Φωνή βοώντος παρά θιν’αλός.
Καλέ άκου τό παλληκάρι πού σού μιλά!
Σού φωνάζει, γιά νά είμαι άκριβής, ξελαρυγγιάζεται νά σού καμαροδείχνη ερυθρές καρδούλες τών οποίων οι καμπύλες τους είναι σκανδαλώδικα συμμετρικές.
Απάντα, σκασμένο! Πρός τί ξηγιέσαι έτσι; Δέν σέ συγκινεί ούτε κάν η είκόνα του; Κύττα τον! Κύττα τον σού λέω! Χαμαί, όκλαδόν μάλλον, μέ τούς βραχίονες αφημένους παραιτημένα, τά χέρια στά γόνατα σάν κάπως νά γιογκάρη, αλλά όχι... Είναι η κλασσική εικόνα απελπισίας κάποιου... Καί η άπελπισία γίνεται απόγνωσις· νά κύττα! Τό τηλέφωνο δίπλα του, ασκόπως νά προσπαθή νά σού μιλήση!
Άκου τον! Παραδέξου τον! Άγάπα τον!
Μήν κάνεις τήν δύσκολη!
Άφέσου καί σέ κάποιον άλλον, πλήν τού έαυτού σου!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα