Παρασκευή, Οκτωβρίου 07, 2011

Παρασκευὴ 7 Ὀκτωβρίου 2011


Ἄδραξα κάποιες ἐδῶ καὶ καιρὸ ἔκθετες A4 κόλλες καὶ βιαστικὰ βγῆκα γιὰ νὰ πρὸς ἀνακύκλωση τὶς πετάξω. Εἶδα τὴν περὶ ἧς ὁ λόγος νὰ κατέρχῃται τῆς κλίμακος φέρουσα δύο θαμπῶς λευκὰ παραλληλεπίπεδα κυτία διαφόρων διαστάσεων. Βαρὺς ὁ πέπων ἐκ μέρους μου, βλέμμα παραμένον στὸν κάδο, μὰ ἡ κατερχομένη κάτι εἶπε, ὄχι βραχείας διαρκείας, σήκωνε ἀπόκρισι θαρρῶ. Δὲν εἶχε πάσσο, τῆς ἄνοιξα καὶ τῆς παρέμεινα ἐκεῖ διότι κάτι ἔλεγε, μοῦ ἔλεγε. Προσέφερε κάποιον ἐπίκουρο ἀπὸ τὸ ἄνω κυτίο, γλυκείας συστάσεως μὰ γὼ ἀρνήθην ἐπικαλούμενος τὸν φόρτο τῶν τελευταίων ἡμερῶν μὲ τὰ γεύματα καὶ τὶς ἀδηφαγίες. Τώρα θὰ πάρῃς, μὰ πρέπει! καὶ συμπλήρωσε γιατί αὐτὸ τὸ ἐπιτακτικό, κάτι γιὰ ἀπορία ἀνέφερε, ἀπορῶ τὴν ἄκουσα νὰ λέῃ κι ἀπὸ σῖγμα λογοπαίγνισα ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ τό της χαμόγελο ξανάπε, ἐξήγησε, ξεκαθάρισε προσθέτουσα ἕνα χο στὸ προηγουμένως ῥῆμα. Χο~χο μὰ δὲν ἦταν διόλου ἀστεῖο.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats