Tempus fugit memoria autem
Ἐξ ἀπαλῶν ὀνύχων βουτηχθεὶς στοὺς γιὰ τὰ δίκαια τοῦ λαοῦ κοινωνικοὺς ἀγῶνες ἀναπόφευκτα ὀργανώθηκα στὴν ΚΝΕ Καλλιθέας (ὄχι τὸν δῆμο, κουτό!) τὴν ἐποχὴ τοῦ ἐνιαίου Συνασπισμοῦ κατὰ τὰ πρῶτα μου γυμνασιακὰ χρόνια. Ἀκολούθησαν οἱ καταλήψεις ἐπὶ κυβέρνησης Δρακουμὲλ ὁπότε καὶ βρέθηκα ἐπικεφαλῆς στὸ μαθητικὸ ὄργανο τοῦ σχολειοῦ μου. Εἶχα τὸ ἔντονο μπλὰ μπλά, τὸ ντοῦρο λέγειν καὶ τρούπωνα ῥὲ παιδί μου, ἀναδεικνυόμουν χωρὶς κόπο ἰδιαίτερο, τὸ εἶχα!
Κατόπιν στὴν δουλειά, τὰ πράγματα ἦταν πολὺ ἀπογοητευτικά. Μιὰ μεγάλη ἑταιρεία μὲ ἀρκετοὺς ὑπαλλήλους, ἡ πλειονότητα τῶν ὁποίων ἦταν πολλὰ χρόνια ἐκεῖ χωρὶς τὴν παραμικρὴ διάθεση χειραφέτησης, μὲ εὐνουχισμένη τὴν ταξικὴ συνείδηση. Κάποιες προσπάθειες ποὺ εἶχαν γίνει κάποτε, πολὺ πρὶν πάω ἐγώ, εἶχαν διαλυθῇ ἀπὸ κάτι ἂς ποῦμε πραιτωριανοὺς τῆς διοίκησης στὴν ὁποίαν πάνω πάνω ἦταν μιὰ κωλοπετσωμένη ἑλληνίδα τῆς διασπορᾶς. Μὲ εἴκοσι χρόνια θητεία στὴν ἑταιρεία εἶχε δημιουργήσει ἀδιατάρακτους δεσμοὺς κι ἐπαφὲς σὲ κάθε τμῆμα τῆς ἑταιρείας μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταστέλλῃ ἐν τῇ γενέσει τους κινήσεις γιὰ αὐτοοργάνωση. Δύσκολα πράμματα…
Μετὰ ἀπὸ τὴν εὔλογη περίοδο προσαρμογῆς στὰ τῆς ἐργασίας καθήκοντα, προσπάθησα νὰ ἀνθιστῶ ποιοί ἀπὸ τοὺς συναδέλφους δὲν ἦσαν στὸ ἄρμα τῆς ἱεραρχίας· κατόπιν μὲ κάποια ὑπονοούμενα, ἔθιγα ζητήματα ἁπτόμενα τῆς ἐκμετάλλευσης, τῆς μὲ τὸ καλαμάκι ῥούφας τοῦ αἱμάτου τοῦ ἐργαζόμενου, τῆς ἁρπαγῆς τῆς ὑπεραξίας ἀπὸ τοὺς ἀδηφάγους καπιταλιστὲς καὶ ἄλλα τέτοια δύσκαμπτα παρωχημένα, παπαριὲς καμαρωτές, βρυκολακιασμένα κλισὲ γιὰ μιὰν προοδευμένη χώρα μέν, ὄχι ὅμως γιὰ τὴν Ψωροκώσταινα. Τὴν Ψωροκώσταινα καὶ τοὺς ἰδιῶτες της οἱ ὁποῖοι μεταξὺ πασιέντζας στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ὕπνου σὲ ἀποθῆκες θυμόντουσταν τοὺς ἰσχνοὶ μισθοὶ καὶ τὴν ἀναλγησία τοῦ Κεφάλαιου (sic). Κάποιοι, τσίμπησαν.
Φτιάξαντες φράξια –τῆς ὁποίας ἐννοεῖται! μπροσταρίστηκα– προσπαθήσαμε νὰ προσεταιριστοῦμε περισσότερους συναδέλφους προσέχοντες μάλιστα νὰ φθάσῃ σὲ πρόθυμα ὑψηλὰ ἱστάμενα αὐτιὰ αὐτὴ ἡ ἐν σπαργάνοις προσπάθεια δημιουργίας ὀργάνου προάσπισης τῶν δικαίων τοῦ σκληρὰ χειμαζομένου προσωπικοῦ τῆς ἑταιρείας. Φυσικὰ μόλις ἔγινε τοῦτο μαθευτὸ - fama volat - οἱ ὕαινες τῆς διοίκησης προσπάθησαν νὰ ποδηγετήσουν τὴν κίνηση κάτι τὸ ὁποῖο ἔγινε βοηθείᾳ μάλιστα ἐμοῦ· ἦταν ξεκαρδιστικὰ εὔκολο νὰ πείσω τοὺς ἀποφασισμένους γιὰ δράση ἀλλὰ πολὺ πολὺ πολὺ ἀθώους συναδέλφους ὅτι ἡ ἐγκόλπωση τίνι τρόπῳ τοποτηρητῶν (πές τους ῥουφιάνους ἄν θὲς) στὴν φράξια θὰ βοηθοῦσε τὸ ἔργο μας. Θὰ τὸ βοηθοῦσε διότι ἐκ τῶν ἔσω θὰ ἀντιλαμβάνονταν τὴν ἰσχύ μας, τόνιζα στοὺς συναγωνιστὲς χτυπώντας τὴν παλάμη τῆς δεξιᾶς στὴν χούφτα τῆς ἀριστερᾶς, ἀλλὰ - συνέχιζα κορδωμένος - καὶ σὲ μιὰ τέτοια χρονικὴ συγκυρία, μὲ τὰ πάντα στὴν ἀρχὴ δὲν εἴχαμε πολλὰ περιθώρια ἐπιλογῶν. Ἔτσι ἔλεγα, ναί! Διότι μὴν ξεχνᾶτε συνάδελφοι! Οἱ ἀστοὶ μόνοι τους, θὰ μᾶς δώσουν τὸ σκοινὶ μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τοὺς κρεμάσουμε - πάντα ἕνας Οὐλιάνωφ λειτουργεῖ ψαρωτικὰ στὸ λοῦμπεν προλεταριάτο τὸ ὁποῖον θαρρεῖ πὼς ἔχει πιάσει τὸν παπᾶ ἀπὸ τὸ ὄσχεο μόλις ἀκούσῃ λενινιστικὰ τσιτάτα καὶ νομίσῃ ὅτι ὑποκειμενικοποιεῖται στὸ προτσὲς τῆς ἱστορίας!
Ἀπορῶ ἀκόμα καὶ τώρα, ὁπότε πολλὰ ἔχουν ἐκτεθῇ, ποὺ οὐδείς, ἔστω κατ’ἰδίαν, δὲν μὲ ἔψεξε γιὰ τὶς τότε τοὐλάχιστον προβοκατόρικες ἐπιλογές μου. Διότι ναί, ὅλα τὰ τότε, ὅ,τι ἔκανα γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τοῦ πτωχοῦ κι ἀδυνάτου μικρομεσαίου κακόμοιρου συναδέλφου ἔγινε μὲ ἀπώτερο βλέμμα στὴν ἰκανοποίηση τοῦ κυρίου ἐνστίκτου, ἔ, τί; μαλακεῖες θὰ λέμε (ἀκόμα καὶ) τώρα; Ἀπορῶ μὲ τὸ ποιὸν καὶ τὸ ποσὸν τῆς ὀξυδέρκειας τῶν συναγωνιστῶν μου οἱ ὁποῖοι παρότι εἶδαν διευθυντὲς νὰ μᾶς συνοδοιποροῦν (σὲ τέτοιον βαθμὸ ὥστε κάποιοι νὰ ποῦν ὅτι ἐμεῖς τελικὰ γίναμε οἱ ὀρντινάτσες τους), παρότι συμμετέσχον σὲ ψηφοφορίες γιὰ τὸ δοτὸ τῶν ἀξιωμάτων μας στὶς ὁποῖες θὰ δακρυογέλαγαν μέχρι καὶ σοβιετικοὶ ἰνστρούχτορες, συνέχισαν μὲ τὸ ἴδιο σθένος καὶ πίστη. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε πὼς qui tacet consentit. Ἀρνοῦμαι νὰ πιστέψω ὅτι τοὺς γλύκανε ἡ τοποθέτησή τους σὲ κάποιες ὁμορφονόματες θέσεις· μὰ γίνονται τοῦτα σὲ ψωροκωστιανούς;
Αὐτὲς οἱ ποσοτικὲς σωρεύσεις σὲ μάκρος χρόνου, ἐπέφεραν καὶ μιὰν ποιοτικὴ τέτοια, μὲ τὸν φόβο μάλιστα τοῦ quinon proficit deficit. Τὸ γυρίσαμε περισσότερο σὲ ἀκτιβιστικὸ ἐκτὸς φυσικὰ ἀπὸ κάποιες χαρτογιακάδικες σφραγιδάτες κινήσεις οἱ ὁποῖες ὡστόσο μὲ μαρτυροῦσαν, μὲ ἐπεδείκνυαν, μὲ φανέρωναν στὰ πέριξ. Μιά, μὲ προσεγμένη μάσκαρα καὶ σταθερᾶς χειρὸς ἄυ λάινερ, ἰδιότης σὲ ψηλώνει μπόλικους πόντους. Αὐτὸ τὸ ἀντιλαμβάνεσαι, τὸ καταλαβαίνεις χωρὶς τὸν παραμικρὸ πρόλογο. Οἱ ἄλλοι ὅμως πῶς τὸ βλέπουν; Ἀστεῖα περιττὸ τὸ ἐρώτημα! Πάντα libens, volens, potens! Μιὰ παντοὺ ἀκτινοβολία! Res, non verba βρεθήκαμε στοὺς δρόμους νὰ θεωροῦμε πὼς μὲ τὸ νὰ διανύουμε χελωνάτα, χίλια ὀκτακόσια μέτρα θὰ ἀλλάζαμε τὴν μοίρα μας. Ξώφθαλμη παραχώρηση τὸ πρῶτο πληθυντικοῦ, ἤξερα τὴν ματαιότητα, τὸ ἄκυρο, τὴν μαλακία (sic) αὐτῶν τῶν κινήσεων, ἔλα ὅμως ποὺ ἦταν ἁπλῶς τὸ μέσον… Πέταγα κάτι πασιοναρίστικα στοὺς συντρόφους μου vires acquirit eundo καὶ ταχύναμε τὸ βῆμα.
Ἀκριβῶς πάνω στὸ citius, altius, fortius τὴν εἶδα. Πρόλαβα καὶ γράπωσα τὸ πάνω μου βλέμμα της τὸ ὁποῖο μόλις κατάλαβε τὸ δικό μου, στράφηκε ἀλλοῦ, κύτταξε κάποιους συντρόφους γιὰ ξεκάρφωμα. Τότε τὸ καὶ τὴν συνειδητοποίησα, Ἄ! εἶσαι κι ἐσὺ ἐδῶ; Ἦταν μιὰ χαμηλῶν τόνων κοπέλα, χωρὶς ἰδιαίτερη κοινωνικότητα, ἀλλὰ χρειαζόταν τέτοιο παιδί, γλώσσας φθόγγους γιὰ νὰ σερβίρῃ τὴν παρουσία της; Ἁρκοῦσε τὸ φυζίκ της, παρουσία μὲ τὰ ὅλα της, ἀποθέωση τῶν ὀφθαλμῶν, μούσα νοός, τσίγκλισμα τοῦ ὑπογαστρίου. Διότι… Τὰ ὑπάρχοντά της σὲ κοινὴ θέα ὅπως εἶχε πεῖ καὶ ὁ Τζόυς. Χμ… Ὥστε ἐδῶ ἤσουν. Μωρὲ κάτι μοῦ θύμιζε ἡ κοπελιά… Ἀνοίκεια ἡ μορφή της, δυσκολευόμουν ἀμέσως νὰ τὴν γνωρίσω! Ἄ! Ναί! Ἐσὺ εἶσαι, εἶσαι; Βλέπεις δὲν τὴν γνώριζα ντυμένη, τὴν γνώριζα μόνον ἀπὸ οὐκ ὀλίγες φωτογραφίες της ποὺ εἶχαν κυκλοφορήσει μεταξὺ συναδέλφων (συντρόφων καὶ μὴ) στὶς ὁποῖες πόζες, ἡ ἔνδυσή της ἀφίετο σὲ αὐστηρὰ νηστεία· πιθανῶς εἶχαν ἀπαλλοτροιωθῇ ἀπὸ τὸν ἐξετάζοντά την γυναικολόγο της, δὲν πιστεύω πὼς τὶς μοίραζε ἡ ἴδια! Ναὶ ναὶ ναὶ θὰ τὶς εἶχαν κλέψει ἀπὸ τὸν ἰατρό της, ἂν καὶ οἱ προσώπου ἐκφράσεις της δὲν μαρτυροῦσαν πόνο, δυσαρέσκεια ἢ δυσανασχέτηση γιὰ κρύα ἀποστειρωμένα ἐργαλεῖα. Ἐσὺ εἶσαι λοιπόν!
Ὁριστικό, αὐτὴ ἦταν, ναί. Μιὰ συνάδελφος, ὄψιμη συνοδοιπόρος στοὺς περὶ τῶν κεκτημένων ἀγῶνες μας, μαζὺ σὲ καινούρια μονοπάτια πάλης, λίγο ἁλατοπίπερο στὰ ἄνοστα πρωινὰ αὐτῶν τῶν ἀσφάλτιων καλντεριμιῶν. Ἐπιτέλους, εὕρισκαν ἀνταπόκριση κι ἐφαρμογή, πραγματώνονταν τὰ πομπωδῶς διακηρυττόμενα περὶ κοινοκτημοσύνης στὴν ἰδεατὴ αὐριανὴ κοινωνία μας. Καθ’ὅσον… Φῆμες λέγαν ὅτι εἶχε ἀμέτι μουχαμέτι βάλει νὰ πάρῃ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο λαό, τῆς δουλειᾶς ὑπηκόους, ἀπὸ τὴν πιὸ ὑψηλὴ κλίμακα μέχρι καὶ τὴν χαμηλότερη, τὴν μικρότερης διαμέτρου τοῦ τελευταίου τῆς ἀμάξης τροχοῦ. Ἀπὸ σεντονάτα γαλονάτους διευθυντάδες, μέχρι δόκιμους ἀσκούμενους ἀποθηκάριους. Στὸ φάσμα τῆς συλλογῆς της ἔκανε καὶ κάποιες ὑπερβάσεις· ἐπεδίωκε, κατὰ πὼς λέγαν οἱ φῆμες πάντα, νὰ θυσαυρίσῃ τὰ τρόπαιά της καὶ στὴν ἀλλοδαπή, κάπου μεταξὺ Φλάνδρας καὶ Βαλλονίας εἶχε συμμετάσχει σὲ ἕνα βλάχικο γλέντι μὲ ἔπαθλο μπόλικα μιλιγκρὰμ ὤχρινων ζήτω. Στὰ ἴδια μέρη, βάσει αὐτοπτῶν μαρτύρων, ἔσιαχνε μὲ πονηρὰ ἐκλεκτὲς ματιὲς καὶ τσιφτετέλιους συνειρμούς, ἐντυπώσεις σὲ ἕναν ἄλλον ἐρίφη ὥστε οὗτος μετὰ ἀνάσκελα καιροῦ νὰ δηλώνῃ ἔρωτα ἀλλὰ κι ἀπορία. Ζυμωμένη ἔκπαλε στὸν τιμανδρισμό, πουτάνα ἀπὸ τὴν κούνια, πουτάνα καὶ στὴν ῥούγα καταπὼς εἶχε καὶ γιὰ τὴν ἀνηψιά του πεῖ ὁ Τζέησον Κόμπσον, οἱ φῆμες ψιθύριζαν πὼς συνδεόταν ἐρωτικά, συναισθηματικά, σαρκικά, ἐγκεφαλικά, κοινωνικὰ μὲ ἕναν κύριο ὁ ὁποῖος, βάσει τοῦ ἀστικοῦ κώδικα καὶ ἑνὸς χαρτιοῦ στὴν οἰκεῖα του μητρόπολη, θεωρεῖτο πανδρεμένος· τοῦτο ὅμως (τὸ σκάλωμα γιὰ παντρεμένους) βάσει τῶν φημῶν οἱ ὁποῖες ἀνίδρωτα συνέχιζαν νὰ παραληροῦν, ἦταν ἡ λυδία λίθος γιὰ ἕναν θαλερὸ κι ἀκατάβλητο καὶ παλλόμενο καὶ χωρὶς τέλος ἐρεθισμό. De gustibus non est disputandum, νό; Παραλλήλως, ἀφοῦ τὸ αὐτῇ ἀφιερωμένο ὡράριο τοῦ πανδρεμένου κυρίου ἦταν ὀλίγον πὰρτ τάιμ, ἡ ἄρτι συναγωνίστρια μάζευε - omne bonum trium - ἐμπειρίες γιὰ τὸ ἀνθολόγιό της μὲ μιὰν εἰδίκευση στὴν μοριακὴ (sic) ἀνθρωπολογία. Usus est magister optimus τὸ δίχως ἄλλο! Συνειδητοποιημένη μέχρι μυελοῦ τῶν ὀστῶν, κατὰ πὼς συνέχιζαν οἱ ψίθυροι, γιὰ τὴν ματαιότητα καὶ τὸ βραχύτατο τῆς διάρκειας τῆς ὁμορφιᾶς, ἐξακολουθοῦσε τὴν συλλογὴ ἐμπειριῶν ἀπὸ συνθαμῶνες τῆς δουλειᾶς· σειρήνευε ἄγουρα μὰ καὶ λαχταριστὰ ἀνηψούδια προϊσταμένων παρασέρνοντάς τα σὲ τουαλέττες λαμβάνουσα πίπα καὶ δίδουσα ῥαντεβοὺ σὲ pm hours γιὰ τὰ περαιτέρω, ἤτοι γιὰ πιότερο βολικὴ ἀνταλλαγὴ ὑγρῶν. Σχεδὸν συγχρόνως χρονικά, συνέχιζαν οἱ φῆμες πίνοντας δύο γουλιὲς νερὸ ἕνεκα στεγνωμένο στόμα, τὸ σ’ἄλλον συνάδελφο κούνημα τῆς πυγῆς της καὶ ὅσων λεκτικῶν τὸ συνοδεύουν, εἶχε κάνει τὸν ἀποδέκτη τῆς τσαλίμικης αὐτῆς φιγούρας, σὲ τόσον βαθμὸ νὰ πιστέψῃ σὲ αὐτὸ ποὺ λέγεται σχέση, ὥστε ἔστελνε λοιποὺς συναδέλφους νὰ γνωρίσουν τὴν καλή του!
