Παρασκευή, Δεκεμβρίου 16, 2005

Άποκάλυψις τώρα!


Ψές, ένα προσφιλές μου άτομον, σέ ρόλον συνταγματάρχου Κούντζ, μοί φανέρωσε κάτι. Δέν χρειάστηκε αλκοόλ, ναρκωτικά ή τσακωμός ώστε χειμαρρωδώς νά κράζωμε είς έτερον.

Πολύ φυσικά, χωρίς δισταγμούς (έτσι φάνηκε τουλάχιστον) άνευ κολλημάτων, δίχως συμπλέγματα μοι απεκάλυψεν ότι μοιάζω μέ... πιγκουίνο.

«Κοντός, χοντρός, χαμηλοκώλης καί περπάτημα: πλίπ πλίπ πλίπ»

Τήν κύτταξα στά μάτια, συνοφρυώθηκα χωρίς νά τό θέλω (δέν ήθελα νά δείξω ότι μέ καταρράκωσεν η παρατηραποκάλυψις), προσπάθησα νά τό ρίξω αλλού.

- Ζηλεύεις! Μέ φθονείς επειδής δέν σού κάθομαι. Ζηλεύεις τό σουξέ μου. Κι ο Brad Pitt άκουγε συνεχώς ότι ομοίαζε μέ πελαργό. Ο Sakis ότι κατωπρογναθίζει. Κι ο Marty Feldman κάτι γιά τίς βλεφαρίδες του, δέν ενθυμούμαι ακριβώς.

Σήκωσε τούς ώμους, γύρισε πρός τό παράθυρο.

- Δέν μού λές; Πότε θά κατεβάσωμε τίς κουρτίνες; Παραείναι χειμωνιάτικες κι είμεθα στό μέσον τού Ιουνίου.

Πιό μετά, τσιγαρίζοντας λίγο μοσχαρίσιο κρέας, έχοντας εκεί τήν προσοχή, πρόσθεσε στήν φασαρία τής κουζίνας, μέ τά τσιτσιρίσματα:

- Πόσον συχνάκις σέ πιάνει κλαυσίγελως;
- Ε;
- Έβλεπα τίς προάλλες τά Ξυπνήματα. Ήταν η σκηνή όπου ο ΔεΝίρος προσπαθεί νά πλύνη τούς οδόντας του. Δέν νοιώθω περήφανη. Περήφανη δηλαδή γιά τούς γέλωτάς μου, τήν ένταση αυτών. Μ’έπιασε βήχας, άστα, χάλια. Όμως, οι στιγμές πού μάς προοικονομοούν ότι επανέρχεται στήν βυθιότ... η μουστάρδα; Στό ψυγείο; Εντάξει. Όταν φαίνεται ότι θά ξανακυλήση ο Ρομβέρτος,ότι θά ξαναβυθιστή... Πολύ κλάμμα ρε γαμώτη μου. Εκεί πού χορεύη μέ τήν δεσποινίδα...
- Ντούρο τό στυλιάρι εκεί, εεεε; Ήθελε καί γκομενιλίκια ο βλάμης! Σηκώματα έπρεπε νά τό λέγανε, τί Ξυπνήματα καί μαλακίες!
- Κατάλαβα... Δέν τό έχεις δεί τό έργο ε; Τί θέλω καί μιλάω; Σβήσε τό μάτι, Πινγκουίνε!

Η βελόνα τού ραδιοφώνου στό 103,3.

Πληροφορίες κακές
πήρες για μένα πολλές
και πληγώσανε την λίμπιντό σου
σαλούφα μου και κλαις

Μην τον πιστεύεις εσύ
τον κόσμο που μας μισεί
όλοι θέλουνε το κακό μας
καταπιόλα μου χρυσή



- Ξέρεις;

Βοηθεία τού πηρουνιού μου έφτιαχνα κύκλους μέ τήν σάλτσα στό άδειο πιάτο, είχε προηγηθή επιχείρησις σκούπα, μπουκιάς ψωμιού. Είχα το κεφάλι στήν γροθιά μου, αφημένο, αγκώνας στό τραπέζι. κύτταζα τά σχέδια τού πηρουνιού. Ο δισταγμός ήταν εμφανής.

- Μ’επισκέπτεται κι εμένα κλαυσίγελως... Ναί... Συχνά... Πολύ συχνά. Θυμάμαι όμως σάν τώρα τήν πρώτη φορά πού τό ένοιωσα.
- Άν δέν θέλης νά μιλήσης.... Εάν τό θεωρής...
- Δέν είναι αυτό.

Ο δισταγμός έδινε τήν θέση του στήν αποφασιστικότητα. Κι αυτή, στήν αβεβαιότητα. Σε μιά τέτοια σκυταλοδρομία συναισθημάτων, ήλθε η ευπιστία, η παραίτηση, η απορία, η ανασφάλεια...

Τόν κότινο εν τέλει, τόν πήρε η σιγουριά.

- Η πιό έντονη στιγμή, ανεξάλειπτη στό πίσω μέρος τού εγκεφάλου μου...
- Τού ποιού;
- Σέ παρακαλώ! Πάνω πού πήρα φόρα...
- Σέ πειράζω πιγκουινάκο μου!
- Εκείνες οι στιγμές ήταν απίστευτα... Πώς νά τό πώ... Σημαδιακές. Εεε.. Δέν βάζεις λίγο κρασί; Γέλιο μέ δάκρυα, λυγμοί μέ χαμόγελα... Τότε.... Ναί...
- Πότε καλέ; Πιές λίγο. Λίγο περισσότερο. Πολύ δηλαδή.

Τρείς γουλιές οίνου ποσότητος συναντωμένης μόνο σέ ύδωρ καί σέ περιβάλλον καύσωνα, δρομολόγησαν κάπως, τά πράγματα.

- Κλαυσίγελως είπαμε, ε; Μμμ... Ναί, Ήταν τότε. Καλοκαιρινός μήνας. Ο θερινός ο σινεμάς έπαιζε τό Sleepers. Οι έξεις τού Kevin Bacon, τά χάδια του πρός τόν Ron Eldard, έδωσε ιδέες. Φάγαμε κεφτεδάκια, φλυαρήσαμε λίγο καί στό σπίτι. Βουρ. Δέν θά διηγηθώ τά μετά. Θά σού πώ όμως τά μετά τού μετά. Οριζοντίως, ανάσκελα νομίζω, μ’επεσκέφθη. Κλάμμα καί γέλιο μαζύ. Εντονότατα. Καί πολλή ώρα. Γέλιο γιά τήν ανείπωτη χαρά τής ανακάλυψης τής σαρκικής ηδονής καί μ’αναφυλητά κλάμμα πού τήν συνάντησα τόσο αργά. Στά 26 μου; Μήπως 25; Μπορεί καί 24. Σίγουρα πάντως στήν τρίτη δεκαετία τής ζωής μου. Πόσο είμαι τώρα βρέ Βιβή; Τα 19 δεν έκλεισα πρό τριών μηνών;
- Νά σού πώ... Θά πλύνης εσύ τά πιάτα; Πάω γιά τσιγάρο εγώ, στό σαλόνι, παρέα μέ Λαμπίρη.

*********************

Συμπάθα με γιά τό ρεπετισιόν· υπήρχε λόγος...

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats