Ιστορίες ενός clitνόδοντα.
Όχι βέβαια, κουτόοοο, σιγά μήν τού έδινα τόσα, απλώς προτίμησα νά μήν εκδώση απόδειξη. Καί πορτοφολήσασα τά ρέστα, κάθισα στήν αφράτη καφετιά πολυθρόνα του, άνετη τά μάλα, καί αυτή καί εγώ βεβαίως, κυρίως επειδή απηλλάγην τού άγχους τών ημερών.
Φορούσε ακόμη τήν λευκή ποδιά του κι ένα χαμόγελο σχεδόν γέλιο· τί περίεργα πού ήταν! Φαινόταν σχεδόν ελκυστικός, τί σού κάνει η απεμπόλησις τού τροχού κι άλλων απαίσιων, απωθητικών εργαλείων!
Εξεμεταλλεύθην τήν ανατομία τής πολυθρόνας, εκινήθην αναζητούσα τήν πιό καλόβολη μεριά της, έβγαλα τά τσιγάρα καί μέχρι νά σκάσω ένα, μέ τήν γλώττα μου ήλεγχα τήν καλοκαθαρισμένη επιφάνειαν τών οδόντων μου. Τί τό'θελα;
Ο ντοκτέερ ειδών τήν χειλοδοντική μου κίνησιν, κορδώθηκε σέ μοίρες παρεξήγησης. Έσιαξε τήν φόρμα του καί σηκώθηκε. Κατηυθύνθη πρός τό παράθυρο, προσπαθών νά επιδείξη μιάν ατάραχον στάσι. Παίζων μέ τά στόρια, κυττών έξω, στήν λεωφόρο, είπε:
- Νά μήν ανησυχής, Γλυκερία. Όλα θά πάνε καλά!
Εστράφη, προσέγγισε, πλησιάσας, πλησιάσας υπέρ τού δέοντος κοντά, ακουμπήσας τόν ώμο μου προκαλών μιάν υποτυπώδη μέν υπαρκτή δέ τέρψι, συνέχισε τώ αυτώ ρυθμώ:
- Από τώρα, μέ τούς οδόντες σου λευκαθέντες, θ'αλλάξουν τά πάντα. Άρδην! Θά τό δής, Γλυκερία!
Κι απλώνοντας τό χέρι του χάιδεψε τήν παρειά μου, χωρίς όμως νά δυσαρεστηθώ, η πρώτη φορά γάρ καθ'ήν πλησίαζε τήν χείρα του στό πρόσωπό μου, χωρίς νά φέρη μεταλλικόν θορυβώδη εξοπλισμό.
Τί αχρείος! Όχι, όχι λόγω εκείνου τού συνεσταλμένου ημι-πεσίματός του, δέν μέ πείραξε τότε η στάσις του.
Τά τώρα πλέον, κάθομαι καί σκέπτομαι. Εκείνες τίς πομφόλυγες: "Όλα θά πάνε καλά! Όλα! Τώρα, μέ τήν λεύκανση τών δοντιών σου! Βεβαία νά είσαι!"
Πάνε 10 μήνες από εκείνο τό απόγευμα. Δέν έχω παράπονο, όχι όχι! Κατάλευκες οι οδοντοστοιχίες μου, μ'αρέσει πού δέν καταπιέζω πιά τά χαμόγελά μου. Αλλά από τό άλλο... Τίποτε... Παραμένω μέ άδεια χέρια. Μόνη. Μαράζουσα. Καϋμούχα*. Δύσθυμη. Πολύ δύσθυμη. Όχι όμως ανόρεχτη. Οι ορμές μου παραμένουν ακμαίες, χαίρουν άκρας υγίειας, τά θέλω_μου άκρως εύρωστα. Καί είναι τόσο δύσκολο νά τίς-τά καταπνίξω! Βρίσκω λοιπόν λύσεις φτηνές, τής ανάγκης απολογητές. Δέν θά κάτσω, δέν περιμένω πιά νά επαληθευθή ο τής δεκάρας προφήτης – οδοντίατρος γιά τό πότε θά δεήσει κάποιος τεστοστερονάτος πεούχος νά εκτιμήση (αφού πρώτα θαυμάση λευκούς οδόντες) τό εύρος τού υγρού κόλπου μου καί τίς δυνατότητες αυτού. Όλο καί περισσότερο βυθίζομαι σέ άφατη μελαγχολία... Φταίει προφανώς επειδή έχω βαρεθεί αυτήν τήν φρούδα αναμονή. Οι ορμές όμως δέν καταλαγιάζουν. Τί νά κάνω;
Δέν μού μένει πιά τίποτε άλλο, εκτός από τό νά κολλάω στόν υπολογιστή κάθε μά κάθε βράδυ από τίς οκτώ σχεδόν μέχρι τίς μικρές ώρες. Αυνανιζομένη συνεχώς, προσπαθώντας στά τσάτ ρούμς, στά εμεσένια καί στά βλόγς νά εύρω νυμφίο στό βάθος, καθώς συστήνωμαι μελαχροινή τριαντάρα, ψηφοφόρος τού Σύριζα_στόν_Ξύριζα, τσιρίζουσα μεταναστολάγνα, μέ τροφαντά οπίσθια καί καλοκρεατωμένους υπερμεγέθεις σφριγηλούς μαστούς, διαθέτουσα προσεχοψαλιδισμένο αιδοίο, επίπεδο Έμμας Γκόλντμαν καί αφροδίσιο υπόβαθρο Τιμάνδρας. Η ανατολή δέν θ’αργήση... Έστω κι άν όλα γύρω μού θυμίζουν πόλη άνω τού αρκτικού κύκλου.
* αθάνατη δημοτικιά!
Φορούσε ακόμη τήν λευκή ποδιά του κι ένα χαμόγελο σχεδόν γέλιο· τί περίεργα πού ήταν! Φαινόταν σχεδόν ελκυστικός, τί σού κάνει η απεμπόλησις τού τροχού κι άλλων απαίσιων, απωθητικών εργαλείων!
Εξεμεταλλεύθην τήν ανατομία τής πολυθρόνας, εκινήθην αναζητούσα τήν πιό καλόβολη μεριά της, έβγαλα τά τσιγάρα καί μέχρι νά σκάσω ένα, μέ τήν γλώττα μου ήλεγχα τήν καλοκαθαρισμένη επιφάνειαν τών οδόντων μου. Τί τό'θελα;
Ο ντοκτέερ ειδών τήν χειλοδοντική μου κίνησιν, κορδώθηκε σέ μοίρες παρεξήγησης. Έσιαξε τήν φόρμα του καί σηκώθηκε. Κατηυθύνθη πρός τό παράθυρο, προσπαθών νά επιδείξη μιάν ατάραχον στάσι. Παίζων μέ τά στόρια, κυττών έξω, στήν λεωφόρο, είπε:
- Νά μήν ανησυχής, Γλυκερία. Όλα θά πάνε καλά!
Εστράφη, προσέγγισε, πλησιάσας, πλησιάσας υπέρ τού δέοντος κοντά, ακουμπήσας τόν ώμο μου προκαλών μιάν υποτυπώδη μέν υπαρκτή δέ τέρψι, συνέχισε τώ αυτώ ρυθμώ:
- Από τώρα, μέ τούς οδόντες σου λευκαθέντες, θ'αλλάξουν τά πάντα. Άρδην! Θά τό δής, Γλυκερία!
Κι απλώνοντας τό χέρι του χάιδεψε τήν παρειά μου, χωρίς όμως νά δυσαρεστηθώ, η πρώτη φορά γάρ καθ'ήν πλησίαζε τήν χείρα του στό πρόσωπό μου, χωρίς νά φέρη μεταλλικόν θορυβώδη εξοπλισμό.
Τί αχρείος! Όχι, όχι λόγω εκείνου τού συνεσταλμένου ημι-πεσίματός του, δέν μέ πείραξε τότε η στάσις του.
Τά τώρα πλέον, κάθομαι καί σκέπτομαι. Εκείνες τίς πομφόλυγες: "Όλα θά πάνε καλά! Όλα! Τώρα, μέ τήν λεύκανση τών δοντιών σου! Βεβαία νά είσαι!"
Πάνε 10 μήνες από εκείνο τό απόγευμα. Δέν έχω παράπονο, όχι όχι! Κατάλευκες οι οδοντοστοιχίες μου, μ'αρέσει πού δέν καταπιέζω πιά τά χαμόγελά μου. Αλλά από τό άλλο... Τίποτε... Παραμένω μέ άδεια χέρια. Μόνη. Μαράζουσα. Καϋμούχα*. Δύσθυμη. Πολύ δύσθυμη. Όχι όμως ανόρεχτη. Οι ορμές μου παραμένουν ακμαίες, χαίρουν άκρας υγίειας, τά θέλω_μου άκρως εύρωστα. Καί είναι τόσο δύσκολο νά τίς-τά καταπνίξω! Βρίσκω λοιπόν λύσεις φτηνές, τής ανάγκης απολογητές. Δέν θά κάτσω, δέν περιμένω πιά νά επαληθευθή ο τής δεκάρας προφήτης – οδοντίατρος γιά τό πότε θά δεήσει κάποιος τεστοστερονάτος πεούχος νά εκτιμήση (αφού πρώτα θαυμάση λευκούς οδόντες) τό εύρος τού υγρού κόλπου μου καί τίς δυνατότητες αυτού. Όλο καί περισσότερο βυθίζομαι σέ άφατη μελαγχολία... Φταίει προφανώς επειδή έχω βαρεθεί αυτήν τήν φρούδα αναμονή. Οι ορμές όμως δέν καταλαγιάζουν. Τί νά κάνω;
Δέν μού μένει πιά τίποτε άλλο, εκτός από τό νά κολλάω στόν υπολογιστή κάθε μά κάθε βράδυ από τίς οκτώ σχεδόν μέχρι τίς μικρές ώρες. Αυνανιζομένη συνεχώς, προσπαθώντας στά τσάτ ρούμς, στά εμεσένια καί στά βλόγς νά εύρω νυμφίο στό βάθος, καθώς συστήνωμαι μελαχροινή τριαντάρα, ψηφοφόρος τού Σύριζα_στόν_Ξύριζα, τσιρίζουσα μεταναστολάγνα, μέ τροφαντά οπίσθια καί καλοκρεατωμένους υπερμεγέθεις σφριγηλούς μαστούς, διαθέτουσα προσεχοψαλιδισμένο αιδοίο, επίπεδο Έμμας Γκόλντμαν καί αφροδίσιο υπόβαθρο Τιμάνδρας. Η ανατολή δέν θ’αργήση... Έστω κι άν όλα γύρω μού θυμίζουν πόλη άνω τού αρκτικού κύκλου.
* αθάνατη δημοτικιά!
4 σχόλια:
Φτού παλιοοδοντίατροι! Φτού!
Προς στιγμήν τρόμαξα. Ευτυχώς δε διαθέτω αστραποβόλους οδόντες...
χαχαχα! Ψηφίζεις Τσίριζα;
(τέσσερα, σιγά καλό μου! ήμην στό βεληνεκές τής ροχάλας!)
Συγχωρέστε με...προορίζετο για το αποψινό μου ραντεβού!
Λυγμ....
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα