Καί μιά σόδα γιά τό χωνέψιμο.
Ο υετός τρομακτικά δριμύς δέν ήταν. Δέν ήτο όμως καί πρός περιφρόνηση. Έβρεχε μωρέ, όσο καί νά είναι, δέν μπορουσες νά ελληνοκλασικισθής (Χέρι-αγκώνας στό παράθυρο παναπεί).
Τά μπόλικα ερυθρά φανάρια καλλιέργησαν αρκετό ελεύθερο χρόνο κι άρχισα νά δρέπω τούς καρποί του. σκαλίζοντας τήν diesel τσάντα μου.
Εκεί ανάμεσα στό κοράνι καί τό «Ερυθρόν Βιβλίον», ανέβλυζαν 3 τάπερ. Τό πρώτο (κίτρινο) μέ καποια γλουπ γλουπ νά ακουγωνται άπό μεσα, τό δευτερο, σκουρο καί βαρυ, τό τριτο τεραστιο αλλα αδειο.
Ανοιξα τό ένα, εβγαλα ένα κομματι σπανακοπιττα. (όχι κομματι γωνια, αλλα τό μερος που αντιστοιχει στο δεξιο αλογο – έάν θεωρησουμε τό ταψι της πιττας σάν ένα σκακι) κι αρχισα νά τρωω. Τό φαναρι (μαλλον ενεκα ζηλειας) αλλαξε χρωμα, σπανακοπιασε, αφησα κι εγω τό διαμελισμενο «αλογο» καπου εκει κατω, καμουτσικωνοντας τα 34 αλογα του σιμκα μεσω μιας πρωτης ταχυτητος.
Στο επομενο κοκκινο φαναρι (δέν αργησε καθολου εννοειται) ειπα νά συνεχισω στο ενεργητικα ιπποκομικο στυλ μου. Επιασα την σπανακοπιττα παλι, ανοιξα στομα, αλλα η γευσις δέν ηταν διολου σπανακοειδης… Ειχε θεριεψει λιγο παραπανω. Κάποιο λίπασμα ίσως, κάποιο κλάδεμα ευεργετικον, ηλιοφάνεια μαγιάτικη… Κάτι τελοσπαντων, έπιασε τό σάν χόμπιτ φυτον, προκρουστεια αρχινεψε τό τράβηγμα καί τό έκανε Κύκλωπα, όπως μονο ετσι μπορουμε νά περιγραψουμε ενα πευκο.
- Τί στο διαολο ρε γαμωτο;! Πευκοπιττα πηρα μαζυ μου; Πευκοσπανακοπιττα;
Της αποριας λύστης, μιά καμπια.
- Νά προσεχης που αφηνεις την σπανακοπιττα, μαστρο ντραιβερ! Που τρεχει ο λογισμος σου;
Κι αφου μου εδειξε τό πευκακι (αποσμητικο) διπλα ακριβως άπό τό ταπερ, οπισθεν του κιβωτιου ταχυτητων, επιασε ένα κουκουναρι καί τό πεταξε στην μαπα (μου).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα