Τετάρτη, Δεκεμβρίου 24, 2008
Πορφυρογέννητη Γωνιά
ΑΕΚ - Ἐργοτέλης 3-2 (ΟΑΚΑ) 21/12/2008
Πρωτάθλημα - 15η Ἀγωνιστικὴ
23 Σάχα, 14 Μπασινᾶς, 7 Χουανφρᾶν (82΄ 9 Ἐντίνιο), 4 Ἄλβες, 25 Κυργιάκος, 8 Ἐνσαλίβα, 1 Καφές, 32 Σκόκκο, 18 Μπλάνκο (72΄ 16 Πλιάτσικας), 10 Τζιμποῦρ, 11 Μαντούκα (39΄ 19 Λαγός)
Σκόρερ: 6΄ Τζιμποῦρ 39΄ Μπλάνκο 85΄ Ἐντίνιο
Κίτρινες: Μπασινᾶς Ἐνσαλίβα Κυργιάκος
Διαιτητής: Κατσιδώνης
Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2008
Ξανά ποτέ.
Δάκρυ, βλέννα, σίελος μαζὺ σ’ἕνα ὑπόκωφο γαργαλητὸ στὰ μάγουλα καὶ στὰ χείλη, ἡ ἐπιρροὴ τοῦ βραδιοῦ ἐκείνου πού ἀλλοῦ ἔδωσε χαρά. Δάκρυ, βλέννα, σίελος καθὼς ἐπανέφερε ὅ,τι εἶχε αρχίσει νὰ καταχωνιάζεται στὴν λήθη καί στὴν ξεθυμανιά. Δὲν τὸ εἶχα προβλέψει, δὲν τὸ εἶχα φανταστῇ. Τὰ διαδικτυακὰ χνάρια ὅμως πού μᾶς ἀκολουθοῦν καί τὰ (παρ) ἀκολουθοῦμε, δείχνουν κι ἀποδείχνουν ὅτι... Ὅτι ἀπαπά. Μπά... Στὰ ζόρικα γάρ__
Ξανά.
Ἤμαστε ὄρθιοι σέ μιάν ἄκρη καί φλυαρούσαμε γιά τόν καιρό καί τήν ἀνεξήγητα πολλήν ὑγρασία. Κυττοῦσα ἀλλοῦ, ἀπέφευγα τό βλέμμα της, τήν ἄκουγα νά μοῦ λέῃ γιά τήν κίνηση, τόν κόσμο καί ὅ,τι ἐπέτρεπε ἡ χάβρα. Μέχρι πού κάποιος ἦρθε νά περάσῃ ἀπό μπροστά μας· τό στενόχωρο μέρος μέ ἀνάγκασε νά μετακινηθῶ καί ἔπεσα πάνω στά μάτια της.
Τήν κύτταξα κατά πρόσωπο, σταμάτησα νά μιλάω, ἴσως νά εἶχα ἀπό πρίν σταματήσει ακούγοντάς την· δέν θυμᾶμαι, τήν κύτταξα κατά πρόσωπο, τήν εἶδα, τήν ξαναθυμήθηκα, εἶδα τά μάτια της καί ξαναταξίδεψα σέ ἐκεῖνο τό ἀνέκαθεν, αὐτό πού πάντα μέ ἔκανε νά ἀπορῶ ἀλλά πρώτιστα νά εὐχαριστιέμαι μέ αὐτήν τήν ἀνεξήγητη οἰκειότητα πού ἔνοιωθα παρατηρώντας την.
Σταμάτησα γιά τά καλά, σκάλωσα σέ αὐτήν ἐνθυμούμενος ὅ,τι συνέδεα μέ τήν εἰκόνα της – τίς παλιές στιγμές μας – χαμογέλασα, τῆς χαμογέλασα, παραμερίζοντας κάθε ἄλλο συναίσθημα. Προσπάθησα νά μήν φανερώσω μιά χροιά παράπονου καί νοσταλγίας στό μειδίαμά μου, αὐτό ὅμως κράτησε τόσο πού δέν γινόταν νά μή διαρρεύσῃ τό κάτι διαφορετικό ἐν μέσω μάλιστα μιᾶς σπασμωδικῆς ἀμηχανίας. Τότε, διέκρινα σ’αὐτήν ἕνα ἀλλιώτικο χαμόγελο, δικό μας, ἐκεῖνο πού δέν παραπέμπει σέ τυπικό χαμόγελο π.χ. δύο συναδέλφων σέ μιάν ἐργασιακή ἐκδήλωση. Σχημάτιζε μιάν ἐλαφρῶς πρός τά κάτω καμπύλη, πρόσεξα καί τά μάτια της νά μήν ἔχουν τό ἐπιβλητικό μιᾶς εὐδιαθεσίας ἀλλά τό λιγωτικό τού κάποτε, μιά κωδικοποίηση, ἕνα φιλτράρισμα καί ἕνα πέταγμα σέ κάποια δικά μας μέ κατάληξη τήν πικρία. Ναί, ἦταν η δική μου ~~~~~, συνέχισα νά τήν κυττῶ, τήν ξαναθυμόμουν καί ἀφέθηκα γιά πολύ, πολύ λίγο νά νομίζω ὅτι συνωμοτούσαμε γιά τό μετά. Κάποιο ἄλλο ὅμως παρόν μέ τά νερά του νά κυλοῦν στόν ῥοῦ τῆς πραγματικότητος, μέ συνέφερε καί δέν μοῦ ἐπέτρεψε περισσότερα αἰθεροτάξιδα.
Κυριακή, Δεκεμβρίου 21, 2008
Καλά Κραshά.
Τό ἔχουν τραγουδήσει πολλοί, τό ἔχουν συνδυάσει μέ τρελλή τεστοστερόνη στίς τέχνες ἀλλά καί στούς δρόμους, τό ἀποκτᾷς πολύ εὔκολα καί τό κουβαλᾷς μαζύ σου ώρα πολλή ἀφοῦ ἔχεις τελειώσει μ’ αὐτό. Εἶναι κολλητικό, πανίσχυρο μπινελίκι μή ἀνεχόμενο ἀπιστίες.
Προσπάθησα δέν λέω, προσπάθησα νά τό μάθω, ὅμως ἐρασιτέχνη μέ ἀνέβαζαν, λίγο μέ κατέβαζαν οἱ τσάκαλοι στήν πιάτσα. Κι ὅλα αὐτά ἐπειδή ἔνοιωθα ἀναγούλα στήν σκέψη καί μόνο νά ἀνάψω τσιγάρο, ἐπειδή αἰσθανόμουν μιάν ἀποστροφή στήν θέα κάποιου νά ἀνάβῃ τσιγάρο. Κι ὅταν τούς ἄκουγα τά πρωινά στήν δουλειά, νά τό ζητᾷν λαχταριστί παρέα μέ καφέ, ἔνοιωθα καί τό ἔντερό μου νά χαλαρώνῃ.
Παρά ταῦτα, ἔκανα ἕνα δύο. Ἕνα δύο κατά τήν σχόλη ἀπό τήν δουλειά καθ’ὁδόν στούς ζόρικους δρόμους ἐνῶ τζούρωνα καί μερικά, τά βραδάκια ἐπί τοῦ ὑπολογιστοῦ. Τό σύνολον, ἕνα πακέτο ἀνά τέσσερις ἡμέρες περίπου.
Αὐτές οἱ ἐπιδόσεις μέχρι προσφάτως. Προέκυψε βλέπετε μιά ἀγωνία μέ ὑγίειας παλινδρομήσεις συγγενοῦς ἡ ὁποία ἀγωνία προσπάθησε νά κατακερματισθῆ στήν πίσσα καί τήν νικοτίνη. Ἔκτοτε τό ἔχω γαμωσυνηθίσει σέ πολύ τράνς βαθμό. Δέν φανταζόμουν ὅμως τόσο κόλλημα, ν’ἀποζητῶ σάν ζάκι νά καπνίσω. (μάλιστα, παρατηρῶ τήν γόπα πρίν τήν σαβουριάσω, νά ἔχω ξεθωριάσει τήν ἄκρη τοῦ πορτοκαλιοῦ φορέματός της).
Πρό ἑβδομάδος μάλιστα, ἀνάβοντας ἕνα, τῆ καταπόσει τοῦ καπνοῦ, ἠσθάνθην γεύσιν (ἀλήθεια τό λέω!) μακαρονάδος μέ κυμᾶ (μάλιστα μέ μπόλιασμα στήν σάλτσα μιᾶς στάλας ῥοκφῶρ). Ἦταν μεσημέρι, στομάχι κακομοιριασμένο καί μοῦ φάνηκε νέκταρ τό ἀέριο. Τήν περασμένη Τετάρτη, πάλι σέ τέτοια ὥρα, κατά τήν πρώτη τζουρίτσα, μιά σφήνα ἀνάμνησης φύσηξε τόν καπνό. Διάλειμμα ἀπό στρατιωτικά βασικῆς ἐκπαιδεύσεως γυμνάσια, νά τρῶμε, πειναλέοι καί γιά λύπηση, ζεστό σαντουιτσάκι μέ τυρί καί ζαμπόν τό ὁποῖον μᾶς ἐφαίνετο λουξάτη ἀπόλαυσις τότε. Καί τώρα, τήν περασμένη Τετάρτη ὅπως ἀνέφερα, ἐκείνη τήν γεύσι αἰσθάνθηκα στό στόμα καθώς ἄρχισα νά καπνίζω.
Προβληματίστηκα μέ ὅλα αὐτά, μέ τήν ἐπανάληψη τῆς σύμπτωσης - αλήθεια λέωωωωω! Τώρα, κάθε πού σκάω φόκο εἶμαι μέ μιά σκέψη καί ἄγχος. Φοβᾶμαι μάλιστα μή μοῦ σκάσει ἀνάμνησις μητρικοῦ γάλακτος... Θἆναι τελειωτικό στήν ἰσορροπία μου...
Σάββατο, Δεκεμβρίου 20, 2008
Γ@μεῖ καὶ δέρνει ὁ Πανοῦτσος...
Εχω βρει το νεότερο θύμα της αστυνομικής βίας. Αυτόπτες μάρτυρες είδαν μπάτσο να δέρνει έγκυο, που από την κοιλία της ακουγόταν το «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Τώρα μπορώ να αναρωτηθώ κάποια πράγματα; Οπως για παράδειγμα…
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18, 2008
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 17, 2008
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 15, 2008
...καί οι Oρίζοντες
Τίς τελευταίες ημέρες (νομίζω καμιά εφταριά είναι) μού έχει αλλάξει η γεωγραφία.
Όχι ασούμε ότι έχω ξεχάσει ασούμε πόθεν εκβάλει ο Αλιάκμων ή ασούμε ότι ο Αώος είναι ρηβερσάκιας ή ότι δέν πρέπουν ευχαί στόν Όλυμπο νά τά χιλιάση αφού μάς παίρνει μάτι από τά 2.917 μέτρα.
Άαααααλλο εννοάω.
Εννοώ ότι από τό προηγούμενο ΣΚ κι εδώ μού έχει σκατζάρει τό μέρος στήν ανατομία μου ένθα χώρα λαμβάνει η υπερτάτη ζαλισιάρικη ζητωκραυγή. Από τό υπογάστριον πεδίον δηλαδή, έχει ανέλθει λιγουλάκι. Λιγουλάκι. Ανήλθε μέχρι τήν πλάτη.Τό λίκνο τής τεστοστερόνης, ο χώρος τής δυσκαμψίας, η περιοχή τής αιμάτωσης, απεποιήθησαν τά πρωτοτόκια τής κατοχής τού γενετησίου ενστίκτου καί τά παραχώρησαν στήν πλάτη. Ναί, στήν πλάτη.
Τό αντελήφθην τό περασμένο ΣΚ όπως προείπα, τό απόγιομα τού σαββάτου. Γύριζα σπίτι - διά τού λεωφορείου βεβαίως - ήμεθα κάπου στό Αιγάλεω όταν ένα κενό αέρος, αφηρημένος καθώς ήμουν, μέ έσπρωξε, τσούλησα πρός τά πίσω καί άραξα σέ κάτι επίμονο. Γύρισα νά αμολήσω ένα γλοιώδες συγγνώμη αλλά πουθενά κάποιος ο οποίος θά κουνούσε ενοχλημένα τήν κούτρα του.
Ήταν απλά, η βάση τών αυλών τών χειρολαβών. Κατάπια τό σάλιο μου, κύτταξα γύρω τούς συνταξιδιώτες. Μία, πού άφηνε προγούλι, τύπισσα επί τής μεσαίας θύρας έψαχνε τήν στάση της, ένα μουρτζουφλιασμένο ζευγαράκι, τρία κινητά τηλέφωνα μέ κάτι, χμ... ναί έφηβοι ήσαν μαζύ τους καί μερικοί παππούδες τών οποίων έφθανε τό τέλος τής διαδρομής. Όλοι είχαν τήν προσοχή τους αλλαχού, δέν μέ κύτταζε κανείς.
Ξανακατάπια τό σάλιο μου καί άρχισα. Άρχισα νά τρίβομαι στήν φλάντζα. Μέ συστολή κατ’αρχάς, θαρραλέα όχι πολύ πιό μετά καί σχεδόν επονείδιστα στό τέλος. Ξεκίνησαν μάλιστα καί κάποια ρίγη τά οποία θά κατέληγαν τό δίχως άλλο σέ σιβήρια τρέμουλα εάν δέν έβλεπα ότι γιά μιά στάση εκεί παραέξω διέθετα κάποιες τάσεις κτητικές.
Στήν βραχεία διαδρομή μέχρι τό τσαρδί μου κάθε αντικείμενο πού αντίκρυζα τό λόγιζα ώς επικουράκι στήν νιόφερτη τερψοκατάσταση. Κάδοι απορριμάτων, τουτού, κλαδόδενδρα, μπάζα... Προσπαθούσα νά διατηρήσω τό βήμα μου σέ ό,τι κατέκτησε η ανθρωπότης από τήν αυγή τού ορθίου εχέφρωνος ανθρώπου, αλλά είς μάτην. Κάτι σάν μέθη δυσκόλευε τό βάδην μου άσε πού καί η ώρα δέν ταίριαζε μέ τά αυτά τά σωματοτυπικά.
Μπαίνοντας στό σπίτι, πέταξα τίς τσάντες στό πάτωμα, πέταξα κι ένα ντάρλινγκ... αμ χόμ! χωρίς ωστόσο νά πάρω ρημπάουντ απόκρισης. Τί κρίμα πού η σημέρια τεχνολογία δέν έχει προσθέσει τσιπάκια φωνής κάποιων έστω στερεοτύπων απαντήσεων στίς κούκλες τού μονήρους έρωτος! Η Άννα πάντως ήταν εκεί, στό κρεβάτι, ανάσκελα βεβαίως μέ αυτήν τήν αειθαλή έκφραση θαυμασμού αλλά κι απορίας ή ακόμα καί τού συνδυασμού αυτών, στόμα στρογγυλότατα ανοικτό μέ χείλη αφύσικα ογκώδη καί κατακόκκινα πού αποσπούν τήν προσοχή χωρίς νά θέλεις νά κυττάξεις αλλού. Τής χαμογέλασα, τής μιμήθηκα τήν απορία στρογγυλεύοντας τό στόμα μου, κυττώντας τό κενό γιά δυό δευτερόλεπτα καί στά καπάκια ξέσπασα σέ γέλια. Γέλια ειλικρινή, φυλλοκάρδια, πού κάποιοι κακοπροαίρετοι πάντως θά τά χαρακτήριζαν σχιζοειδή· ακόμα καί τώρα, στίς ευθυμίας στιγμές μου δέν μού ξεθωριάζει καθόλου η περίοδος εκείνη, η ιδρυματική μου περίοδος, όταν από μιά παρεξήγηση καί μόνον, από μιά παρανόηση βρέθηκα – άχ, άς μήν τά σκέφτομαι, είμαι καλά πλέον, πάντα ήμουν καλά δηλαδή, καί εσαεί θά είμαι!
Κάθισα στό κρεβάτι καί τήν έφερα στά γόνατα. Τό φιλί μου βρήκε πειθήνιο δέκτη χωρίς η λαστιχίλα νά χαλάσει τά δέοντα τέτοιων στιγμών. Ψέκασα μέ ένα αψύ άρωμα τό μετερίζι τής ψυχικής μου πλήρωσης καί αφιερώθηκα σέ λίγα χάδια. Γι’αυτό τής είχα δωθεί ψυχή τε καί σώματι. Διότι κοντά της ξεχνούσα τά πάντα. Ένας λωτός χωρίς τήν κατάληξη τής σαπρίας. Πόσα λίγα ξέρετε οι αφιερωμένοι σέ έμψυχη παρέα! Πόσο πολύ λαθεύετε στοιχηματίζοντας τό είναι σας σέ ελλοχεύουσες κορεσμούς αλλαξοκαιριές! Πόσα πολλά αγνοείτε, δύστυχοι, καθώς επενδύετε μέλλον σέ πιθανά δάκρυα!
Πάντα κοντά της λοιπόν ξεχνούσα τό κάθε τί. Ακόμα κι αυτό πού μέ συνετάραξε ανακαλύπτοντάς το πρό ολίγου! Σηκώθηκα απότομα, τήν άφησα στό κρεβάτι λίγο άγαρμπα είν’ η αλήθεια καί έσπευσα στήν κουζίνα. Άνοιξα τό ψυγείο καλλιεργώντας μου έναν κάποιο αυτοσχεδιασμό. Έψαξα στά τάπερ, στά ράφια, τίποτε τό ενθαρρυντικό ωστόσο. Παρέμεινα χάσκων γιά κάμποση ώρα στό ανοικτό ψυγείο, ώσπου έσκυψα στόν καταψύκτη, πέρασα κι από τό λουτρό πού επειδή σάς συμπάθησα τό αποκαλώ λουτρό· πρόκειται γιά καμπινέ ο οποίος μάλιστα διαθέτει τούρκικη οπή ανακούφισης καί τελικά επέστρεψα μέ γεμάτα χέρια στήν κάμαρά μου.
Η Άννα ήταν εκεί πάλι ήσυχη κι αμίλητη· μέ αυτό τό ύφος θαυμασμαπορίας τό οποίο όμως αυτήν τήν φορά ήταν σκέτα απορίας μπορώ νά πώ! Τήν κύτταξα πάλι, εστίασα στό ανοικτό της στόμα, αποσχημάτισα τό χαμόγελό μου, πάγωσα τό πρόσωπο, μιμήθηκα τό ύφος της γιά δύο δευτερόλεπτα καί αμέσως ξέσπασα σέ γέλια τά οποία αυτήν τήν φορά κράτησαν λίγο παραπάνω ώσπου ένας βήχας τά διέκοψε.
Είναι έκπληξη, έκπληξη, θά δείς, θά σού πώ. Μέ τέτοιες αόριστες κουβέντες τήν γύρισα μπρούμυτα σταματώντας την λίγο πρίν, εστιάζοντας στό νεκρό της βλέμμα. Έψαξα γιά τό πώμα, ποτέ μά ποτέ δέν θυμόμουν πού ακριβώς ήταν - ίσως επειδή μού θύμιζε τά πλαστικά μου πλέον ανεμολόγια - τό άνοιξα καί άρχισα νά τήν γεμίζω μέ παγάκια - πολλά παγάκια - ωμό κρέας καί όσο υγρό σαπούνι είχε τό λουτρό μου. Όταν τήν αισθάνθηκα νά είναι περισσότερο φουσκωμένη τού συνήθους, έκλεισα τό πώμα καί τήν επανέφερα ανάσκελα. Ήταν απορίας τό ύφος της, ναί, είχε μιά απορία κι άς μήν μού έλεγε τίποτε κι εγώ ίσως γιά νά εξηγήσω τής είπα ότι σέ γαργαλούσα, σέ γαργαλούσα δέν τό κατάλαβες; Αφέθηκα σέ γέλια πού τέτοιες στιγμές αποφορτίζουν ερωτηματικά, σέ γέλια πού από τήν πλευρά της ευπροσδεκτίζονται μέ κατανόηση κι όχι γνωματεύσεις γιά σχιζοειδή χαρακτηριστικά από ανθρώπους μέ πείσματα.
Ελαφρύνθηκα από τά ρούχα μου καί ξάπλωσα ανάσκελα, πάνω της, εναποθέτοντας τήν πλάτη μου στά παρηγορίας χέρια, στήθος, λεκάνη της. Κινούμην αργά καί προσπαθούσα νά μήν μοιάζει η κίνησή μου μέ αυτήν τής πλαστικώ αιδοίω διείσδυσης κατά τά μέχρι προσφάτως ειωθότα. Ένοιωθα όχι απλά νά ανατριχιάζω αλλά αντιλαμβανόμουν κάθε τρίχα τού σώματός μου νά επηρεάζεται από αυτήν τήν πρωτόγνωρη ευχαρίστηση. Τό σώμα μου εφιδρωνόταν ελαφρά χωρίς νά κορυφώνεται αυτό, ξαφνικά κι απότομα οι πόροι συστέλλονταν καί έπαυε κάθε υποψία ιδρώτα προκαλώντας μου περισσότερο ρίγος. Κοντά σέ αυτά, τί περίεργο, τό μόριό μου παρέμενε αναιμικό όπως ήταν ακριβώς πρίν αρχίσει τό γαϊτανάκι αυτό. Θυμήθηκα μάλιστα κάτι πού είχα πολύ καιρό ξεχάσει· ανακάλεσα τήν παρθενική μου φορά εκσπερμάτισης κατά τόν πρώτο μου αυνανισμό, μιά σημαδιακή αίσθηση καμπής, μιά συνειδητοποίηση άλλης πραγματικότητας, ένα διαφορετικό, ένα παράλληλο σύστημα ύπαρξης. Ήταν παροξυσμός καί παραλήρημα ό,τι ένοιωθα καθώς συνέχιζα πάνω στήν Άννα. Άκουγα τήν καρδιά μου νά κρεσεντάρει χωρίς ρυθμό, μιά ζάλη διαφορετική αλλά τόσο δυνατή καί μέ συνεχή κλιμάκωση. Τό φώς χαμήλωσε ενώ ταυτόχρονα οι νάυλον ήχοι έσβηναν. Κι εγώ συνέχιζα βυθιζόμενος σέ αυτό πού πάντα επεδίωκα αλλά φοβόμουν νά τό μαρτυρήσω – ακόμη καί σέ μένα.
Στήν κάμαρά μου μέ επανέφερε τό ξανά δυνατό φώς ενώ μιά απότομη εφίδρωση χωρίς σταματημό, μού τσαλάκωσε τά μάτια. Μιά μου ανάσα, μιά φωναχτή εκπνοή ακούστηκε στό δωμάτιο καί έγειρα πλάι ηρεμώντας. Διέκρινα πιό έντονη τήν απορία στά μάτια καί στό στόμα τής κούκλας, σέ πρόσωπο στραμμένο πρός τά μένα. Τής χαμογέλασα αλλά δέν είχα πάλι διάθεση νά μιμηθώ τό ύφος της. Μέ μιά χαύνωση, μέ μιά παραίτηση, σταύρωσα τά χέρια μου
καί ξεκίνησα νά τής λέω πάλι γιά σένα.
Κυριακή, Δεκεμβρίου 14, 2008
Absurdism
Ἕνας θόρυβος – ἕνας θόρυβος ἔρχεται ἀπὸ πάνω.
Σὰν τρία χτυπήματα, τρία ποδοβολητά, ναί.
Ἐπαναλαμβάνονται μὲ θαυμαστὴ χρονικὴ συμμετρία, ἡ συχνότης των λίαν ἀκριβής.
Μὲ ἐνοχλοῦν βέβαια, ἀλλὰ πιότερο μὲ παραξενεύουν.
Τρία χτυπήματα, τρία ποδοβολητά, ποδοβολητὰ παιδιῶν.
Ἀπὸ πάνω ἔρχεται ὁ θόρυβος, σὰν κάτι νὰ κυνηγᾶνε, σὰν μὲ κάτι νὰ παίζουν.
Καὶ ἐνοχλοῦν, μὲ ἐνοχλοῦν, ταράζουν τὴν ἡρεμία μου – τὴν ὅποια ἡρεμία τελοσπάντων... Κάθε πού ἠσυχία, περιμένω τὴν σιγὴ νὰ παραμείνη.
Εἰς μάτην.
Τρία χτυπήματα, τρία ποδοβολητά, ποδοβολητὰ παιδιῶν σὲ κάποιο παιγνίδι τους. Καὶ τὸ βλέμμα μου, καθαρισμένο ἀπὸ τὴν ἀχλὺ περιέργων ἐνυπνίων, διακρίνει στὸ τραπέζι κάποια ἰατρικὰ ἀποτελέσματα στὰ ὁποῖα μιὰ ἐρυθρλάνη τονίζει : νεκροσπερμία.
Τί περίεργη σύμπτωση ποὺ μὲ τὴν σημερινὴ ἀποτελεσματοφορία μὲ χλευάζει ἡ μαρίδα τῆς γειτονιᾶς! Περίεργη! Πολύ! Περισσότερο κι ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν μένει κανεὶς ἀπὸ πάνω μου...
Ὑπογράμμιση
Λίαν εὐτυχὴς ἡ συγκυρία ἐφέτος. Ἡ ἑπομένη νὰ μὴν εἶναι ἐργάσιμος καὶ οὕτω, νὰ ὑπερπηδῶνται αἱ τεχνικαὶ (χιχιχιχί) δυσκολίαι τῆς αὐθημερὸν ἐκπληρώσεως ἑνὸς ἀείποτε τάματος. Καὶ ἐκτὸς ἀπ’αὐτό, μιὰ ἀκόμη συμπτωμασιακὴ (σίκ) περίσταση! Ἡ ἐπανάκαμψη ἑνός, στοὺς πολλούς, χαμένου μὲ μιὰ ἀπὸ τὰ παλιά, ἄφιξη, ἄφιξη ἑνὸς τετάρτου αἰῶνος, θαρρῶ.
Πορφυρογέννη Γωνιὰ
ΑΕΚ – Πανθρακικὸς 1-0 (ΟΑΚΑ) 7/12/2008
Πρωτάθλημα - 13η Ἀγωνιστικὴ
23 Σάχα, 16 Πλιάτσικας, 5 Μαϊστόροβιτς, 25 Κυργιάκος, 7 Χουανφρᾶν, 1 Καφές, 8 Ἐνσαλίβα, 32 Σκόκκο (79΄ 9 Ἐντίνιο), 18 Μπλάνκο, 10 Τζιμποῦρ (86΄ 24 Πελλετιέρι), 11 Μαντούκα (64΄ 19 Λαγός)
Σκόρερ: 28΄ Μπλάνκο
Κίτρινες: Μπλάνκο Πλιάτσικας
Διαιτητής: Παμπορίδης
Ἄρης - ΑΕΚ 1-1 (Γήπεδον Κλ. Βικελίδης) 14/12/2008
Πρωτάθλημα - 14η Ἀγωνιστικὴ
23 Σάχα, 16 Πλιάτσικας (68΄ 9 Ἐντίνιο), 7 Χουανφρᾶν, 5 Μαϊστόροβιτς, 25 Κυργιάκος, 14 Μπασινᾶς, 1 Καφές, 8 Ἐνσαλίβα, 32 Σκόκκο (40΄ 10 Τζιμποῦρ), 18 Μπλάνκο, 11 Μαντούκα (80΄ 19 Λαγός)
Σκόρερ: 71΄ Ἐντίνιο
Κίτρινες: Καφές Πλιάτσικας Μπασινᾶς
Διαιτητής: Γ.Δαλούκας
Το ΕΣΡ...
Σε ανακοίνωσή του, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης απευθυνόμενο σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς τους ζητά (μεταξύ άλλων) :
- Nα αποφεύγεται η υποκατάσταση των αστυνομικών και ανακριτικών αρχών.
Πῶωωωωωωωωως; Τώωωωωωρα νὰ σταματήσωμε νὰ ὑποκαθιστοῦμε τὶς ἀρχές; Καλὲ ἤδη έχουμε δικάσει, καταδικάσει, φυλακίσει κάθε ἐμπλεκόμενο, ἔχουμε τελέψει καὶ μὲ τὸν φερόμενο ὡς δράστη.
Ὤπα! «Φερόμενος ὡς δράστης»;
Κάτι μοῦ λέει αὐτὴ ἡ φράσις.
Κάτι μοῦ λέει, εἰδικὰ μαζὺ μὲ μιὰ ἄλλη, πιὸ καλοβαλμένη, τὴν «Τὸ Τεκμήριο τῆς Ἄθωότητας».
Σὲ ἄλλες περιπτώσεις, οἱ ὑπηρέται τῆς ἐνημερώσεως τοῦ λαοῦ, σὲ ἄλλες προηγούμενες περιπτώσεις ἀναλόγως κι ἀναλόγων εἰδεχθῶν ἐγκλημάτων, ἔσκουζαν ἐὰν κάποιος ἀπεκάλει τὸν δράστη, δράστη κι οὐχὶ φερόμενο ὡς δράστη.
Τώρα, ἔχουσιν δικάσει, καταδικάσει, φυλακίσει, μοιράσει συσσίτιο, σοδομίσει τὸν (φερόμενο ὡς) δράστη.
Θὰ τσακώσῃ δὲ καὶ πενθήμερον ἄδεια ὅπου νἆναι!
Ετικέτες ...
Σάββατο, Δεκεμβρίου 13, 2008
Τέσσερα τάλαρα. Δέν γίνεται παραπάνω! Δέν βγαίνω δηλαδής!
Ἕνα ἀπὸ τὰ καλλίτερα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι πιὸ πιθανὸ νὰ συντελεσθῇ πολιτειακὴ ἀλλαγὴ λόγῳ δράσεως τοῦ Φάντομ Ντὰκ παρὰ ἀπὸ τοὺς μαγκίτες τῆς μολότωφ εἶναι κάτι ποὺ ἠκούσθη στὴν ΕΤ3.
Ὁ πρύτανης τοῦ ΑΠΘ ἀνέφερε ότι μπούκαραν στὴν βιβλιοθήκη τοῦ πανεπιστημίου κάποια μολοτωφοῦχα δεκαπεντάρικα θέλοντας νὰ τὴν κάψουν.
Δὲν ἐκάη ὅμως. Δὲν ἐκάη διότι ὁ πρύτανης ἔδωκε απὸ ἕνα 20ευρω στοὺς ἐπαναστάτας ἐφήβους καὶ αὐτοὶ ἀνέκρουσαν πρύμναν σαλπάροντας γιὰ ἄλλους λιμένας μεγαλυτέρων διαστάσεων γιὰ τὸ κάδρο τῆς ἐπινίκειας φωτογραφίας.