Πέρα ἀπὸ τὴν καταγραφή, ταξινόμηση, ἀρχειοθέτηση, τῶν γλεντησάντων αὐτὴν, τὸ ὑπέρτατο στὴν ὅλη φάση, βάσει τῶν λεγομένων τῶν φημῶν, ἦταν ἡ κολλεγιὰ μὲ πανδρεμένους, εἶχε θέμα λέμε, ναὶ ναὶ ναί. Οἱ φῆμες ἐπιτάχυναν καὶ ἑρμήνευαν: Βάσει μιᾶς μὴ ταιριαστῆς μὲ τὰ ἔξω της, ψυχοσύνθεσης, βολευόταν νὰ συγκρίνεται μὲ μιὰ παντρεμένη ἡ ὁποία παντρεμένη ἀκριβῶς ἐπειδὴ τὰ εἰωθότα τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν μας ἐπιτάσσουν κοινὴ στέγη μὲ τὸν σύζυγο, εἶναι τὸ πλάσμα ποὺ θεᾶται ἀπὸ αὐτὸν σχεδὸν συνεχῶς. Αὐτὸ τὸ συνεχῶς τὴν περιλαμβάνει καὶ στὰ καλά της φυσικὰ ἀλλὰ καὶ στὰ λιγότερο καλά. Παναπεῖ παρέα μὲ κρεμμύδια στὴν κουζίνα καὶ μυρωδιὲς μπρόκολου, πρησμένο πρόσωπο μετὰ ἀπὸ ἑπτάωρο νάνι, μυρωδιῶν κατευόδιο τέως μάσας στὸ ἀποχωρητήριο… Ἐνῷ αὐτή… Γκομενάκι τσίλικο ποὺ στὰ 72 λεπτὰ μιᾶς ἐξόδου (ἀρβανιτιστί: ξεπέτα) κατακλυόμενο ἑνὸς ντιὸρ ἀρώματος, μὲ κολλητὰ τὴν ἀνατομίαν της ἀναδεικνύοντα ῥοῦχα, νύχι λουτέτιο κι ἄπειρα ναὶ σὲ ὅ,τι κι ἂν ἀκούσῃ… Ἔ, χωρᾷ σύγκρισις μὲ μιὰ σύζυγο τῆς ὁποίας μυρίζεις τὴν σκατίλα μόλις μπῇς στὸν καμπινὲ μετὰ ἀπὸ αὐτήν; Σοβαροὶ νὰ εἴμαστε! Ἀρέσκετο λοιπόν, τὴν εὕρισκε νὰ ἐπιδεικνύεται σὲ παντρεμένους καὶ νὰ στέλνῃ τὴν σκέψη τους σὲ παραπονεμένες καὶ σχεδὸν σικὲ συγκρίσεις μὲ τὴν συμβία τους. Ἔτσι ἔλεγον αἱ φῆμαι!
Ὅλοι πάντως οἱ ποτίσαντες αὐτήν, τόνιζαν –καὶ τοῦτο τὸ πίστωναν γενναιόδωρα πέρα ἀπὸ κάποιες πικρίες ποὺ προφανῶς εἶχαν– πόσο πολὺ ὑπεύθυνη καὶ συνειδητοποιημένη ἦταν γύρω ἀπὸ ἀνεπιθύμητα γεγονότα τοῦ ἄκρατου πόθου ἐνδεχόμενα. Γι’αὐτὸ καὶ ὅπως σωρηδὸν ἐλέγετο καὶ ὅλες οἱ μαρτυρίες ἐπιβεβαίωναν καὶ ἐπιβεβαιώνονταν, μὲ ὑπέρτατη ὑπευθυνότητα ἀφήνετο νὰ ἐρωτευθῇ μόνον (καὶ καθ’ἕξιν καὶ κατὰ συρροὴν καὶ κατ’ἐξακολούθησιν) ἀπὸ σωματικὲς διόδους μὴ ἔχουσες ἄμεση ἐπαφὴ μὲ σάλπιγγες, ὠάρια καὶ μῆτρες, καὶ λοιπὰ ἐπικίνδυνα χόμπυ, ὀπισθογεμῶς ἤγουν τὸ μπιραλάχ (καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν πρώτη φορὰ), ἡ πλέον σίγουρος καὶ τελεία καὶ ἀσφαλεστάτη μέθοδος ἀντισυλλήψεως· τοῦτο ναί, σύμπας ὁ κόσμος τὸ παρεδέχετο μὲ σεβαστὸ λίκνισμα τῆς κεφαλῆς καταπίνοντας, ἴσως δὲ καὶ μὲ μιὰν ἡδείαν θύμηση. Κωλοκατάσταση...
Σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ χύδην, ξέμπαρκα γυρνοῦσε πὺξ λὰξ κι ἐκτιθέμενη καὶ περιφερόμενη καὶ περιπλανώμενη καὶ ἐγκαταλελειμμένη μιὰ ὄχι φήμη ἀκριβῶς μὰ κάτι ἄλλο ποὺ δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ γίνῃ πιστευτὸ ἀλλὰ εἶχε μιὰ συνάφεια μὲ ὅ,τι κυκλοφοροῦσε. Διότι ὅταν τελειώνῃ ὁ ἔρωτας, κάποια κομμάτια δικά σου παραμένουν στὸν ἄλλον καὶ ξέρεις ὅτι ἀκόμα καὶ στὰ χώρια σὲ πάει, σὲ φέρνει καὶ σὲ κάνει ὅ,τι θέλει, τὰ τεύχη σου δηλαδή, αὐτὰ ποὺ τοῦ ἄφησες (ἐκούσια κι ἀκούσια) κι ὅλα τοῦτα μπορεῖ καὶ τὰ πραγματοποιεῖ τόσο εὔκολα πιὰ ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει ἡ φυσικὴ ἐπαφὴ γιὰ νὰ (τοῦ) ζητήσῃς νὰ σταματήσῃ. Κι εἶσαι ἔκθετος κάθε μέρα καὶ κάθε στιγμή, νοιώθεις τὸ εἶναι σου νὰ ἠλεκτρίζεται, νὰ μὴν γίνεται νὰ ἠρεμήσῃ ἐπειδὴ προφανῶς ἡ ἄλλη πλευρὰ ἐκεῖνες τὶς στιγμὲς τοῦ σπαράγματος, κακομεταχειρίζεται τὰ δικά σου ποὺ φυσικὰ δὲν εἶναι πλέον δικά σου.
Τὸ κρεσέντο τοῦ Σταμάτη καὶ τῆς Λίνας, τὸ λίγωμα γιὰ νὰ πᾶμε στοῦ κόσμου τὴν πιὸ νευρικιὰ διαδρομή, μοῦ διέκοψε τὶς ἀναμοχλεύσεις καὶ τὸ ἐπιβητόρων μέτρημα (εἶχα ξεφύγει ἀπὸ τὰ δάκτυλα τῶν χειρῶν καὶ δὲν μποροῦσα στὸ κέντρο τῆς πόλης, νὰ ξεκαλτσωθῶ καὶ νὰ χρησιμοποιήσω τὰ τῶν ποδιῶν!) κι ἐπανῆλθα στὰ τώρα. Κι ἀκριβῶς πάνω στὴν προσταγὴ - στριγγλιὰ - προτροπὴ τῆς Μαρίας Δημητριάδη γιὰ νὰ βαθιὰ καταλάβουμε τὸν φασισμό, γύρισε πρὸς τὸ μέρος μου πάλι. Σήκωσα τὰ μάτια μου ἀπὸ τὴν γκρὶ κολλητὴ φόρμα της καὶ τὴν κύτταξα, τὴν κύτταξα λίγο, ὅσο διήρκεσαν δύο βραχεῖς γόοι τῆς ἀοιδοῦ περὶ τοῦ ἀπαπαπὰ ὁλοκληρωτισμοῦ. Ἀφήνοντάς την, ἅπλωσα τὴν ματιά μου σὲ ὅλο τὸ μπλὸκ τῶν συναδέλφων παύλα συντρόφων παύλα συναγωνιστῶν. Σπινθήριζε στὶς κόρες τους μιὰ ἀνεκλάλητη ἀδημονία γιὰ νὰ ἀρχινίσουν τὸ κρήμνισμα τοῦ συστημάτου ἢ μήπως μπρὲ θύμησες τοὺς εἶχε ξυπνήσει ἡ γύρω τους κοπέλα; Σήκωσα τὸ χέρι, ψηλὰ στὸν οὐρανό, πᾶμε σύντροφοι! Ἐμπρός! Γυάλισε ὁ χρυσὸς χαλκὰς συναντήσας ἀκτίνα τοῦ ζωοδότου ἡλίου καὶ πῆγε, ὤ, τί σύμπτωσις! στὰ μάτια τῆς περὶ ἧς ὁ φήμιος λόγος! Ἕνα ἀμβλὺ ἠλεκτροσόκ, θάμβος ἀγαστὸ ἐφάνη νὰ ταράζῃ μιὰν ἔκφρασης ῥυτιδούλα στὸ μέτωπό της, φάνηκε ἡ βέρα μου, τὴν εἶδε!
Ἀστραπηδὸν πέρασαν ἀπὸ τὸ μυαλό μου ὅλα τὰ μέλλοντα! Ἔνοιωσα σὰν νὰ συμμετέχω σὲ φτιαχτὸ ὑπὲρ ἐμοῦ παιγνίδι! Μιὰ ἀκατανόητη σιγουριὰ γιὰ τὸ ὅτι ἴσως καὶ νὰ ἦταν περιττὴ ἡ κίνηση συστάσεως τῆς οἰκογενειακῆς μου κατάστασης· ἡ κόρη εἶχε ἤδη δωθῇ, κερδίσασα ἕνα στοίχημα μὲ κάποια τῆς τύχης τερτίπια. Μὲ εἶδα στὰ χέρια καὶ τὶς προθέσεις της ἀφημένος… Αἰσθάνθηκα κάτι πρωτόγνωρο, νἄχω ἐγκαταλείψει κάθε ἀνάγκη περαιτέρω τεκμηρίωσης τοῦ δυναμισμοῦ μου καὶ νὰ προτίθεμαι νὰ μ’ἅγῃ καὶ νὰ μὲ φέρῃ κατὰ τὴν ξόρκια βούλησή της. Θαμπωμένος αἰσθάνθηκα μιὰν σὰν ναρκωτικὸ εὐδαιμονία νὰ κατακλύζῃ τὸ μέσα μου δημιουργώντας αἰσθήματα κτητισμοῦ καὶ προοικονομημένης σιγουριᾶς! Μπορεῖ νὰ φαίνεται τραγικὰ γκροτέσκα ἡ βεβαιότητά μου ἀλλὰ δὲν μὲ γελᾷ ποτὲ τὸ ἔνστικτό μου ἴσως ἐπειδὴ de minimis non curat praetor… Γι’ αὐτὸ καὶ ἔδωσα ῥαντεβοὺ γιὰ τὶς ἐννέα τοῦ Ἰούνη, συμφώνησα μάλιστα μὲ τὸν ἑαυτό μου:
Ναὶ ναὶ ναί! Θὰ τὴν τυλίξω! Θὰ γενῶ ὁ γιὰ πάντα της, τὸ magnus opus της! Θὰ τὴν τυλίξω! Τὶς φορὲς ποὺ θὰ διεισδύω μέσα της, σὲ γονιμοποιήσιμη ὀπή, θὰ χαράζω ἀπὸ πρίν, μουλωχτῶς, μέσα στὸ κλινῆρες σκότος, τὸ σκουφάκι ὥστε αἱ βίαιαι κινήσεις νὰ προκαλέσουν διάρρηξη τῆς νάυλον προστασίας καὶ νὰ χυμήξουν δεσμευτικότατα ὅλοι οἱ μαστιγοφόροι ἡρακλεῖς τοῦ ἀνδρισμοῦ μου!
6 σχόλια:
και μετά από όλα αυτά, ελπίζεις πως η ΑΕΓΚ θα δει πρωτάθλημα;
(Natura non facit saltus.)
δ
Δηλαδή;
ε, είπα να γράψω και γώ το δικό μου το λατινικό.
=η φύσις δεν κάνει άλματα .
(οσο αφορα την άεκ εννοώ)
δ
Ἡ ΑΕΚ εἶναι μεταφυσική.
χα χα χα
ωραία τότε
...postnatura
(και γω ΑΕΚ είμαι)
δ
ΑΕΓΚ ;;;;;;;;;
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα