Δευτέρα, Οκτωβρίου 08, 2007

Μερικά τού Κοζάκου.

.......

Ήταν πασίγνωστη η μοτοσυκλέτα τού Μόγια στούς χωραφόδρομους τής Αττικής. Πάνω στή σέλα ο Γιάννης, μέ τό τιμόνι στά χέρια, τό επαναστατημένο καπέλο καί τά μαύρα γυαλιά. Στό καροτσάκι ο Γιούγκερμαν, φορώντας αδιάβροχο στραπατσαρισμένο μέ πολύ σίκ καί καπέλο μέ κατεβασμένα μπόρ. Καί πίσω απ’τό Μόγια, σκαρφαλωμένος σχεδόν στήν πλάτη του, ο καμπούρης, μεθυσμένος από κρασί καί ταχύτητα, όλος σατανικά γελάκια καί ξεξεδιάντροπους μορφασμούς, κάτι σάν προσωποποίηση τού Πνεύματος τής Λαγνείας, σωστό τελώνιο ασελγές ξαμολυμένο στό σκοτάδι μέ γρηγοράδα αστραπής.

Η βραδιά τους άρχιζε μ’ένα καλό φαΐ, σέ μιά απ’τίς ταβέρνες όπου τούς φρόντιζαν ιδιαίτερα. Κατόπι πήγαιναν στήν οπερέτα (ήταν η εποχή πού τό «Διαβολόπαιδο», η «Γλυκειά Νανά» κι οι «Απάχηδες τών Αθηνών» θριάμβευαν). Είχαν τό θεωρείο τους, σ’όλα τά θέατρα· ένα θεωρείο πού συγκέντρωνε τίς ματιές τής πρωταγωνίστριας, τά εκτός κειμένου αστεία τού κωμικού καί τά σεισοπυγήματα τού μπαλέτου. Μετά τήν παράσταση, μοτοσυκλέτα· καί δρόμο γιά τά περίχωρα. Μπεκρολόγημα μετά ποδόγυρου. Γυρισμός στήν Αθήνα. Μιά ματιά στό «Ετουάλ», τό καμπαρέ τής οδού Προαστίου· κάνα πρόχειρο ψώνιο. Καί κατέβασμα στόν Πειραιά.

Άλλες φορές, μετά τό θέατρο πήγαιναν κατ’ευθείαν στό καμπαρέ ή σέ κάνα χαμαιτυπείο από τά λεγόμενα πολυτελείας (καί πού ο Βάσιας τά’βρισκε καταγώγια ακατονόμαστα) καί οργίαζαν. Κλεισμένοι στό ιδιαίτερο σαλόνι, μαζί μέ κάμποσα κορίτσια, έπιναν μέχρι αναισθησίας, τραγουδούσαν, χόρευαν, ασχημονούσαν. Τό γραφικότερο στοιχείο τού γλεντιού ήταν ο καμπούρης. Είχε τή μανία, μόλις φαρμάκωνε δυό ποτηράκια, νά γδύνεται τσίτσιδος καί νά τριγυρνάη τήν αηδιαστική γύμνια του σ’όλες τίς κάμαρες τής πανσιόνας. Τά κορίτσια ξεφώνιζαν υστερικά· οι πελάτες γελούσαν καί τόν πείραζαν. Ο Νάσος απαντούσε μέ βωμολοχίες. Κάνοντας πώς χωρατεύει, μπαχάλευε όλες τίς κοπέλες, τίς μαλάγρευε μέ τό ασελγές γέλιο καί τό τραγίσιο μάτι του· κι αφού τίς λίγωνε στά γέλια μέ τά κωμικά του καμώματα, άρπαζε μιά καί τήν περιβουτούσε μπρός σ’όλο τόν κόσμο, πού κρατούσαν τήν κοιλιά τους απ’τά γέλια. Η ερωτική του αντοχή ήταν αξιοθαύμαστη. Όταν όλοι πιά – ο Βάσιας, ο Μόγιας καί οι κοπέλες – κείτονταν ξεθεωμένοι στά κρεβάτια, αυτός πλησίαζε τίς βουλιαγμένες σέ λήθαργο γυναίκες καί τίς χαϊδολογούσε κι εγώ δέν ξέρω γιά ποσοστή φορά. Μέ τό πρώτο γλυκοχάραμα ξεσήκωνε τούς φίλους του, τούς έστηνε στά τρεμάμενα πόδια τους καί τούς έντυνε μέ χίλια βάσανα. Πρίν όμως φύγη μαζί τους, είχε συνήθεια νά διαλέγη τό πιό καλό χαλί τού καταστήματος καί νά κοπρίζη απάνω του, ενθουσιασμένος μέ τό στερεότυπο καί σιχαμερό αστείο του.

2 σχόλια:

Ο χρήστης Blogger δελακοβίας είπε...

Δοκιμάστηκα σύντροφε. Πολύ.

Είδα τον Μαρκουλιάρη σε ρόλο έκπτωτου φιλανδού στον φουξιαντένα και γονάτισα. Που έδυ σου το κάλλος, Γιούγκερμαν τριζοκοκαλιάρη?
Μαρτυρικός χειμώνας στο σβέρκο του Μ.Καραγατση από τους ειτζιμπιθεατές.

Πήρε και η ομάς πρωτάθλημα από την 4η αγωνιστική, άντε να δούμε πως θα την βγάλουμε τη βαρετή χρονιά.

8/10/07, 8:22 μ.μ.  
Ο χρήστης Blogger vangelakas είπε...

χαχαχαχα! Τζίφος;;

Εμένα, παίχτη μου, μού έκανε ένα κάποιο κλίκ... Όχι ότι η παραγωγή θυμίζει Μπάρρυ Λύντον, αλλά κάτι είναι μωρέ...

Πήρε και η ομάς πρωτάθλημα από την 4η αγωνιστική, άντε να δούμε πως θα την βγάλουμε τη βαρετή χρονιά.

Νά κάνης μάμ τήν γλώττα σου! Φτού φτού! χαχαχαχαχαχα!

8/10/07, 10:09 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats