Πέμπτη, Δεκεμβρίου 29, 2005

Σημαδάκι στό άνω. Φαίνεται.



Η Π. πετάχτηκε από τήν θέση της, πέταξε τά ακουστικά, πέταξε καί βλέμμα ισπανού ιεροεξεταστού πάνω στά ντουζένια εισαγγελικού λόγου του καί μέριασε βράχο νά διαβή.

Καί όντως, διέβη.

Προσπέρασε κάποια γραφεία, προσπάθησε νά ορμηνέψη τά βήματά της σέ πιό ήσυχες κλίμακες, η ζοχάδα όμως ήταν τέτοια πού καί γάτα νά κεραμιδοβόλταρε, θά έφερνε ολίγον από Ντάμπο τόν ελεφαντίσκο.

Ώσπου έφθασε εκεί. Μπροστά της εκτός από ένα – βρώμικο – γραφείο, πισή σκονισμένο, πληκτρολόγιο κοραλλιογενές νησί, ένας συναχωμένος νεανίας. (=εγώ, χί χί χί χί!) καί ένα φλυτζάνι μέ αχνιζόμενο υγρό.

Άρπαξε τόν νεανία από τά πέτα, καί...

- Έχεις ακουστά ρε μπαγλαμά τό αυγό τού Κολόμβου; Ε; Πού νά έχης... Τά αναγνώσματά σου, μόνο τσόντες είναι.Όλοι, κατόπιν τής ανακάλυψης τής Αμερικής, έσπευσαν νά του τήν πούν... Καί σιγά, τί έκανες, βόλτα μέ κρουαζιερόπλοιο ήταν, αναψυχή καί τά ρέστα. Τά πήρε όμως ο Χριστοφοράκος. Πήρε ένα αυγό καί ζήτησε νά τό στηρίξουν σέ ένα τραπέζι. Ουδείς μπορούσε, πήρε ο Κολόμπους ένα σφιχτό καί χλάπ! τό στήριξε σπάζοντας τήν βάσι τού ωού. Τό θέμα ρέ, δέν είναι η εκτέλεσις αλλά η επινόησις τούς είπε μαινόμενος καί μέ μιά υποψία δακρύου στήν άκρη τ’οφθαλμού του. Έτσι καί τώρα!

Τά πέτα διεμαρτυρήθησαν μέ βήχα καί κατάφεραν νά πούν:

- Θά μάς πνίξης! Πιό ήρεμα!

Ηρέμησε κάπως καί πιάνοντας, στρίβοντας τά μάγουλά μου, κατέληξε:

- Έτσι καί τώρα ρέ! Μέ βάζεις ίσα κι όμοια, εμένα, πού σού έστειλα, επενόησα, σού σέρβιρα λύση, μέ τήν άλλη η οποία απλώς ακούσασα τήν λέξι «τέιον» ανεφέρθη σέ κάποιες ιδιαίτερες γεύσεις καί είπε ένα ξερό ναί στό ερώτημά σου εάν έχη. Ίσα κι όμοια;

Δέν είναι ίσα κι όμοια ναί.

Συγγνώμη Π.

Ευχαριστώ Π.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats