η πολιτικη φιλοσοφια του καραγατση στην «επαναστατικη» τριλογια του
Τό πλατύ ἔργο τοῦ Μ. Καραγάτση ἔχει πιά μελετηθεῖ ἀπό κάθε ἄποψη καί ἔχει ἀξιολογηθεῖ. Ἕνα σημεῖο, ὅμως, ποῦ δέν ἔχει ἀρκετά ἐρευνηθεῖ εἶναι οἱ πολιτικές τοῦ ἰδέες ποῦ ἐκφράζονται μέσα σ’αὐτό1. Τίς πολιτικές του ἰδέες διατυπώνει ὁ συγγραφέας σ’ὅλο τό ἔργο του, ἰδιαίτερα ὅμως, στήν ἐπαναστατική τριλογία του, «Ὁ Κοτζάμπασης τοῦ Καστρόπυργου» (1944), «Αἷμα χαμένο καί κερδισμένο» (1947) καί «Τά στερνά τοῦ Μίχαλου» (1949).
Ἀπό τούς συγγραφεῖς τῆς γενιᾶς τοῦ’30 ὁ Μ. Καραγάτσης εἶναι ἐκεῖνος ποῦ ἀσχολήθηκε συστηματικότερα μέ τήν ἑλληνική ἱστορία. Φαίνεται ὅτι εἶχε σκοπό νά γράψη ὁλοκληρωμένη ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ἔτσι γιά τήν ἀρχαία Ἑλλάδα ἔγραψε τήν «Ἱστορία τῶν Ἑλλήνων» (1952). Τό ἔργο αὐτό δέν παρουσιάζεται μέ τήν εὐθύνη τοῦ ἱστορικοῦ μελετητῆ, ἀλλά μέ τήν εὐαισθησία καί τήν πλαστικότητα τοῦ λογοτέχνη. Γιά τό Βυζάντιο ἀφιέρωσε τό πολυσέλιδο ἔργο τοῦ «Σέργιος καί Βάκχος» (1959). Ἐκεῖ μέ βαθεία κριτική διάθεση ὁ Μ. Καραγάτσης μελετᾷ τόν μεσαιωνικό ἑλληνισμό. Ὁ ὕπνος τῶν δύο ἡρώων – ἁγίων ἀποτελεῖ ἕνα ἐπιτυχημένο εὔρημα ποῦ ἐπιτρέπει στόν συγγραφέα νά ἐρευνήση τήν ἱστορική πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους μέ ἐξωκοσμικό βλέμμα. Μέ τήν νεότερη Ἑλλάδα ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση μέχρι τό 1844, ὁ Μ. Καραγάτσης ἀσχολεῖται στήν βασική του τριλογία πού ἀναφέραμε πιό πάνω. Κεντρικός ἥρωας σ’αὐτήν ὁ ἀπόλυτα καραγατσικός Μίχαλος Ῥούσης. Τό ἴδιο ὄνομα ἐμφανίζεται στά βιβλία του «Ὁ μέγας ὕπνος» καί «Ὁ κίτρινος φάκελλος» μέ τό μικρό ὄνομα Κωστής2.
Γιά νά ἀντιληφθοῦμε τίς πολιτικές ἰδέες πού ὁ Μ. Καραγάτσης ἐκφράζει στό ἔργο του πρέπει νά τόν τοποθετήσουμε πολιτικά. Ὁ πατέρας του, Γεώργιος Ῥοδόπουλος ἐξελέγη βουλευτής στήν Λάρισσα ἀπό τό 1899 ἕως τό 1928. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του Κωνσταντῖνος (Τάκης) Ῥοδόπουλος ἐξελέγη πολλές φορές ἀπό τό 1932 βουλευτής τοῦ Λαϊκοῦ Κόμματος, ἔπειτα τοῦ Ἑλληνικοῦ Συναγερμοῦ καί τέλος τῆς Ε.Ρ.Ε. καί διετέλεσε πολλές φορές ὑπουργός καί Πρόεδρος τῆς Βουλῆς. Ο Μ. Καραγάτσης διαφοροποιεῖ τήν θέση του ἀπό τήν παραδοσιακή Δεξιά καί ἀκολουθεῖ τό Κόμμα τῶν Προοδευτικῶν τοῦ Σπύρου Μαρκεζίνη. Ἡ ἰδεολογία τοῦ ἀρχηγοῦ του τόν γοητεύει γιατί προσαρμόζεται στήν δική του προσωπικότητα. Στόν Σπύρο Μαρκεζίνη θά ἀφιερώση τό βιβλίο του «Ὁ Κοτζάμπασης τοῦ Καστρόπυργου». Στά πλαίσια τοῦ Κόμματος τῶν προοδευτικῶν πολιτεύεται στήν Ἀθήνα τό 1956 καί τό 1958, γνώρισε ὅμως, ἀπόλυτη ἀποτυχία3.
Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση.
Στήν «ἐπαναστατική» τριλογία του ὁ Μ. Καραγάτσης ἐρευνᾷ τά αἴτια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 καί τούς παράγοντες πού συνετέλεσαν σ’ αὐτήν. Ἡ βασική ἀρχή του εἶναι ὅτι τήν Ἐπανάσταση ἔκανε μόνος του ὁ Λαός (Τά στερνά, σσ. 221, 266) ἐνῷ οἱ Κοτσαμπάσηδες δέν τήν ἤθελαν. Ο Μ. Ῥούσης ἀμφισβητεῖ τήν δυνατότητα νά γίνη ἡ Ἐπανάσταση (Ὁ Κοτζάμπασης σσ.15,21), ἐνῶ ὁ Μητροπολίτης Δωρόθεος τοῦ ἐξομολογεῖται: «- Τήν ἐπανάστασιν; Ἐμεῖς ἐκάναμε τήν Ἐπανάστασιν; - Ἀμ’ ποιός; Ἡ Ἅγια Λαύρα, ἡ λειτουργία, τό λάβαρο, ὁ λόγος τοῦ Γερμανοῦ. Ὅλος ὁ κόσμος τά ξέρει αὐτά. – Ὅλος ὁ κόσμος πιθανόν. Ἐμεῖς ὅμως ὄχι... Ἡ ἔκπληξη τοῦ Μίχαλου ζωγραφίστηκε στήν μορφή του. – Τί θέλεις νά πῆς; Δέν τήν κάνατε’σεῖς τήν Ἐπανάσταση; - Κολοκύθια μέ τήν ῥίγανιν, τέκνον μου». (Ὁ Κοτζάμπασης σ.131).
Καί προσθέτει ὁ Δωρόθεος: «Ἡ Ἐπανάστασις. Ὁ πολύς κόσμος πιστεύει ὅτι ἐμεῖς τήν ἐκηρύξαμε. Πρόκειται περί τεχνάσματος ποῦ ἐμηχανεύθημεν – τό ὁμολογῶ – διά νά ἐπανορθώσωμεν ἐκ τῶν ὑστέρων τά σφάλματα καί τάς ἀβλεψίας μας. Ἀλλά τί σχέσιν ἔχει ὁ θρύλος μέ τήν πραγματικότητα; Οὐδείς γνωρίζει ποῖος ἔδωσε τό ἐπαναστατικό σύνθημα. Ἴσως καί οὐδείς νά τό ἔδωσεν. Ἡ Ἐπανάστασις ἐξέσπασεν ἐντός του Λαοῦ τῶν Ἑλλήνων, ὡς ἔκρηξις Θεϊκῆς ὀργῆς κατά τῆς τυραννίας.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.232).
Ἡ θεωρία τοῦ Μ.Κ. ὑποστηρίζει ὅτι οἱ κοτζαμπάσηδες προσχώρησαν στήν Ἐπανάσταση ποῦ εἶχε κάνει ὁ λαός γιά νά ἐξασφαλίσουν τά προνόμιά τους. Ὁ Μητροπολίτης Δωρόθεος συνεχίζει τήν ἐξομολόγησή του: «Ὅτε μετ’ὀλίγας ἡμέρας ἀντελήφθημεν ὅτι ἐπλανήθημεν, ὅτι ἡ ἐκραγεῖσα Ἐπανάστασις εἶχε πολλᾶς ἐλπίδας ἐπιτυχίας, τότε παρουσιάσθημεν εἰς τό προσκήνιον καί προσπαθήσαμεν νά διορθώσωμεν ἐκ τῶν ὑστέρων τό σφάλμα μας, λαμβάνοντας ἀνά χείρας τά ἡνία τοῦ Ἀγῶνος.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.233).
Ἀλλοῦ ὁ Καραγάτσης τονίζει: «Οἱ κοτζαμπάσηδες ἤθελαν νά χειραγωγήσουν τήν Ἐπανάσταση – ποῦ τήν ἀποφάσισε καί τήν ἔκανε ὁ λαός – γιά νά διατηρήσουν, στό μελλοντικό ἀνεξάρτητο κράτος, τήν ἐξέχουσα κοινωνική καί πολιτική θέση ποῦ εἶχαν ἐπί τουρκοκρατίας. » (Τά στερνά, σ.221).
Καί παρακάτω ὁ Μίχαλος Ῥούσης διακηρύσσει: «Πρέπει νά ξέρετε πώς οἱ κοτζαμπάσηδες δέν πολυπεθυμοῦσαν τήν Ἐπανάσταση... Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά, συλλογίζονταν πώς ἴσως ἔχαναν, στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, τά πλούτη καί τήν δύναμη πού τούς ἔδωσε ὁ Τοῦρκος... Μά τήν ἐπανάσταση τήν ἔκανε ὁ λαός, δίχως νά μᾶς ρωτήση... Ἔτσι οἱ κοτζαμπάσηδες ἀποφάσισαν νά πάρουν τήν Ἐπανάσταση στά χέρια τους. Μέ σκοπό ἄν πετύχαινε, νά καρπωθοῦν τά ὠφελήματα τῆς ἀνεξάρτητης Ἑλλάδας. Ὁ λαός ὅμως δέν ἤθελε μόνο τήν λευτεριά του ἀπό τους Τούρκους, μά κι ἀπ’τούς κοτζαμπάσηδες. Ἔτσι γεννήθηκε ἡ διχόνοια, ποῦ παρά τρίχα νά ὁδηγήση τήν Ἐπανάσταση στήν ἀποτυχία. Τό μεγάλο φταίξιμο ἦταν τῶν κοτζαμπάσηδων, ποῦ δέν ἤθελαν νά ὑποταχθοῦν στή θέληση τοῦ λαοῦ. Καί προτιμοῦσαν νά ξαναπέσουν οἱ Ἕλληνες στήν σκλαβιά τοῦ Τούρκου παρά νά χάσουν αὐτοί τά πλούτη καί τήν δύναμή τους στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα. » (Τά στερνά, σ.266). Παρόμοιες σκέψεις ἐκφράζει ὁ Μ. Καραγάτσης καί σέ ἄλλα μέρη τῆς τριλογίας (Ὁ Κοτζάμπασης σσ.53, 218, 230, 231, Αἷμα, σ.58).
Σ’ὅλο τό ἔργο τοῦ Μ. Καραγάτση ἐκφράζεται ἡ ἔντονη καί θεμελιώδης ἀντίθεσή του μέ τούς κοτζαμπάσηδες, ποῦ τούς περιγράφει μέ τά μελανότερα χρώματα (Ὁ Κοτζάμπασης σ.17 ἔπ., 47) καί δέν διστάζει νά ξεστομίση τόν φοβερό λόγο: «Χίλιες φορές καλύτεροι οἱ Τοῦρκοι! Μουρμούρισε ὁ Μίχαλος. Χίλιες φορές.» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.48).
Καί ἀλλοῦ: «Αὐτοί εἶναι χειρότεροι ὀχτροί τοῦ Γένους κι ἀπ’τούς Τούρκους» (Ὁ Κοτζάμπασης σ.140), ἐνῶ στά βουνά τῆς ἐπαναστατημένης Πελοποννήσου ἀντήχησε ἡ φωνή: «(Ὁ Κοτζάμπασης, σ.140)»
Ἀντίθετα μέ τούς κοτζαμπάσηδες ὁ Μ. Κ. παίρνει θετική στάση ἀπέναντι στούς στρατιωτικούς, τούς ὁποίους ταυτίζει μέ τόν λαό (π.χ. Ὁ Κοτζάμπασης σ.60). Πολλές φορές ἀναφέρεται στόν ἐμφύλιο πόλεμο, ἰδιαίτερα ἀνάμεσα στούς κοτζαμπάσηδες καί τούς στρατιωτικούς, καί διατυπώνει ἐνδιαφέρουσες καί ὀρθές παρατηρήσεις γιά τούς ἐμφυλίους πολέμους σέ ἀντίθεση μέ τούς πολέμους ἐναντίον τῶν ξένων ἐχθρῶν. «Οἱ ἐθνικοί πόλεμοι, τυχεροί ἤ ἄτυχοι, λύνουν μέ ἕναν ὁποιοδήποτε τρόπο τίς διαφορές τῶν λαῶν, ποῦ ἐξακολουθοῦν νά τούς χωρίζουν ἔστω καί μετακινημένα σύνορα. Μά οἱ συνέπειες τῶν ἐμφυλίων σπαραγμῶν εἶναι βαθύτερες. Ἡ νικημένη φατρία εἶναι ὑποχρεωμένη νά ζήση κοντά στήν νηκήτρια· πρέπει, καταπίνοντας τήν πικρή χολή, νά ὑποτάξη τήν προσωπικότητά της στήν δυναμικότητα τῶν νικητῶν· χρωστάει νά συνεργαστῆ, ἔστω καί στανικῶς, στό ἐθνικό ἔργο ποῦ ἡ ἀνάγκη τῆς τό ἐπέβαλε, τήν ὥρα ποῦ ἡ ψυχή τῆς τό κρίνει γι’ἀντεθνικό.» (Ὁ Κοτζάμπασης, σ.175-6).
Μέ τίς σκέψεις αὐτές γιά τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση ὁ Μ.Κ δέχεται τήν μαρξιστική ἑρμηνεία της ποῦ στηρίζεται στόν ἱστορικό ὑλισμό. Ἔτσι υἱοθετεῖ τήν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐπανάσταση ἦταν ταξική καί ὅτι οἱ κοτζαμπάσηδες καί ἡ Ἐκκλησία τήν ἀπέκρουαν. Τά ἱστορικά, ὅμως, γεγονότα καί οἱ ἱστορικές πηγές ἀποδεικνύουν πληρέστατα ὅτι ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἦταν ἐθνική καί ἀπελευθερωτική καί ὄχι ταξική. Οἱ ἰδεολογικές ἀρχές τῆς ἦταν ἡ ἐλευθερία, ἡ πατρίδα καί ἡ θρησκεία4. Τό τρίπτυχο αὐτό τοῦ ἀγώνα ἀναβλύζει ἀβίαστα ἀπό ὅλα τά ἐπαναστατικά κείμενα, τίς ἐπίσημες διακηρύξεις καί τά ἔγγραφα τῶν ἀγωνιστών5. Ἄς δοῦμε μερικά ἀπό τά κείμενα αὐτά ποῦ ἐπιβεβαιώνουν τήν θέση αὐτή.
Ὁ Ἀθανάσιος Διάκος στήν ὁμιλία τοῦ πρίν ἀπό τήν μάχη τῆς Ἀλαμάνας στίς 23 Ἀπριλίου 1821 βροντοφώνησε: «Ἀδελφοί Ἕλληνες! Ἔπειτα ἀπό τετρακοσίων χρόνων σκληρᾶν σκλαβιάν, ὁ Θεός εὐσπλαγχνισθεῖς ἀπεφάσισε νά μᾶς δώση τήν ἐλευθερίαν... ἐπειδή διά τόν σταυρόν καί τήν ἐλευθερίαν ἀποθνήσκομεν6.
Νά πῶς ἐξηγεῖ τό ἄτρωτο τῶν ἀγωνιστῶν ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης: «ὅτι τότε οἱ Ἕλληνες ὁρκίστηκαν νά δουλέψουν διά θρησκεία καί πατρίδα καί δέν κόλλαγε μολύβι, οὔτε σπαθί»7.
Μέ τήν προτροπή «Μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος» ἀρχίζει τήν προκήρυξή του ὁ Ἄλ. Ὑψηλάντης ἀπό τό γενικό στρατόπεδο τοῦ Ἰασίου στίς 24-2-18218. Οἱ σουλιῶτες ὁπλαρχηγοί Μάρκος Μπότσαρης καί Κίτσος Τζαβέλας στήν προκήρυξή τους στό 28-6-1821 συνοψίζουν χαρακτηριστικά τους σκοπούς τοῦ ἀγώνα: «Αἵ σημαῖαι ἠμῶν φέρουσιν ἕνα σταυρό καί ἕνα στέφανον ἐκ δάφνης. Ἐλευθερία! Θρησκεία! Πατρίς! Ἰδού τό ἔμβλημα ἠμῶν»9.
Τό τρίπτυχο αὐτό ἐπαναλαμβάνεται στό προοίμιο τοῦ Συντάγματος τῆς Ἐπιδαύρου τῆς 1-1-1822 τῆς Ἅ΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως τῶν Ἑλλήνων, στήν διακήρυξη τῆς 15-1-1822 τῆς ἴδιας Συνελεύσεως καί στήν διακήρυξη τῆς Γ΄ Ἐθνοσυνελεύσεως τῆς 16-4-192610. Ἀπό τά κείμενα αὐτά ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ἐθνικοαπελευθερωτική Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἔχει τήν μοναδικότητά της στήν ἱστορία. Δέν μοιάζει μέ τήν Γαλλική Ἐπανάσταση, οὔτε μέ τίς ἄλλες ἐξεγέρσεις τοῦ 19ου αἰώνα. Σ’αὐτήν ἔλαβαν μέρος ὅλο τό Ἑλληνικό Ἔθνος, ὁ λαός, οἱ κοτζαμπάσηδες, ἡ Ἐκκλησία, οἱ ἀρματωλοί καί κλέφτες, οἱ καπεταναῖοι καί οἱ κοινότητες τοῦ ἐξωτερικοῦ. Μέ τήν ἐσφαλμένη αὐτή τοποθέτησή του, ὁ Μ.Κ., ποῦ ἀνῆκε στήν Δεξιά καί εἶχε ἐθνικές θέσεις, ἀποδεικνύεται ἀντιφατικός στήν κοσμοθεωρία καί τήν πολιτική φιλοσοφία του.
Ἡ πίστη στήν Μοναρχία.
Μετά τήν ἀπελευθέρωση καί τήν ἀνεξαρτησία τῆς χώρας ἐπεκράτησαν οἱ κοτζαμπάσηδες στήν πολιτική ζωή διαπιστώνει ὁ Μ.Κ.. Καί αὐτόματα γεννᾶται τό ἐρώτημα: Ποιός θά σώση τόν τόπο ἀπό αὐτούς; Φυσικό θά ἦταν νά ἀπαντήση ὁ συγγραφέας ὅτι ἀπό τό κακό αὐτό θά μᾶς ἀπαλλάξη ὁ ἴδιος ὁ Λαός ποῦ ἔκανε τήν Ἐπανάσταση. Ὅμως, ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀπροσδόκητη γιά τήν προηγούμενη θέση του: ὁ Βασιλέας. Ο Μ. Καραγάτσης ἦταν ὀπαδός τῆς Βασιλείας καί μάλιστα μοναρχικός. Τό τρίτο βιβλίο τῆς τριλογίας τοῦ εἶναι ἀφιερωμένο στόν Π. Πιπινέλη, διπλωμάτη, ὑπουργό, πρωθυπουργό μετά τήν διαφωνία Κ. Καραμανλή - Βασιλέως Παύλου (18 Ἰουνίου 1963 - 28 Σεπτεμβρίου 1963) καί ἀπολογητή τοῦ βασιλικοῦ θεσμοῦ11. Ἡ πίστη τοῦ Μ.Κ ὅτι ὁ Βασιλέας θά σώση τόν τόπο ἀπό τούς κοτζαμπάσηδες - πολιτικούς, ἐκφράζεται σέ πολλά σημεῖα τοῦ ἔργου του: «Τά συμφεροντάκιά μας! Τίς φιλοδοξίες μας! Γι'αὐτό πᾶμε κατά διαβόλου... Γιατί δέν ἀφήνουν τόν Βασιλιά νά δουλέψη μέ τήν ἡσυχία του; Τόν μοναδικό ἄνθρωπο στήν Ἑλλάδα ποῦ δέν ἔχει συμφέροντα καί φιλοδοξίες. Ποῦ φροντίζει τίμια καί δίκαια γιά τό συμφέρον ὅλων τῶν Ἑλλήνων... Τά ἴδια μέ τόν Ὄθωνα, ὅπως μέ τόν Καποδίστρια. Ὁ κυβερνήτης ποῦ κοιτάει τό καλό ὅλου του κόσμου, ζημιώνει τά συμφέροντα τῶν δυνατῶν. Τῶν αἰώνιων κοτζαμπάσηδων, ποῦ θέλουν νά διατηρήσουν στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, τήν παλιάν οἰκονομική καί πολιτική ὀλιγαρχία του. Σκλάβος του νά εἶναι πάντα ὁ ῥωμηός, εἴτε ῥαγιάς τοῦ ὀθωμανοῦ λέγεται, εἴτε πολίτης τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας.» (Τά στερνά, σ.13-14)
Καί παρακάτω: «Ὁ ἄλλος ὅμως κόσμος – ὁ ἀγρότης, ὁ ἐργάτης, ὁ μαγαζάτορας – δέν ξεγελιέται ἀπό τά τερτίπια τῶν συμφεροντολόγων. Ξέρει πῶς ἡ κυβέρνηση τοῦ Ὄθωνα δέν εἶναι μεγαλοφυής.... Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά, ὁ Ὄθωνας εἶναι χαρακτήρας τίμιος καί δίκαιος, ψυχή καλοπροαίρετη. Δέν ξεχωρίζει μέσα στό λαό, τάξεις καί πρόσωπα. Ἀλλά τόν βλέπει σάν ἕνα λογικό σύνολο, ποῦ ἡ κυβέρνηση πρέπει νά τό κρατάη σέ ἰσορροπία μέ διοίκηση χρηστή, ἱκανή, ἀπερίσπαστη ἀπό κομματικούς ὑπολογισμούς καί προσωπικά συμφέροντα.» (Τά στερνά, σ. 20-21)
Καί ἀλλοῦ: «Ἐνῶ οἱ “ἀπολυταρχικές” κυβερνήσεις τοῦ Καποδίστρια καί τοῦ Ὄθωνα, φρόντισαν γιά τήν ἐπιβολή ἑνός “κράτους δικαίου” ποῦ ἐξασφάλιζε τήν ἀτομική καί οἰκονομικήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου. Δηλαδή τήν δημιουργία ἑνός “ἀστικού” κράτους, πού, τόν καιρό ἐκεῖνο, ἦταν τό τελειότερο δεῖγμα κοινωνικῆς ἐξελίξεως.» (Τά στερνά, σ. 222)
Ο Μ. Ῥούσης ἐξάλλου διακηρύσσει στήν Α΄ Ἐθνική Συνέλευση ὡς βουλευτής: «Τό σέβας μου πρός τόν βασιλικόν θεσμόν εἶναι πασίγνωστον. Ἡ ἐκτίμησίς μου διά τό πρόσωπον τοῦ βασιλέως, μεγίστη... Τό ἠθικόν ἀνάστημα τοῦ Ὄθωνος εἶναι ἀπαράμιλλον!... Καθῆκον δέ ἁπάντων ἠμῶν εἶναι νά συσπειρωθῶμεν περί τόν εὐγενέστατον βασιλέα μας... ἴνα περισώσωμεν ὅ,τι δυνατόν ἀπό τήν εὐτυχίαν τῆς Ἑλλάδος. Ἀρκεῖ νά ἀντιληφθῶμεν πόσον ταπεινοί εἴμεθα ἐμεῖς, οἱ ταπεινώσαντες Αὐτόν. Καί πόσον Αὐτός, ὑπέροχος ἐν τή ἁγνή ἑλληνική ψυχή του.» (Τά στερνά, σ. 235)
Ἡ πίστη, λοιπόν, τοῦ Μ. Καραγάτση στόν Βασιλικό θεσμό ἦταν ἀπεριόριστη. Ἐπίστευε ὅτι ἡ ἀπόλυτη Μοναρχία ἦταν τό καλύτερο πολίτευμα γιά τήν περίοδο ἐκείνη, ὄχι ὅμως καί ἡ ἀπολυταρχία. (Τά στερνά, σσ. 204, 211). Γι’αὐτό καί ἐπαίνεσε τήν προσπάθεια γιά μεταρρύθμιση τοῦ πολιτεύματος τοῦ Ἄλ. Μαυροκορδάτου τό 1840. (Τά στερνά, σ. 235).
Ἡ ἀντίθεση στό σύνταγμα τοῦ 1844.
Ἀφοῦ ὁ Μ. Καραγάτσης ἦταν ὀπαδός τῆς ἀπόλυτης μοναρχίας ἐξέφραζε τήν ἀντίθεσή του στό Σύνταγμα τοῦ 1844. Μέ μελανά χρώματα περιγράφει τήν ἐπανάσταση τῆς 3ης Σεπτέμβριου 1843 μέ πρωταγωνιστές τόν Ι. Μακρυγιάννη καί τόν Δ. Καλλέργη12. Σέ μιά δραματική συνομιλία Μ. Ῥούση καί Ὄθωνα πρίν ἀπό τήν 3η Σεπτέμβριου 1843 ὁ Μίχαλος διαβεβαιώνει τόν Βασιλέα: «Ὁ λαός δέν θέλει Σύνταγμα, εἶπε στόν Ὄθωνα, δέν ξέρει τί πάει νά πῆ Σύνταγμα. Οὔτε ὑποψιάζεται πώς πίσω ἀπό τό Σύνταγμα κρύβονται τά συμφέροντα τῶν Κοτζαμπάσηδων. Ἄν τό καταλάβη θά σηκωθῆ νά τούς ξεπαστρέψη. Τόσο πολύ ἔχει καεῖ ἀπό δαύτους... – Νά διαφωτίσετε τόν κόσμο. Νά τοῦ ἀποδείξετε πῶς τό Σύνταγμα εἶναι κόλπο τῶν κοτζαμπάσηδων καί τῶν φαναριωτῶν, νά τοῦ καθήσουν στό σβέρκο... Κι αὐτό ποῦ εἶπα προηγουμένως, δηλαδή νά διαφωτίσετε τόν λαό γιά τίς περί Συντάγματος δολοπλοκίες τῶν Κοτζαμπάσηδων, δέν εἶναι γιά νά μήν ξεγελαστῆ ὁ λαός καί τούς ἀκολουθήσει... –Αλλά τότε, ντιατί; –Γιά νά ἐξοργισθῆ καί νά τούς σφάξη! Ἔτσι μόνον, ἡ Ἑλλάδα θά γλυτώση ἀπό τήν λέπρα τους!» (Τά στερνά, σσ. 27-28). Στό σημεῖο αὐτό ὁ Μ. Καραγάτσης ἐκφράζει ὅλο τό μίσος του κατά τῶν κοτζαμπάσηδων.
Ο Μ. Καραγάτσης περιγράφει μέ λεπτομέρειες τά γεγονότα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843, τονίζει τόν πρωτεύοντα ρόλο πού διαδραμάτισε τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας στήν πολιτειακή αὐτή μεταβολή13 καί ὑπογραμμίζει τήν δική του θέση σ’αὐτά. (Τά στερνά, σ. 203 ἔπ.). Ἡ περιγραφή εἶναι εἰρωνική καί ἀπομυθοποιεῖ τά γεγονότα, ἰδιαίτερα, ὅταν ἀναφέρεται στήν ἀποχή τῆς λαϊκῆς συμμετοχῆς καί στούς κατάδικους τῶν φυλακῶν καί τούς ἀλῆτες ποῦ ἀποτέλεσαν τήν ἀντιπροσωπεία τοῦ λαοῦ ποῦ ἀπαιτοῦσε Σύνταγμα. (Τά στερνά, σ. 207). Ἐρευνᾷ τίς αἰτίες τῆς ἐπανάστασης καί τήν θέση τῶν μεγάλων δυνάμεων. Στήν ἀγόρευσή του στήν Α’ Ἐθνική Συνέλευση ὁ Μίχαλος Ῥούσης ἐξαπολύει τούς μύδρους του κατά τῆς μεταβολῆς τῆς 3ης Σεπτεμβρίου λέγοντας: «Αἱ σφαῖραι ποῦ ἐρρίψατε, τήν νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου, ἐκ τῆς οἰκίας τοῦ στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, δέν ἐφόνευσαν μόνον τόν ἀτυχῆ ἐκεῖνον ἐνωμοτάρχην, ἀλλά καί τάς ἐλευθερίας τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ.» (Τά στερνά, σ. 233 ἔπ.).
Ὁ κύριος ἐκπρόσωπος τῶν κοτζαμπάσηδων ὁ Πέτρος Μοθωνίτης, σέ μιά ἐκ βαθέων ἐξομολόγηση στόν Μίχαλο Ῥούση, διακηρύσσει, λίγο πρίν αὐτοκτονήσει, σ’ ἐρώτηση γιατί ἔκανε τήν 3η Σεπτεμβρίου: «- Γιατ’ ἤμουν βλάκας! Ἰδεολόγος βλάκας! Γι’ αὐτό! – Αὐτό εἶναι τό μεγάλο κρίμα ποῦ βαραίνει τήν ψυχή μου, Μιχαλε! εἶπε. Ὅταν βλέπω πώς φέραμε σέ κίντυνο τήν πατρίδα, μοῦ ’ρχεται νά σκοτωθῶ ἀπ’τό κακό μου! Νά κυβερνάῃ τήν Ἑλλάδα σήμερον ὁ γιός τῆς πουτάνας! Ποτέ δέν ἔλπιζα, ὑστερ’ ἀπό τήν ἐπιτυχία τῆς 3ης Σεπτεμβρίου καί τήν εἰλικρίνεια τῶν σκοπῶν μας, πώς θά’παιρναν τέτοιο δρόμο τά πράγματα. Παντοῦ φαυλοκρατία, συναλλαγή, φατριασμός, διαφθορά συνειδήσεων, κατάχρηση…» (Τά στερνά, σ. 262).
Μετά ἀπό τήν εἰλικρινῆ αὐτή ἐξομολόγηση ὁ ἐνσαρκωτής τοῦ κοτζαμπασικοῦ πνεύματος αὐτοκτόνησε. Γιά τόν Μ. Καραγάτση, λοιπόν, ἡ 3η Σεπτεμβρίου καί τό Σύνταγμα τοῦ 1844 ἦταν ἡ καταστροφή τῆς Ἑλλάδας καί ἡ ἐπικράτηση τῆς κοτζαμπασικῆς ὀλιγαρχίας.
Ὁ Ἀντικοινοβουλευτισμός.
Ἐφ’ὅσον ὁ Μ. Καραγάτσης ἦταν ὑπέρ τῆς Μοναρχίας καί τοῦ Βασιλέως, εἶχε κηρυχθεῖ κατά τῆς δημοκρατίας πού θεωροῦσε ὡς ἐπινόηση τῶν κοτζαμπάσηδων γιά νά στεριώσουν τήν ἐξουσία τούς (Τά στερνά, σ. 14). Οἱ ἀντιδημοκρατικές ἰδέες του τόν ὁδήγησαν σέ ἕνα ἔντονο ἀντικοινοβουλευτισμό καί ἀπύθμενο μίσος κατά τῶν πολιτικῶν. Τό βιβλίο τοῦ «Αἷμα χαμένο καί κερδισμένο» ἀφιέρωσε «σ’ ἐκείνους τούς Ἕλληνες ποῦ δέν ψήφισαν ποτέ», ποῦ δέν εἶχαν δηλαδή καμιά συμμετοχή στήν κοινοβουλευτική ζωή τοῦ τόπου. Περιγράφοντας τίς ἀντιδράσεις κατά τοῦ Ὀθωνα ἀναφέρεται στούς δημοκρατικούς καί κοινοβουλευτικούς: «Τρίτοι ἔρχονται οἱ ψευτομορφωμένοι, οἱ ἀνίκανοι νά σταδιοδρομήσουν ἐπαγγελματικά μέ τήν ἀξία τους. Καί λαχταροῦν τήν νεκρανάσταση τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, ποῦ θά τούς δώση ψωμί διά μέσου τῶν κομμάτων. Τέλος, εἶναι οἱ ἰδεολόγοι τῆς δημοκρατίας. Ἄνθρωποι καλοπροαίρετοι μά ἀλαφρόμυαλοι πού δέν καταλαβαίνουν πώς ὁ ἑλληνικός λαός δέν εἶναι ἀκόμα ὥριμος ν’ αὐτοκυβερνηθῆ.» (Τά στερνά, σ. 20).
Ὅμοιες ἰδέες γιά τήν δημοκρατία ἐκφράζει καί στόν «Κίτρινο Φάκελλο» (Ἅ΄ 79). Ἐπιμένοντας στήν κατάκριση τῶν πολιτικῶν, ὁ Μ.Κ. ἐκφράζει τήν περιφρόνησή του γι’αὐτούς: «Τί εἶναι αὐτοί; (οἱ πολιτικοί) εἶπε ὁ Χρῆστος μέ περιφρόνηση. Ἐμεῖς πασκίζουμε νά κάνουμε τήν Ἑλλάδα μέ τό Αἷμα μας. Κι ἐκεῖνοι νά τήν γκρεμίσουν μέ τό σάλιο τους.» (Αἷμα. σ.224).
Καί ἀλλοῦ: «Νά! Πού θά λατρέψω ἐγώ τά χτήματά μου! Γιά νά τά βροῦν ἕτοιμα οἱ λωποδυταρέοι πολιτικάντηδες. Σκατά !» (Αἷμα. σ.59).
Σέ πολλές σελίδες ὁ Μ. Κ. περιγράφει τήν ἠθική ἐξαχρείωση τῆς πολιτικῆς ζωῆς πού εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπικράτησης τῶν πολιτικῶν – κοτζαμπάσηδων (Τά στερνά, σσ. 260-1, 267-269). Τήν ἐπιβολή τοῦ συντάγματος τοῦ 1844 θεωροῦσε μεγάλο ἔγκλημα τῶν κοτζαμπάσηδων ὁ Καραγάτσης, ὥστε νά τολμήση νά πῆ: «Κι ὁ Πέτρος Μοθωνίτης ἤξερε πώς ἦταν μητροκτόνος. Ἐπειδή τήν νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843 σκότωσε τήν μάνα τοῦ τήν Ἑλλάδα. Καί τήν μάνα τῆς μάνας του: τήν λευτεριά τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ.» (Τά στερνά, σ. 269).
Τόν κοινοβουλευτισμό θεωροῦσε ὡς Γολγοθά τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ (Τά στερνά, σ. 219). Περιγράφει τήν ὀχλοκρατική λειτουργία τῆς Α΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς βίας (Τά στερνά, σ. 227-8). Τό μεγαλύτερο κατηγορῶ τοῦ Καραγάτση κατά τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ περιέχεται στήν δραματική ἀντιπαράθεση Μακρυγιάννη – Ῥούση, ὅπου ὁ τελευταῖος κατηγορώντας τόν πρῶτο γιά τήν συμμαχία του μέ τούς κοτζαμπάσηδες καί τήν ἐπιβολή τοῦ Συντάγματος, πρόφερε τά τρομερά αὐτά λόγια: «Οὔτε εἶχα τό θράσος νά ξεφτελίζω τήν τίμια στολή τοῦ Ἀγωνιστῆ μέσα σ’αὐτό τό μπορντέλο, ὅπου τρακόσιοι μασκαράδες γαμοῦν τίς πολιτικές ἐλευθερίες τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.» (Τά στερνά, σ.225). Ὅμοιες σκέψεις περιέχονται καί στόν «Κίτρινο Φάκελλο» (Ἅ΄, 57). Αὐτή εἶναι ἡ γνώμη τοῦ Μ.Κ γιά τούς ἀντιπροσώπους τοῦ λαοῦ καί τόν ναό τῆς δημοκρατίας
Τελικές Σκέψεις
Θαυμαστῆς της δύναμης καί ὀπαδός τῆς ἀδογμάτιστης προσαρμογῆς, ὁ Μ.Κ ἐρευνᾷ μέ πολιτισμό ρεαλισμό καί δεινή διαλεκτική τήν ἱστορία καί τά πολιτικά φαινόμενα. Ἐκφράζει μέ θάρρος τίς ἰδέες του, ἄν καί ξέρει ὅτι θά προξενήσουν ἀντιδράσεις. Στήν ἑρμηνεία τῆς ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821 δέχεται μαρξιστικές θέσεις καί ἐκφράζει τήν πλήρη ἀντίθεσή του πρός τούς κοτζαμπάσηδες. Διαφοροποιεῖ τόν λαό ἀπό τήν ὀλιγαρχία τῶν κοτζαμπάσηδων καί θεωρεῖ ὅτι οἱ στρατιωτικοί ἐκφράζουν τό λαϊκό ρεῦμα. Ὀπαδός τῆς Μοναρχίας, ὁ Μ.Κ διατυπώνει τήν θέση ὅτι τόν λαό θά σώσει ἀπό τους κοτζαμπάσηδες – πολιτικούς ὁ Βασιλέας. Ἔτσι στήν διαλεκτική σχέση τῶν πολιτικῶν δυνάμεων τῆς ἐποχῆς τοποθετεῖ τόν λαό καί τόν Βασιλέα ἀπό τό ἕνα μέρος καί τούς κοτζαμπάσηδες – πολιτικούς ἀπό τό ἄλλο. Ἀγνοεῖ, ὅμως, τήν ἀνερχόμενη τότε ἀστική τάξη ποῦ διαφοροποιεῖται ἀπό τήν ὀλιγαρχία τῶν κοτζαμπάσηδων καί διαδραματίζει σπουδαῖο ρόλο στήν διαμόρφωση τῆς πολιτικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς. Ἔτσι καταλήγει σέ ἀντιδημοκρατικές καί ἀντικοινοβουλευτικές θέσεις καί θεωρεῖ τήν 3η Σεπτεμβρίου 1843 καί τό Σύνταγμα τοῦ 1844 ὡς ἔγκλημα κατά τῆς πατρίδας πού ὁδηγεῖ στήν καταστροφή της.
Ἄν καί στήν παρουσίαση τῶν ἱστορικῶν γεγονότων πλησίασε σέ πολλά σημεῖα τήν ἱστορική πραγματικότητα, τά συμπεράσματά του εἶναι ἄκριτα, ὑπερβολικά καί ἐσφαλμένα. Δέν ἀντέχει π.χ. στήν λογική βάσανο ἡ θέση ὅτι ἡ 3η Σεπτεμβρίου 1843 σκότωσε τήν Ἑλλάδα καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἡ πολιτική φιλοσοφία τοῦ Μ.Κ, ἐπηρεασμένη ἀπό ὁρισμένες ἀκραῖες θέσεις του, εἶναι μονομερής καί ἀντιφατική, μέ ἀποτέλεσμα νά παρασύρει καί τίς ἰδέες ἐκεῖνες ποῦ ἦταν ὀρθές. Ἡ δυναμική καί ἰδιόρρυθμη προσωπικότητα τοῦ Καραγάτση ἐκδηλώθηκε καί στίς πολιτικές τοῦ ἰδέες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ἡ μόνη μελέτη γιά τίς πολιτικές ἰδέες τοῦ Μ.Κ ποῦ γνωρίζω εἶναι τό ἀξιόλογο ἄρθρο τοῦ Π.Φωτέα, «Ὁ πολιτικός Καραγάτσης καί ἡ πανανθρώπινη παλίρροια». Στό ἔργο «Ἐπανεκτίμηση τοῦ Μ. Καραγάτση», Τετράδια «Εὐθύνης», σσ.14, 96 ἔπ.
2. Ἐξήγηση γιά τήν χρησιμοποίηση τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ δίνει ὁ Π. Φωτέας, ο.π., σ.100-101.
3. Π. Φωτέα, ο.π., σ.102-3
4. Νικολάου Ἀντωνοπούλου, Τό ἰδεολογικό περιεχόμενο τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, «Ἑλληνικός Ἀστήρ», 1988, σ. 249 ἔπ.
5. Βλ. συλλογή τῶν κειμένων αὐτῶν Ἠλ. Οἰκονόμου, Κείμενα πίστεως καί ἐλευθερίας, 1985.
6.Χριστοφόρου Περραιβοῦ, Ἀπομνημονεύματα πολεμικά, στά Ἀπομνημονεύματα Ἀγωνιστῶν τοῦ’21, 1955, τ.2,σ.53-4
7. Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, τόμος Α΄ , ἔκδ. Β΄, σ.125.
8. Ἠλία Οἰκονόμου, , ο.π., σ.59
9. Ἠλία Οἰκονόμου, , ο.π., σ.79
10. Ἠλία Κυριακοπούλου, Τά Συντάγματα τῆς Ἑλλάδος, 1960, σ.33, Νικολάου Ἀντωνοπούλου, Τό ἰδεολογικό περιεχόμενο, ὅ.π. σ.251 ἔπ.
11. Βλ. π.χ. Π.Πιπινέλη, Τό Στέμμα εἷς τό πλαίσιον τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν, Ἀθῆναι, 1960, Τοῦ Αὐτοῦ, Ἡ Μοναρχία ἕν Ἑλλάδι, Ἀθῆναι, 1932.
12. Τήν προπαρασκευή τῆς 3ης Σεπτεμβρίου περιγράφει χαρακτηριστικά ὁ Ι. Μακρυγιάννης, Ἀπομνημονεύματα,, Β΄, 1907, σ.362 ἔπ., ὅπου ἀναλύει τό περίφημο ὄνειρό του μέ τό ὄρνιο ποῦ ἀποτέλεσε τήν ἀφελῆ σύλληψιν τῆς ἰδέας τοῦ Συντάγματος καί τῆς συνταγματικῆς – περιορισμένης μοναρχίας.
13. Γιά τόν ρόλο του βλ. τήν βασική μελέτη Μ. Στασινοπούλου, Ὁ ρόλος τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας κατά τήν ἐπαναστατική νύκτα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 1843 στά «»Σύμμεικτα εἷς μνήμην Ἀλεξάνδρου Σβώλου», 1961, σ. 399 ἔπ.
Ἀπό τήν Νέα Ἑστία, τεῦχος 1536.