Πέμπτη, Μαρτίου 13, 2014

new entrance



- ... Πρέπει δηλαδὴς διὰ τῶν κρανιομετρήσεων νὰ ἀποδείξωμε τὴν ἀσυνέχεια τῆς ἑλληνικιᾶς φυλῆς· ὅλα τὰ ἑλληνοπρεπῆ περὶ παρελθόντος καὶ παραδόσεως, εἶναι πολὺ παρωχημένα καὶ ἐθνικιστικά, ὦ Βαγγέλη Μαλλῆ! Τί λές; Εἶσαι λοιπὸν νὰ βοηθήσῃς τὴν Κυβέρνησιν;
- Εἶμαι! Ἄλλως τε, ἀπὸ ἐξαπανέκαθεν ἔχω θέσει ἑαυτὸν εἰς τὴν Κυβέρνησιν τῆς Βαλκανικιᾶς Ἀντιφασιστικιᾶς Ὁμοσπονδίας· ὅ,τι μὲ ζητᾶτε, χαλὶ νὰ γενῶ νὰ πατήσουτε ἀπάνω - καὶ μὲ τὰ λασπωμένα τσουράπια σας ἄμα λάχῃ! Δὲν νομίζω ἐξ ἄλλου, νὰ ἔχετε λησμονήσει ὅτι ῥουφιάνεψα -μὲ μείζωνα ἡδονὴ μάλιστα- τὰ δυό μου παιδιὰ καὶ τὴν γυναῖκα μου, προληπτικῶς· μὴν τυχὸν καὶ ξεστρατίσωσιν εἰς ἀντεπαναστατικὰς ἀτραπούς!
- Μπράβο! Σπεῦσε γιὰ φύλλον πορείας στὸ ὑπουργεῖον προπαγάνδας στὴν πλατεία Fallmerayer, τὴν κάποτε Κουμουνδούρου ντέ!, τσίμπα καὶ μερικὰ ῥούβλια νὰ ἔχεις καβάντζα καὶ μὲ τὴν πρῶτο ἀρεοπλάνο, βοὺρ γιὰ τὴν Σόφια παλληκάρι μου!

Πώπω, μέγκλα φάσις! Θὰ πάγαινα εἰς τὴν πρωτεύουσα τῆς ἐπαρχίας τῆς Βουλγαρίας! Ἔπρεπαν κάτι κρανιομετρήσεις κατοίκων τῆς Σερδικῆς, χαλκευμέναι ἐπιστημονικαὶ κλάιν μάιν κινήσεις κι εἶχον ἐπιλεγεῖ ὁ ἐγώ, γιὰ νὰ συγκρίνω τὰ ἀποτελέσματα μεταξὺ τῶν βαλκανίων πολιτῶν. Ντάξει, ὅλοι ξέραμε ὅτι τοῦτα γιὰ τὴν ἄρχουσα ἰντελιγκεντσιακὴν τάξιν, ἤντουσταν κάλυψη γιὰ κάτι γλέντια στὰ ὁποῖα ἐφρόντιζαν οὐχὶ μόνον διὰ τὸ στομάχι καὶ τὴν κοιλιά των, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ ἕτερον ὄργανον, τὸ καθεζόμενον ὑπὸ τῆς γάστρας. Καὶ μοῦ κάθησε κλῆρος σὲ μένα τὸν φερέλπιδα ἀγκτιτπροπατζῆ ἵνα μετάσχω!

Θὰ περνοῦσα σένια! Μὲ τὰ ῥούβλια τὰ μπόλικα θὰ νοίκιαζα τρεῖς βουλγάρες καὶ θὰ κάναμε ἐκπάγλου καλλονῆς θεματάκια ἁπτόμενα λογοκρισίας ἕνεκα νέο φροῦτο στὴν κενωνία: σεξισμὸς ἀποκαλούμενος, τί μαλακεῖαι Θεέ μου - θὰ ἔλεγα ἂν μᾶς ἐπέτρεπε τὸ Κόμμα νὰ πιστέψωμε σὲ Θεὸ καὶ ἐν γένει κάτι ὄξωθεν τῶν ἐπιταγῶν τοῦ ἱστορικοῦ ὑλιζμοῦ.

Ἔφθασα στὴν София, ἡμέρα Σάββατον. Προσγειωθεὶς καὶ φευγάμενος τοῦ ἀεροσκάφους, ἡ ἀεροσυνοδίνα μοῦ χάρισε ἕνα χαμόγελο ὀκτὼ κοπτήρων, τεσσάρων κυνοδόντων καὶ χειλέων σαλούφας καὶ κατέβηκα τὰ σκαλιὰ ψάχνοντας τὸν Λάμπρο Κωνσταντάρα ἐκεῖ ἀπέναντι, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ ἐνδοαεροπορικὸ λεωφορεῖο μᾶς στείλει ἐκεῖ ποὺ ἤπρεπε. Ἡ βαλίτσα μου ἦτο συνεπὴς στὸ ῥαντεβοὺ στὸν τροχὸ μὲ τὰς ἀποσκευάς, φόρεσα τὸ καπέλο μου καὶ πῆρα ὕφος τεραστίου στελέχους πολυεθνικῆς, ἐντελῶς ῥοκαβλών. Πῆρα τὸ 84 λεωφορεῖον (πόσο πιὸ τσίπης πιά;!) γιὰ τὸ κέντρον τῆς πόλεως. Κατὰ τὴν διαδρομήν, ἀγνάντευα τὶς ὑπέροχες αἰσθητικῶς παμπολυκατοικίες τοῦ σοσιαλιστικοῦ ῥεαλισμοῦ κι ἔπαιζα ματιὲς σὲ γκομενάκια. Δηλαδὴ τέτοιου εἴδους βλέμματα δὲν θὰ τολμοῦσα - ἂν συνοδεύοντο - νὰ ῥίξω στὶς κόρες τοῦ Ἀσπαροῦχ· ἤτοι (σ)τὰ καπούλια τους κυττοῦσα, ἐλέγχοντας τὸ ὑψηλόκωλον αὐτῶν. Τῷ ὄντι, σχέσις καμιὰ μὲ τὶς δικές μας τὶς χαμηλοκῶλες, μὰ πῶς ἐν τέλει θεῖε Φαλμεράυερ θεμελίωσας τὴν θεωρίαν σου περὶ σλάβων ἑλλήνων; Τὸ δίχως ἄλλο, ποτὲ δὲν θἆχε(ς) πρὸς σύγκρισιν, χαζέψει κώλους ἑλληνίδων, βουλγαρισσῶν καὶ σερβίδων, ποῦ πᾷ ῥὲ Καραμῆτρο; Τέλος πάντων, δὲν χρειάζετο κι ἄλλη ἐθνικιστικὴ σκέψις διότι ποτὲ ἤξευρες μ’αὐτὲς τὶς ὀχιὲς στὴν Ἀθῆνα τί κόλπα μοντέρνα ἔχουν εἰσαγάγει εἰς τὴν ἀναζήτησιν καὶ ἐντοπισμὸν ἀντεπαναστατῶν.

Τὸ λεπὸν τὰ κορμιὰ τῶν βουλγαρισσῶν ὑπέσχεντο 14mg πίσσας ἁμαρτίας, ἀνέδυαν λίαν ἐξωτισμὸν καίτοι ἀπέσχον μόλις 529 χιλιόμετρα τὰ μέρη μας. Ξεκίνησα νὰ προσεγγίσω μιὰν τηρῶσα βιβλία κοινωνιολογίας (καθ’ ὅσον ἔκπαλε μὲ ἔθελγον αἱ κουλτουριάραι καταπιόλαι) ἀλλὰ εἶχον προορισμῷ ἀφιχθεῖ. Ὁ ὁδηγὸς μοῦ κτύπησε ἕνα τζάμι, ἔφτυσε ἕνα ἀνόρεχτο ὀτνοσενιέτο ὲ τοῦκ καὶ μὲ διέκοψε ὁ ἄθλιος, λὲς καὶ τὴν ἔμπεφτα στὴ γκόρη του!

Κατέβηκα στὸ σταυροδρόμι μὲ τοὺς τέσσαρες ἀητοὶ καὶ προχώρησα γιὰ τὸ χοτέλι. Ξανανέλαβα ξιπασιᾶς ὕφος καὶ βημάτιζα ὡσὰν τὸν Τζὼν Γουέην κυττῶντας πότε δεξιά, πότε κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, προσπαθοῦσα μάλιστα νὰ βγάλω κάτι κρεάτινα ἀπολειφάδια ἀπὸ τὰ δόντια μὲ τὴν γλῶσσα μου, πολλὴ μούρη σὲ λέω! Περάσας ἀπὸ ἕνα περιπτέρι, ἠγόρασα τὸ δέον γιὰ πρὶν καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν κύρια δραστηριότητα γιὰ τὴν ὁποίαν εἶχα ἔλθει ἐδὼ στὴν София, ἤγουν προφυλακτικὰ καὶ τσιγάρα.

Τῶν τσὲκ ἲν περατωθέντων καὶ τὴν ἐσαεὶ ἀγωνία μπὰς καὶ μοῦ προκύψει κἄνας χαμάλης τῆς βαλιτσὸς καὶ ζητήξει ποὺρ μπουάρ, μπούκαρα στὸ αἰωνόβιον δωμάτιον μὲ θέα τὸ ἡμεδαπὸν ὑπουργεῖον τῶν οἰκονομικῶν. Ξάπλωσα πετάμενος στὸ κρεβάτι, μὴ βγάζοντας τὰ παπούτσια καὶ ἔπιασα ἀμέσως τὸ κινητό. Γκὲτ μὴ ράιτ νάου θρὴ μπάστυ μπίτσηζ! Ἔτσι, ἐλαφρῶς ἐπιτακτικῶς ψιλοστρίγλησα σὲ κάποιον τουρανὸ γλοιώδη προαγωγό, χωρὶς περισσότερες ἐξηγήσεις, πόσες γὰρ μπορεῖ νὰ δώκει εἷς ξαναμμένος ἕνεκα ἡ σοσιαλιστικὴ στέρησις; Εἰς τὰ καπάκια κάλεσα τὸν ἀξιωματικὸν ὑπηρεσίας στὴν ΚΟΒ Ἀθήνας ἀλλὰ καὶ τὴν σύζυγό μου γιὰ νὰ ἀναφερθῶ τρόπον τινά, μὲ ὕφος διαρρήδην διαφορετικό.

Λοιπόν, δὲν ὑπῆρχαν θρὴ μπίτσης μὰ μόνον μία διαθέσιμος ὅπως μοῦ εἶπεν ὁ Μπόρις, μὲ ἄφατον ἐπαγγελματικὸν ζῆλον, ὅστις μόλις εἶχε φθάσει στὸ δωμάτιόν μου. Μοῦ πρόλαβε τὴν ὀργίλη ἀντίδραση, λέγων ὅτι θὰ ῥεφάριζα τὸ ξενέρωμά μου διότι αὐτὴ ἡ διαθέσιμος ἦτο καλὴ λίαν· ἔπασχεν ἀπὸ γιγαντομαστία, εἶχε μάλιστα ἀνακηρυχθεῖ госпожица гърди Варна 2012.

- Τί ’ν’ τοῦτο ῥὲ Μπόρις, τὸ βυλγαρικόν;
- Miss boobs Varna 2012, ἀφεντικό!
- Ἄ, σωραῖος, τώρα τὸ ἔσωσες!

Μοῦ παρέσχε κάποιες ὁδηγίες γιὰ τὸ ποῦ θὰ συναντοῦσα τὴν Παταράνοβα, ζήτησε 17 λέβα γιὰ προκαταβολὴ καὶ μοῦ ἔδωσε τὴν εὐχή του. Τὸν εὐχαρίστησα.

Καὶ ἑτοιμάσθην. Ἀπεκδύθην τοῦ μουρόχαβλου ὕφους ποὺ διαθέτει κάθε χαμηλόβαθμο στέλεχος τοῦ Κόμματος, μοῦ ἔσταξα joop καὶ ἀποκομβίωσα τὸ ὑποκάμισόν μου κατὰ τρεῖς στιγμὲς μαρτυρῶντας τριχωτὸν στῆθος, ἔχων κατὰ νοῦ τὸ ἄτριχον καὶ θεόβαρον τοιοῦτον τῆς Παταράνοβα.

Сердика Център ἔγραφε τὸ χαρτάκι ποὺ μοῦ εἶχε δώσει ὁ προϊστάμενός της γιὰ τὸν τόπον συναντήσεως. Κατηφόρισα τὴν цар освободител κι ἔκοψα ἀριστερὰ στὴν Евлоги и Христо Георгиеви. Ἦτο μπόλικια ἡ ἀπόστασις μὰ σιγὰ μὴν ἔπαιρνα ταξί, ἤδη ἔδωνα πολλὰ λέβα γιὰ μιὰ σκαρμούτσα, ὅσο μπαλκονάτη κι ἂν εἶναι, ἒ μὴν τὴν προικίσωμε κιόλας, μὴ ξεφραγκαδιασθῶμεν! Μπῆκα στὴν ὁδὸν оборище καὶ μπροστά μου ἐνεφάνη τὸ ἐμπορικὸν κέντρον!

Πολὺς κόσμος μελισσοειδῶς καὶ πολυβούως, μιὰ περίεργη σκηνὴ ἀφοῦ εἶχε προηγηθεῖ πέρασμα ἀπὸ ἔρημες συνοικίες μὲ σπίτια ἀπαίσια, πολυκατοικίες βρώμικες, γειτονιὲς θλιβὲς ποὺ θὰ ἔλεγε κι ὁ μπαρμπα Γιάννης. Μπῆκα λοιπὸν στὸ mall, ἔβαλα τὰ χέρια στὴν μέση κι τρίψας τὸν πώγωνά μου, ἀνερωτήθην:

Ποῦ εἶναι τὸ κορίτσι; Πῶς θὰ τὸ ἐγνώριζα;

Μήπως φορᾷ καπέλο βυσσινί, μήπως γκριζὸ μαντήλι;
Μήτε καπέλο βυσσινί, μήτε γκριζὸ μαντήλι!
Μὰ θάλος σπουδαῖο τρομερὸ γλυκὸ ὡσὰν τὸν μοῦστο
Διαθέτει ἡ Παταράνοβα στὸ ἀπίθανό της μποῦστο!

Πώπω, μία ὑπόσχεσις τεραστίου μαστοῦ μὲ ἔκανε μέχρι καὶ δημοτικὸν ποιητὴν τὸν κερατά! Καὶ ἔπιασα νὰ περπατῶ ἐντὸς τοῦ ἐμπορικοῦ κέντρου, ψάχνων τὴν Παταράνοβα, κυττώντας βεβαίως, κάθε γυναικάκι στὸ στῆθος. Κάποιες μάλιστα μὲ στραβοκοίταζαν, γιατί μωρὲ κι ἄραγε, τί κακιαζμένες!

Ἔπιανε καὶ σωνόταν τὸ ἀπόγευμα, εἶχε περάσει ἀρκετὴ ὥρα, μὰ πουθενὰ μπάνικος μαστός! Εἶχα λίγο προβληματιστεῖ καὶ τὸ ὕφος μου ἀπέσχε ἀπὸ τὸ ἀντίστοιχον εὔχαρον τῶν ὑπόλοιπων θυώντων καὶ θυασάντων τῷ καπιταλισμῷ. Γὼ πάντως ἤθελα νὰ θυσιάσω στὴν Ἀφροδίτη, γιατί μοῦ τὴν σπᾶτε;

Κι αὐτὸς ὁ Μπόρις... Πουθενά... Ἡ κλῆσις μας προωθεῖτο...

Ἡ λαχτάρα εἶχε χαθεῖ ἐδῶ καὶ ὥρα, ἡ ἀδημονία σωνόταν καὶ τὸ γύριζε εἰς ἀπογοήτευσιν. Εἶχα τὰ χέρια στὶς τσέπες μου καὶ γύρευα πέτρες στὸ ἔδαφος, νὰ τὶς κλωτσῶ στενοχωρημένος κάργα μὰ ἕνα πολυτελὲς καὶ καθαρὸ μωσαϊκὸ ὕπαρχε στὸ ἐμπορικό, τί πέτρες μοῦ λές.;! Κι ἀπὸ τὰ χαμηλὰ τὸ βλέμμα, ἄρχιζε νὰ πετάῃ στὰ ἄκρα, κυττοῦσα τὶς προθῆκες κάποιων καταστημάτων, τὶς βιτρίνες.

Πολὺ στὸ φλοῦ τὸ βλέμμα μου, κυττοῦσα μὰ δὲν ἔβλεπα, ὁ νοῦς μου προσκεκολλημένος εἰς τὰ μεμὲ τῆς Παταράνοβα· βολτάριζα στὴν σκέψη τῆς στιγμῆς ποὺ θὰ ἐλύετο ἐνώπιόν μου, ὁ στηθόδεσμός της, φφφφφ τί ζέστη σήμερα ἐδῶ στὴν Σόφια ὅπου ἔχει κατὰ τ’ἄλλα βαθμοὺς τρεῖς!

Πολὺ στὸ φλοῦ τὸ βλέμμα μου, δὲν ἔδινα πολλὴ (καθόλου δηλαδὴ) βάση σὲ H&M, Donkey Donuts, Zara, Τommy Hilfiger, Simple Character, Oxford Company, Intersport, Burger King, Follie Follie, Vodafone, ἥθελα τὴν Παταράνοβα γαμῶ τὸ κέρατό μου, μπινὲ Μπόρις τί ἐπιτηδείου φτιάξη σένιαρες μωρὴ καρνάγια!

Θὰ συνέχιζα νὰ βράζω κι ἄλλο στὸ ζουμί μου, καταρώμενος τὸν ἀφεντικὸ τῆς Πατάρα ἀλλὰ στὸ πολὺ ἀπότομο, ἔπεσε στὴν ματιά μου μιὰ βιτρίνα λίγο διαφορετικὴ τῶν συνηθῶν. Ξύλινη ἐπένδυσις σὲ καφὲ χρώματα...γεμάτη τσιμπούκια! Σταμάτησα ξαφνικὰ κι γιομάτος ἐνδιαφέρον χάζευα τὶς πίπες. Αὐτοστιγμὶ ἐξητμίσθη πᾶς νταλγκὰς περὶ τῆς Παταράνοβα καὶ τοῦ ἰσπανικοῦ ἔρωτος τὸν ὁποῖον ὀρεγόμην μετ’αὐτῆς, πέσας μὲ τὰ μοῦτρα εἰς τὰς καπνοσυρίγγας! Γοητευθεὶς λίαν, χάζευα καὶ τάχιστα εἰσῆλθον καταστήματι, ὁπόθεν ἠγόρασα μιὰν Σαβινέλλι, ἰδοῦ!




 


Δὲν ἔμαθα ποτὲς τὶ ἀπόγινε ἡ Παταράνοβα...

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats