέν μού πήρατε κάτι στήν γιορτή μου (γιορτή πού δέν τιμήθηκε) απαιτώ τώρα ένα υποκατάστατο.»
Συνεσταλμένα συμφωνούν.
Η χάρη:
«Μπορώ νά δω, δύναμαι νά επιλέξω εγώ τί θά δούμε απόψα;»
Κι αυτοί, σκεπτόμενοι ότι φθηνά τήν έβγαλαν καί φέτος, εκπέμπουν ένα «ΝΤΑ!»
Τσιμπώ τό τηλέλεγχο.
Σκέπτομαι λίγο. Καί πατώ τό ερυθρόν κομβίον ησυχάζοντας καί σκοτεινιάζοντας τόν χώρο.
Απορία, σέ πίεση ερώτημα(τα), μεγάλα questionmarks. (άπό τούς τρεις χαυνωμένους).
«Τί κανείς ρέ μαλάκα;» μέ μιά (ξεκαθάρη) φωνή.
Εγώ: «Τόση ώρα όλο καί κάτι βλέπατε. Έχω δικαίωμα κι εγώ επιλογής κάποιου προγράμματος; Ε; …… Ωραία. Επιλεγώ λοιπόν κλειστή συσκευή».
Πάντως, γιά νά είμαι ειλικρινής, κάπως έτσι μέ φανταζόμην αυτό τό βράδυ καί όχι μαζύ μέ αυτούς τούς (προαναφερθέντες) αεριτζήδες…