Πέμπτη, Απριλίου 09, 2009

Δέκα μεῖον πέντε μεῖον πέντε...

...Θἄκανα λοιπόν, δῶρο στόν ἐαυτούλη μου, ναί ναί, βέβαιαααα! Καί ἕνεκα ἡ ἑορτή, ἀλλά καί ἡ ἀνάγκη πρός σουβενίρ, ὁπότε ναί, ἀπό ἐδῶ!

Ἤμεθα στάς ἐκβολας τῆς λεωφόρου Ἁγίου Μιχαήλ, καί πιάσαμε νά κατηφορίζωμε ἕνα δρομάκι ἀκολουθώντας τίς μυρωδιές. Ἐγώ, πιστός εἰς τάς ἑλληνοχριστιανικάς ἐπιταγάς πεισματικῶς ἀρνούμην νά παραδώσω τό βῆμα καί τήν κατεύθυνσή μου σέ τολύπες ὁσμῶν αἵτινες λίκνον ἔσχον αἱμάτινα σαρκία.

Ὡστόσο, ἡ παρέα μου, μιά θλιβερά ὑπαρξις [τήν ὁποίαν μοῦ ἐπέβαλλε μιά ζοφερά νύκτα ἀσήκωτης μέθης ἕνεκα τῆς ὁποίας δέν ἐδυνήθην ὅπως τραβηχθῶ (σέ φεστιβάλ κατσαρῶν διαχυτητικοτήτων) ἀποτελέσματι ἐννιάμηνο βάσανο καί ἰσόβιον ταλαιπωρίαν] ἕνα ἀσεβέστατον ὑποκείμενον, μιά κακοηθεστάτη παρουσία, ἕνας ἀποτρόπαιος ὀργανισμός ἄνευ τῆς παραμικρᾶς ἠθικῆς ἀναστολῆς μέ αἴσχιστες καί ἀνύπαρκτες ἀντιστάσεις, ἔσπευδε πρός μέρος ἔνθα τσιτσίριζε θράκα μεγαλοπρεπής μέ μπόλικα πινάκια καί ἀχνίζουσες χύτρες.

Κυττοῦσα δεξιά, κυττοῦσα ἀπό τήν ἄλλη, ἔψαχνα τρόπους ἀπαγκιστρώσεως ἀπό τήν σκύλα ἀλλά κάποιος μυστικός ὁμοιοπολικός δεσμός μέ τηροῦσε δίπλα της, σχεδόν κολλητά καί ἐντελῶς ἀναπόφευκτα μέ τήν σιχαμένη μυρωδιά της, οἴστρου μυρωδιά, ἔαρ γάρ.

Ὥσπου, ὥσπου ὥσπου ὥσπου ὥσπου, ἐκεῖ δεξιά (ἄχ! πάντα δεξιά!) στήν ἄκρη τοῦ βεληνεκοῦς τοῦ μέ θολή ὁρατότητα ὀφθαλμοῦ μου, διέκρινα ἐντός καφέ προθηκῶν, σέ βέγκε περιβάλλον κάτι μαῦρα καί μαρόν ἀντικείμενα. Μά ναί, ὁ ἵμερος ἦταν οἷος ὥστε ἅμα τῇ θέᾳ των, μύριζα κιόλας βελούδινο καπνό!

Γορδίεψα τήν ἐκ τοῦ σύνεγγυς ἐπαφή μέ τήν ἀπαίσια συμβία μου – πού κακή δεκαετία νἄχῃ ἡ ἐλεεινή – τήν ἔσπρωξα μάλιστα ἐλαφρῶς μπάς καί ἀντιληφθῇ τό ἀγανακτησιακό μου μπούχτισμα καί προσέτρεξα στό tabac mall.

Μπονζοῦυυυρ!

Ὄπισθεν τοῦ ταμείου, ἕνας ψηλός μεσόκοπος τύπος μέ κιτρινιάρικα χαρακτηριστικά· πρόσωπο terra incognita γι’ αὐτό πού λέμε χαμόγελο, ἀξυρισιά τόσων ἡμερῶν ὥστε νά θεωρῇται ἀφροντισιά καί ουχί στύλ, μάτια - ματιά μόνον πρός τά χαρτονομίσματα.

Τοῦ ζήτησα νά δῶ τίς πίπες.

Αἱ ὁποῖαι ἦσαν σέ μιά γυάλινη βιτρινούλα ἐκτός τοῦ πεδίου δράσεως τῶν χειρῶν του. Φόρτωσε μιάν ἀμβλείαν δυσανασχέτηση διό τόν ἠνάγκασα νά ἀφήσῃ τούς τσιγαραγοράζοντες καί ἐξῆλθε τοῦ χώρου του. Ξεκλείδωσε τήν βιτρίνα καί ὦ λαλά, ἐπέδειξε μιάν ἀβρότητα ἐπιτρέπων μοι νά προσεγγίσω.

Ἄρχισα νά ἐξετάζω ἀποκαθηλώνοντας τά συρίγγια ἀπό τάς θέσεις των. Κατ’ἀρχάς, τέσσερις μοῦ ἄρεσαν, τίς ἐγκολπώθην καί τίς ψηλάφιζα. Ἡ κάβα ὡστόσο εἶχε ἀρκετές, ἐνδιαφέρουσες πρέπει νά εἴπω, συνεπῶς ξεστράτιζα τίς ματιές μου βιτρίνοζε, ἀπιστών στίς πρῶτες.

Κι ἐκεῖ, ὡσάν τήν τσουτσοῦ ἤρχετο ὁ καπνέμπορας ἐτσίμπει τάς τέσσαρες καί τίς ἐκρέμει καί πάλι εἰς τήν προτέραν αὐτῶν θέσιν!

Καλέεεε! Θέλω νά τίς δῶ, νά τίς συγκρίνω! Θέλω νά μέ θαυμάξω στόν καθρέπτη, ποῖα δένει ἁρμονικώτερον μέ τά ἐκπάγλου καλλονῆς μεσόγεια χαρακτηριστικά μου! Άλλά ποῦ νά ξέρῃς ἀπό θάλαττα, σηκουάνειε ἀνήλιαγε χολερικέ καχεκτίκου!

Τίποτε αὐτός! Ὅποια ἄφηνα γιά νά δῶ μιάν ἑπομένη, μέ τάκτ καμαριέρας τήν ἐπέστρεφε στό λίκνο της. Μά γαμῶ τόν μπελά σου, ἀγνώστου πατρός!

Κι ἔμενα μπουκάλα μέ δύο μόνον πίπες· τῆς δευτέρας ἐσοδείας, ναί ὀρθῶς ἀντελήφθητε!

Τέλος πάντων, εἶδα κι ἀπόειδα, συνειδητοποίησα ὅτι δέν θά ἔβγαζα ἄκρη μέ τόν ἄξεστο γαλάτη καί δέν συνέχισα τήν ἀναζήτησίν μου· ἄλλωστε ἔσχον καμακώσει μιά τῆς ὁποίας ἡ καμπύλη τοῦ τσιμπουκιοῦ μοι δημιουργοῦσε ῥίγη εὐαρεσκείας.

Τόν πλέρωσα, ζήτησα ἀπόδειξη, στήν ἔδωσα μοῦ εἶπε ὁ παρίας, δέν εἶχα πάρει τίποτε ἀλλά ἄντε νά κάτσῃς νά εὕρῃς ἄκρη· ἄλλωστε ἡ ἐντός τοῦ τής περισκελίδος μου θυλακίου πίπα, ἐξέπεμπε σήματα ἐπιτακτικότητος.

Ἐπέστρεψα σούμπιτος στό ξενοδοχεῖον καί παραμέλησα μέχρι καί τό κατούρημα γιά νά καθαρίσω τήν νιόφερτη παρέα μου. Ξαπλώσας, γράπωσα τά χνουδωτά ἐργαλειάκια κι εἶπα νά ἀρχίσω νά καθαρίζω.

Ἔσμπρωχνα, ἔσμπρωχνα ἀλλά τίποτε! Δέν ἀνέτελλε εἰς τήν ἀντίθετον πλευρά τό μάκτρον, παρέμενε στά σκότη τῆς παρθενίας, ἀφήνοντάς με ἔκθετον στίς ὀρέξεις μου. Ἐν τέλει, πλήρης ἀπογοητεύσεως ἀλλά καί πανικοῦ ἀντελήφθην ὅτι τό τσιμπούκι δέν ἦτο διάτρητον. Καί τώρα;

Καί τώρα, πῶς θά εὕρισκα τήν ἄκρη μέ ἕναν ἀλλόγλωσσον μπαγλαμά καί κυρίως ἄνευ ἀποδείξεως; Μέ σάρωσε ἕνας προβληματισμός, μιά ἀνησυχία ἕως φοβία.

Τό ἄλλο πρωί ἐπέστρεψα στά μέρη τοῦ ἄγχους καί ἀπό τήν πρώτη στιγμή οἱ οἰωνοί δέν φάνηκαν αἴσιοι.

Ἀπουσίαζε ὁ χθεσινός σκιτζής, μᾶς προϋπάντησε μιά ἄλλη τύπισσα μεσόκοπη κι αὐτή μέ ἀξούριστες μασχάλες τό δίχως ἄλλο.

(Χρησιμοποιῶ πληθυντικό διότι βουτηγμένος σέ αὐτήν τήν δύσκολον θέσιν, ξαναγάπησα τήν μπιτσάρα τήν σύζυγο μου ἥτις τά καταφέρνει ἀψόγως εἰς τήν γαλλικήν.)

Εἰς τάς αιτιάσεις ἡμῶν, η τύπισσα (ἡ καπνοπώλισσα ντέ) μᾶς εἶπε ὅτι αἱ γαλλικαί πίπαι δέν εἶναι διάτρητοι.

Ἔπιασα νά φορτώνω.

Ἔβγαλα μιά ἄλλη πίπα ἀπό τήν τσέπη μου, γαλλική καί τῆς κατέδειξα ὅτι ἦτο διάτρητον τό τσιμπούκι.

Ἀντέτεινε ὅτι αἱ μετά στρεβλοῦ τσιμπουκίου εἶναι μέ αὐτήν τήν ἰδιαιτερότητα.

Ἄφησα στήν ἄκρη τό φόρτωμα, ἔψαξα στήν βιτρίνα, τσίμπησα μιά μέ ἔντονο στράβωμα καί τῆς ἔδειξα ὅτι ὅτι ἦτο διάτρητον.

Συνέχισε νά δικαιολογῇται ἡ πατσαβούρα:

Μόνον αἱ ακριβαί στραβοῦ τσιμπουκιοῦ εἰσίν διάτρητοι.

Ἐπέστρατευσα μιάν φθηνή ἀπό τήν κάβα της ἡ οποία (πρᾶγμα τι, ὀρθῶς μαντέψατε) εἶχε πέρα ὥς πέρα περατζάδα.

Ἐξάλλου, μανδάμ, τά τσιμπούκια δέον νά ὦσιν διάτρητα ἵνα καθαρίζωνται. (Ἰδού ὁ ἐγγενής πουρκουαδισμός τῶν περί τῆς καθαριότητος...Ἀ χά!)

Ἐντάξει λοιπόν! Τί θέλετε; Κατέληξε ἀτάκτως ὑποχωροῦσα ἡ άνεκδιήγητος ἀπόγονος τῶν ἐξάλλων δημοκρατῶν τῆς γκιλοτίνας!

Τί νά θέλωμε μωρή τρώγλη! Ἤ τά λεφτά μας πίσω ἤ μιάν ἄλλη!

Ἔδειξε νά συγκατανεύῃ, μοῦ ἔδειξε, τῆς ἔδειξα μιάν, συμφωνήσαμε καί ἐκεῖ κράτησα τήν ἀναπνοή μου. Θά ζητήσῃ ἀπόδειξη ἡ παλιοσιφινιέρα ἤ...;

Τελικά ἐπεκράτησε τό «ἤ». Κινήσαμε διστακτικῶς στά πολύ ἀρχά (σίκ) στά δέ κατόπιν μέ ἀποφασιστικότητα πρός τήν ἔξοδον καί... Καί... Βγήκαμε ἔξω ἐλεύθεροι καί πιποῦχοι!

Φφφφφφ! Τί ἄγχος!

Ὄθεν, ἀπέκτησα τό ἕκτο καπνοσυρίγγιόν μου τό ὁποῖον ἤδη πολύ τό ἀγαπῶ ἀλλά δέν σᾶς τό δείχνω (φωτογραφικῶς), ἔτσι, γιά νά ζουλέψετε!

5 σχόλια:

Ο χρήστης Blogger The Motorcycle boy είπε...

Πίπα κώλο μας πηγαίνει η παλιοζωή προσφάτως!

Υ.Γ.: Μισή, ολόκληρη ή 1/4 είναι; Καμπυλωτή ή ίσια; Τώρα, όλα αυτά, κάπως μου φαίνονται... εγκεφαλικά, φαλλικά... δεν έχω βγάλει συμπέρασμα ακόμα.

9/4/09, 12:40 μ.μ.  
Ο χρήστης Blogger vangelakas είπε...

?

Tί ἐννοεῖτε ὅτι ἐννοεῖται;

13/4/09, 9:35 π.μ.  
Ο χρήστης Blogger The Motorcycle boy είπε...

Ε, μα "οίκοθεν νοήται!" που έλεγε κι ένας παλιός μου προϊστάμενος.

13/4/09, 11:08 π.μ.  
Ο χρήστης Blogger vangelakas είπε...

καλός ἄνθρωπας θά εἶναι.

14/4/09, 11:04 π.μ.  
Ο χρήστης Blogger The Motorcycle boy είπε...

Καλός, καλός! Στον σεισμό της Ρικομέξ κατέβαινε τελευταίος τις σκάλες της Υπηρεσίας φωνάζοντας "Σεισμός, σεισμός -Ολυμπιακός!" Κόντεψε να τον περάσει πειθαρχικό ο διευθυντής προσωπικού.

14/4/09, 10:55 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats