Περί Πέους Άνά Χείρας. (έπανάληψις μάμυ μαθήσεως.)
Παρετήρησα, τώρα τελευταίως, μιάν εξόχως ένστικτώδη κίνησίν μου. Κατευθυνόμενος πρός τό άποχωρητήριον (όπουδήποτε κι έάν είμαι μέ τάς στοιχειώδεις συνθήκας έξοικειώσεως μετά του περιβάλλοντος) καί πρό της ένταύθα άφίξεως, (πρός οικονομίαν χρόνου, πιεζομένου έκ τής κύστης ίσως;) ξεκινώ καί αποκομβιώνω τό παντελόνι. Πολλοί, πολλάς ενστάσεις θά θέσωσιν κι άποδοκιμασίας ακούγοντας τούτο. Δέν αποτελεί όμως τροχοπέδη τυχόν απόρριψις. Απόρριψιν δημιουργεί η έν έργασία στριγκλιά: «Ααααα! Ανώμαλε! Βοήθεια! Επιδειξίας!» Επιβάλλεται παμμεγίστη προσοχή λοιπόν. Διότι, τήν εσχάτη φορά, η παρατήρησις ύπό κυρίας μέ φούστα κλαρωτή, τρίχες στήν άμασχάλη,τόν «Οδηγητή» υπό μάλης, σανδάλια στά πόδια : «Πανηδονιστή! Μ’αυτά πάς νά άποχαυνώσης τήν έπαναστατική διάθεση τών προλεταρίων!» δέν έφερε κανένα νουθέσεως άποτέλεσμα. Άντιθέτως. Η άκτινοβολία λάμπας φθορίου άγκάλιαζε τό μόριόν μου, πρίν κάν σκεφθώ τό τσίσα…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα