Ιδού:
Ποιός θά μπορούσε νά μείνη μέσα μέ ένα τέτοιο σούπερ ούλτρα ηλιοφανές σ/κ; Κανείς! Ούτε κι εγώ τό λεπόν! Άφησα τό χούλα χούπ δίπλα στήν σιφινιέρια καί...
... Κούρδισα τό Q&Q μου, ενδύθηκα τό σάνυο γουωκμανάκι, τό εφοδίασα μέ μάξελλ 90άρα περιέχουσα Σπύρο Ζαγοραίο, έβαλα σινάλκο κόλα στό παγουρίνο μου, ψωμί μέ φέτα καί μορταδέλλα σέ μιά πλαστική σακούλα, φόρεσα διαφημιστικό καπέλλο κολυνός, παπούτσια adipas, παντελονάκι lebi’s χωρίς νά παραλείψω λίγη άκουα βέλβα στό μαγουλάκι καί τίς αμασχάλες καί κίνησα γιά Σαλαμίνα. Ηγόρασα τόν κυριακάτικο Δημοκρατικό Λόγο καί μαστίχες Χίου από τόν Ηλία τόν κουτσΑΜΕΑ περιπτερά, πολυλόγησα μέ συνταξιούχους στήν στάση «Γήπεδο» περιμένοντας τό Αθήνα Πέραμα, τράκαρα δυό καρέλια από έναν πολυλογά νοσταλγό τού γερο Παπαντρέου (εύκολος τράκα, συνεφώνουν γάρ σέ κάθε παρατήρησίν του γιά τήν αποστασία) καί βούρ στό λεωφορείο. (Σιγά! Ωθείς! Ποιόν ωθείς; Όλοι χωράμε μάστορα!)
Ο οδηγός πάγαινε μέ γυναικεία ταχύτητα κι εγώ απελάμβανα τήν θέα τού όρμου όρθιος επί τού παραθύρου μέ τόν αέρα τσατσάρα στό αφανέ μαλλί. Γιομάτο τό λεωφορείο, γιομάτα καί τά απάγκια τών στάσεων. Μπορεί νά ήμαστε ακόμα μακρυά από τό Πέραμα όμως τό λεωφορείο γεμάτο. Διερχόμεθα τής πυροσβεστικής όταν τήν είδα πλησίον μου. Μιά μεσήλικη κυρία μέ ψάθινη τσάντα στό χέρι, ίδια Μαίρη Μεταξά, ξαπόστελνε περίεργες, προσμονιάρικες ματιές στό καθίσματα! Ήτο προφανές, έψαχνε κενή θέση, αλλά η τελευταία απείχε 2,8 χιλιόμετρα τής διαδρομής ημών... Παρά ταύτα, μέ βήμα σταθερόν, καίτοι οι λακούβες στό οδόστρωμα θύμιζαν πρόσωπον εφήβου σοκολατομανούς κόρης, κίνησε πρός ένα μαγικό κουτί - αυτό πού ρευόμενο ακυρώνει τά εισιτήρια – τσ τσ τς, τί βγάζουνε! Στό εκεί κάθισμα, στήν σκιάν τού μαγικού κυτίου γιά τήν ακρίβεια, εκάθητο ένας έγχρωμος. Γιά νά είμαι ειλικρινής δέν κατάλαβα κάτι άμεσα, δέν ήκουγα εξάλλου, μ’απησχόλει ο Ζαγοραίος εκείνην τήν στιγμήν, έπαιζε τό Σάπιο Σανίδι Πάτησα – αφήνεις τέτοιο διαμάντι, ακόμα κι άν η Λόλα κινδυνεύει από φωτιά; – αντελήφθην ωστόσο ότι έτρεχε τι από τό ότι όλοι οι γύρω κύτταζαν εκεί• μία τόν μαύρο, μία τήν γηραιά κυρία. Όταν οι ματιές τών παρακειμένων λοιπόν, συνδυάστηκαν καί μέ μορφασμούς απεφάσισα να παύσω τόν Ζαγοραίο, πάνω ακριβώς στό θαμπώθηκα θαμπώθηκα καί μόνος παραδώθηκα, σέ μιάν αγάααααπη δώθηκα, α α α , αγάπησαααα, προδόθηκαααα.
Τήν θέσιν τού μερακλίδικου πονήματος τών Χαραλάμπους Βασιλειάδου, Γερασίμου Κλουβάτου, πήρε είς οχετός! Είς βόθρος! Είς εμετός! Η γηραιά κυρία σέ ένα παραλήρημα ρατσισμού πέταγε βατράχια μέ πασίδηλον στόχον τόν νέγρον κύριον όστις λίαν ψύχραιμος εκάθητο εκεί. Τί μάς τρώτε όλες τίς δουλειές, τί μάς κλέβετε τά σπίτια, τί μάς λερώνετε τούς δρόμοι, τί μάς αλλάζετε τά ήθη, τί μάς χαλάτε τίς τσακίσεις, τί μάς βρέχετε τίς στρακαστρούκες, τί μάς λύνετε τό ασφαλιστικό, έλεγε! (καί τί μάς τρώτε τίς θέσες στά φωφορεία, ναί ναί, πρέπει νά είπε κάτι τέτοιο!) Καί όλα αυτά μέ ύφος οχίσιο. Μέ χροιά φωνής υαινική. Μέ κίνησι σώματος καί χειρονομίες μέδουσας...
Κι όσο πλησιάζαμε στόν προορισμό, τόσο γκάζωνε η μαντάμ. Έτι μάλλον επεκαλέσθη μέχρι τήν φυλετική υπεροχή τών ελλήνων όπως παλαιόθεν εξεφράσθη αύτη, διά προσωπικοτήτων όπως οι Μπελογιάννης, Ζαχαριάδης, Βλαντάς, Στρίγγος, Βαφειάδης, Μπαρτζώτας, Κολιγιάννης... (σέ αυτό τό σημείο κάπως απέκτησε μιά κάποια μου συμπάθεια, η μανδάμ!) Ήτις – καλέ λές νά ήτο ντοπαρισμένη; – έσπαγε κάθε ρεκόρ αγενείας, αναιδείας, θράσους! Σέ όλα αυτά, ο έγχρωμος, ίστατο – καίτοι καθήμενος - κύριος! Εμάσει τσίκλαν καί μέ αφηρημένο βλέμμα απελάμβανε τόν δυόσμον. Πλήν τού δυόσμου, απελάμβανε τήν συμπάθεια τής πλειονότητος τού κόσμου, ενώ γιά τήν υπανάπτυκτη ρατσίστρια, είχαμε μόνον ξέχειλη βδελυγμία!
Γι’αυτό, μέ αλλαχού τήν προσήλωσή μας, παραπατήσαμε λίγο καθώς ο οδηγός ξεκίνησε απότομα μετά από στάση η οποία προσέθεσε κι άλλον κόσμο στήν παρέα. Μεταξύ αυτών μιά επιλοχάδικη φωνή:
Τά εισιτήριά σας!
Σιάξαμε λίγο τά πέτα μας καί βουτήξαμε στίς τσέπες μας. Ήμεθα έτοιμοι νά επιδείξωμε τά διαπιστευτήρια νομιμότητος στήν λιτανεία τού ελεγκτή όστις όλο καί πλησίαζε. Ήμην κούλ κάργα. Είχα μιά Χίου τήν οποίαν καί μασούσα στόν ρυθμό τού Πάρτε Κύριε Λαχεία (ναί, είχα ξαναπλέυ τό γουώκμαν) καί περίμενα. Τότε ακριβώς (καλέ! Τί γίνεται, τί κάνει ο τυπάς;) είδα τόν μέχρι εκείνη τήν στιγμή κάργα κούλ μαυρούλη νά πετάγεται βατραχιστί, νά αρπάζη τό εισιτήριο τής μαντάμ καί νά τό μασά (;) νά τό καταπίνη (;) . Κάτι τέτοιο, τέλος πάντων. Άναυδη η γριά, ή μάλλον όχι, έβγαζε κάτι ήχους, γλώσσας άλλου γαλαξία, άλλων πέτς, άλλων αναγκών (είχα κλείσει εν τώ μεταξύ τόν Πίπη τόν Ζαγοραίο κι άκουγα). Η παράλυσις τών φωνητικών χορδών τής τύπισσας έπαυσε μόλις αντίκρυσε τόν ελεγκτή μπροστά της. Ούτος διεπλάτυνε καί ύψωσε τό φρύδι ερωτηματικά.
Ού έ λέ εισιτιριέν;
Καί η γριά:
Είχα, είχα! Αλλά μού τό έφαγε αυτός!
Καί προέτεινε τόν τίγκα στό χρυσαφικό βραχίονα, έδειξε τόν μπλάκ μάν ο οποίος ακόμα καί τότε, θεϊκά, διετήρει μιάν ογκολίθου αυτοπειθαρχία καίτοι όλοι οι γύρω κλάναμε στό γέλιο!
Πλήν τής κωλόγριας βεβαίως, ήτις τί πιό λογικόν;! Δέν εδέχθη μέ γέλωτες τό μπιλετάκι τού ελεγκτού...
Ήταν μιά ωραία αρχή, χέ χέ χό χί, η Κυριακή θά ήταν όμορφη, τό δίχως άλλο, είχα καί σχέδια! Θά αγόραζα τόν Φίλαθλο, θά ξεπατίκωνα διαφημίσεις γιά προτιθέμενες δεσποινίδες κι από τό έν σαλαμίνι τσαρδί, θά άναβα φωτιά στό τηλέφωνο. Μέ θέα τόν κόλπο, τά γυμνά μου πόδια ψηλά στό περβάζι, μέ έναν θρασύ γραίγο νά μού δροσίζη τά βαριά εργαζόμενα αρχiδiα θά έκανα καί πάλι σέξ όπως η ντλοπαλή προσωπικότης μου, μού επιτρέπει.
Εάν δέν ήταν πολύ σοβαρό θά ήταν τό ανέκδοτο τής χρονιάς.
Δημοσιογράφοι διά γλαφυρών σχεδόν μελό περιγραφών, αφηγήσεων συνεχίζουν ό,τι έχουν πετύχει εδώ καί 10-15 χρόνια: Νά δημιουργούν ενοχές στόν κοσμάκη, στήν ελεύθερη σκέψι του πιό συγκεκριμένως. Αυτόν τόν απλό, τόν λούμπεν κόσμο ο οποίος λίγο πρίν εκφέρει άποψη, ντρέπεται, φοβάται νά μήν αναφέρη:
Εγώ δέν είμαι ρατσιστής αλλά...
Ήδη έχουν ασχοληθή πολλά βλόγς καί αρκετές ημέρες πρίν αλλά θέλω νά τό καταθέσω κι εγώ/εδώ.
Η Πανδώρα στό Βήμα έκανε λόγο γιά απίστευτο ρατσιστικό περιστατικό σέ λεωφορείο τών Αθηνών πού έλαβε χώρα χθές - προχθές, ίσως νά μήν είχε πάρει γραμμή ότι ίδιο περιστατικό καί ο Γκάζι Καπλάνι είχε αναφέρει στό βλόγ του ότι (τό οποίο προφανώς είχε συμβή τόν Φεβρουάριο) τό οποίο όμως κόνσεπτ (γριά η οποία διαμαρτύρεται καί προσβάλλει μαύρο επιβάτη σέ λεωφορείο ο οποίος τελικά τής τρώει τό εισιτήριο) ήταν ταινία μικρού μήκους (πρό 15ετίας) μέ τίτλο Schwarzfahrer .
http://www.tovimadaily.gr/Article.aspx?d=20080417&nid=8219973
http://gazikapllani.blogspot.com/2008/02/e-mail.html
http://video.google.com/videoplay?docid=2103841859203199562
Όλες τίς κάργα ενδιαφέρουσες πληροφορίες βρήκα εδώ:
http://karsilamas.blogspot.com/2008/04/blog-post_3345.html