Ὄνειρο στὸ (σάυμπερ) κῦμα. (2)
Ἔχει περάσει περίπου ἕνας μήνας ἀπό ἐκείνη τήν παταγώδη ἀποτυχία σέ τρέντυ νησί, ὅταν προσπάθησα νά τήν πέσω σέ μιά μαμαζέλ. Καταρρακώθηκα τόσο ὥστε μοῦ ἀποφάσισα μιά γκεσταπική ἀπομόνωση στό δωμάτιό μου. Γρήγορα ὅμως ἔγειανα, παρότι παραμένει σάν τατοῦ μέσα μου αὐτό πού ἔνοιωσα, ἀπήλαυσα, κι ἐν τέλει θαύμασα· τό κάθε χαρακτηριστικό τό ὁποῖον ἔκανε τήν λαϊκή μούσα νά κατατάξῃ τήν γυναίκα στά τρία κακά τοῦ κόσμου. Ψιλανέρρωσα λοιπόν, ἔγειανα ὅπως προεῖπον καί πῆρα τά πάνω μου ἀποφασίσας νά συνεχίσω τήν προσπάθεια. Μοῦ ἀπένειμα χάρι καί βγῆκα παραέξω (μέχρι τό σαλόνι ἔνθα τό λάπτοπ). Ἡ τσίκ τοῦ τσίκ προσπάθεια κολλητηριοῦ σέ μεναγκό ἀπότυχε ἀλλά ὑπῆρχε κι ἄλλο καλντερίμι.
Διαδίκτυον ἄκα ἰντερνέτ (σίκ).
Ἐν ἀρχῇ ἦν τό ἀιαρσί καί τά λοιπά τσάτια. Ἡ ἐκεῖ ἀνωνυμία πολύ μέ κέντριζε τό ἐνδιαφέρον καί μέ ἐνθάρρυνε σέ χαλεπούς γιά τήν ἰσορροπία μου καιρούς. Τό ἔπαιζα πολύ μαστρο-ἐκ καθέδρας καί πούλαγα -ἔστω βερεσέ- μούρη. Ψιλοπετύχαινε καί εἶχαν κάτσει μερικαί φάσεις στῶν ὁποίων τήν κεντρική σκηνή πρωταγωνίστησε τό σούρωμα τῆς κυλότας καθώς κατηφορίζει τούς γλουτούς. Ἀντικειμενικαί δυσκολίαι ὅμως κομπλάρισαν τό περαιτέρω χαϊλίκι καί ἡ κατάστασις μετά πολλῶν ἐπαίνων ἀπερρίφθη. Ὑπῆρχαν τότε καί τά ἀνώνυμα καρτοκινητά, ἐνῷ τώρα φεῦ λέγω!
Ἡ τεχνολογία ὅμως μέ ταχύτητες κατοσταριῶν σέ ὀλυμπιάδα ἔριχνε κι ἀλλοῦ παραγάδι. Ἐμεσέν. Ἀνωνυμία κι ἐκεῖ βεβαίως ἀλλά προϋπέθετε μιάν ἄς ποῦμε ἔγκρισιν ἀπό τά κατ’ἀρχάς μετερίζια τοῦ ἀνωνύμου νυφοπάζαρου. Ἔπαιξαν κι ἐκεῖ καταστάσεις «ἄχ», ὑπῆρξαν καί ἀνολοκλήρωτες – σαφῶς περισσότερες. Στό ἐμεσέν ὡστόσο πρωτοπροέκυψε τό συναίσθημα τοῦ ὅτι κάτι ἀληθινό ἴσως καί ἐάν καί ἐφόσον καί μπορεῖ καί νά σκάσῃ. Ξεπεράστηκε πάντως (ἤ μήπως ἐγώ τό ξεπέρασα;) καθώς ἀντίκρυσα τήν πιό νιόφαντη ἔκδοση εὕρεσης εὐκολοδώσιμης κωλοτρυπίδος. Φεησμποῦκ (σίκ).
Το Facebook σας βοηθάει να συνδέεστε και να μοιράζεστε πράγματα με τους ανθρώπους στη ζωή σας.
Μά’στα. Σύνδεσις, μοίρασμα. Νά συνδεόμεθα δηλαδή μέσῳ κάποιου πέους, ἤ δακτύλων ἐφ’ὅσον εἴμεθα λάτρεις τοῦ fisting, ἤ καί γλώσσας σέ περίπτωση πού ἡ κλειτορίδα τῆς ἀπέναντι μᾶς κάνει σέ πάστα νουγκατίνα. Ὅσο γιά τό μοίρασμα πραγμάτων… Πάρε πασᾶ τήν ὀδοντόβουρτσά μου, μοίρασμα τοῦ πετάσματος λίγο μετά τά πίτσιλα στερνά ἄαααααχ, μοίρασμα τοῦ λογαριασμοῦ σέ κάποιο πατσατζίδικο ὅταν ὁ κορεσμός ἴσως νά ἔχῃ σκάσῃ μυτούλα καί τά ἱπποτικά νά χάνωνται σέ φεμινιστικές νευρώσεις.
Αὐτά γιά ἀρχή. Ἤ μήπως τό τέλος; Καί μέχρι τό τέλος, στήν μέση, τί; Πολύ τήν ἔψαχνα καί θά χανόμουν στήν μετάφραση, τὄβλεπα γώ. Γι’αὐτό καί κλίκ! Κλίκ ἄμεσα!
Μμμμ… Τί καλούδια εἶχε τό φεησμποῦκ! Τί εἶχε;! Τί δέν εἶχε μᾶλλον! Κόσμο πολύ μέ…
… Φωτογραφίες ἀπό μπάνια σέ θάλασσες, λίμνες (τεχνητές τε καί φυσικές), ποτάμια, χειμάρρους, δέλτα ποταμῶν, βούρκους, ἔλη. Πόζες ἀπό γυμναστήρια, ἀπό ἀθλοπαιδιές καί «ἀθλοπαιδιές» (πρίν καί μετά αὐτῶν), ἀπό σχολεῖα (παιδικῶν σταθμῶν, δημοτικῶν, γυμνασίων, λυκείων, ΙΕΚ, ΤΕΙ, ΑΕΙ, μεταπτυχιακῶν). Πόζες ἀπό προσώπατα (ἀνφάς, προφίλ, προφίλ τριῶν τετάρτων) μπούστων, ντεκολτέ, καλογραμμένων κοιλιακῶν, τορνευτῶν κώλων, λεπτῶν γοφῶν, σπανκάτων γλουτῶν, ἀψεγάδιαστων γαμπῶν. Κοινωνική δικτύωση ντέ!
Τσιτάτα ἀπό λογοτεχνικά πονήματα τῆς Χρυσηίδος καί τής Βρισηίδος, ἀπό τήν Κάλι καί τήν Ὄσιρι. Ἐνημέρωση τοῦ προφίλ ἐξαρτήσει τῶν ῥανίδων τῆς ἐμμήνου. Ξεπατικωσοῦρες ἀπό ποιήματα ἡμερολογιοῦ. Δωρολούλουδα· ῥόδα, γαρούφαλα, μπιγκόνιες, ρουνεσπαπά, κυκλάμινα, χρυσανθεμάκια, μαργαρίτες, πανσέδες, ὀρχιδέες καί μολόχες ἀλλά καί τσάι τοῦ βουνοῦ. Πιοτοκεράσματα· μαργαρίτες, μοχίτα, μέ περίοδο μαρίες, καϊπιρίνιες, μαρτίνια, καμικάζια, σάουδερν κόμφορτ, οὖζο 12, καφέ γραφείου τελετῶν.
Καί τραγούδια! Πολλά τραγούδια· διά πᾶσαν νόσον καί πᾶσαν μαλακίαν. Τραγούδια γιά τήν ἄνοιξη, τό θέρος καί τόν χειμώνα. Τραγούδια γιά τήν ἀποφοίτηση, τραγούδια γιά τόν στρατό, γιά τήν ἀπόλυση, γιά τήν δουλειά, τό γιαπί, τό πηλοφόρι, τό μυστρί. Τραγούδια γιά τόν ἔρωτα, παραφύσει ἤ ὀρθόδοξο, γιά τό σέξ, μέ κόσμο ἤ μοναχικό. Τραγούδια γιά τίς φουσκάλες στόν γλυκύ βραστό καί τούς τοῦ δευτέρου τριμήνου βαθμούς τοῦ ἀγνώστου πατρός καμαριοῦ μας. Τραγούδια γιά τόν νταλγκά καί τό μαράζι, γιά τούς κοινωνικούς ἀγῶνες ἡμῶν καί τό στήν γυάλα χρυσόψαρο.
Τί παραπάνω νά εἰπωθῇ; Πεδίον δόξης λαμπρόν γιά τόν πᾶσα ἕνα κολλησιματζῆ καμάκια πού ἀπό ἕνα κλικάτο σκούντηγμα σέ μιάν φριέντ, τόν Μάρτιο ἄς ποῦμε, καταλήγει τόν Ἰούλιο (ἤ κι αὔγουστο ἄμα λάχῃ) νά σκουντάῃ τήν λεκάνη του σέ μιάν γυναικεία μέ συχνότητα 92 σκουντηγμάτων τό λεπτό (μέ σαφῆ ἐπιτάχυνση στά τελευταῖα 18 δευτερόλεπτα) καί ὁδηγό ἕνα μεγαλοπρεπῶς καλοφλεβατωμένο καυλί.
Θά τό κάμω! Ἐγγραφή! It's free, and always will be. Εὐάγγελος Χαραλάμπους, γεννηθείς Ἀθήνησι, τῷ 1961, ἀπόφοιτος ἀνωτάτης σωματεμπορικῆς, μέ χόμπυ τήν συλλογή γραμματοσήμων καί μαγνητακίων ψυγείου. Κλίιιιικ.
Ἀνοίγω τό ἐγχειρίδιον τοῦ ἀνερυθρίαστου πεσιματζῆ καί τσακώνω ἰδέες. Ποστάρω ἐξεζητημένα συνθηματάκια, τραγούδια ψαγμένα, classy ἐκδηλώσεις, προσθέτω σωρηδόν καί μᾶλλον ἀδιακρίτως φριέντς ἀποκλείοντας βεβαίως ἀπό τόν ἀντικειμενικό μου σκοπό κάποιους συμμαθητές, φίλους, γνωστούς· ἀφήνω ζωντανά μόνο τά πλάσματα πού συνήθως δέν κατουροῦν ὄρθια.
Ἔ, μετά τόσων πολλῶν, σκάει μύτη κάποια. Ψαρώνει μέ κάτι πού μόλις πόσταρα, ῥεπερτορίου Κώστα Καφάση (εὐτυχῶς πού τρελάθηκα, γέλα κερία μου, ἄντε τώρα νά φύγῃς) ἀφοῦ πασιδηλώνω τό ὅτι εἶμαι μπάκουρας. Κερνάει ἕνα λάικ. Ὤπα! Ποῖα εἶνε αὐτή; Κλίκ στό ὄνομά της. Σπουδαί εἰς τήν ἀλλοδαπήν, Σορβόνη, Ὀξφόρδη καί Γουαδαλαχάρα. Χμμμμουάου! Προσωπικιά κατάστασις, εἶνε περίπλοκο (ὅπως περίπλοκα περιπλεγμένα θέλει τά πόδια ἐπιβήτορα ἀνάμεσα στά δικά της μέ τό ἕνα γόνατό του μάλιστα νά προδιαθέτῃ τήν σχισμή της) ἡλικία μή δηλωτέα (χρόνια προσπαθῶ αὐτό πού χρόνια ἀποφεύγειιιιις) φωτογραφίαι; Οὖ σόντ μά σερί; Βουαλά! Κλίκ. Κάτι φάρμες μέ ἀρούρια σάν σέ ἐνδιαφέρουσα γάτες καί τόν μπέημπ τό ζωηρό γουρουνάκι. Ἔεεεεε! Κι ἄλλα κλίκ, ἄλμπουμς ὦν οὐκ ἔσται ἀθιμός! Κλίκ. Θάλαττα, διακοπές. Νά μιά πού κολυμπᾷ, αὐτή εἶνε; Ἔλα πιό κοντά, ῥίξον ἁπλωτές καί πλησίασον! Κλίκ. Ναί, αὐτή εἶνε. Χμμμμμουάου λέγω! Κλίκ. Ἐξερχομένη τῆς ἁλός μέ τσίγκινες ῥῶγες, κύττα μωρέ, δέν τό πρόσεξεεεε ἡ καημένη, ἄχ μωρέ ἡ κούκιου! Κλίκ. Κι ἄλλη πόζα, μίμησις τῆς πῶς τήν λένε ντέ στό Ντόκτωρ Νό; Οὔρσουλα Φρίτς; Διαμαντάκια οἱ σταγόνες τῆς θαλάσσης, περιδιαβαίνουν τό κορμί, μερικές λίγο πρίν ἀπό τό κατρακύλημα καί τήν βουτιά τους στά σκοτεινά της σημεῖα. Κλίκ, Ὤπα! Ἔτοιμη νά ξαπλώσῃ, κολλημένο στό σῶμα τό μπανιερό νά ἀναδεικνύῃ θέλγητρα γλώσσας. Ἀνυπέρβλητο! Κλίκ. Ὕπτια ἡλιοθεραπεία, σκέλη ἀνοικτά, προοικονομία πρώτης! Σωματάρα οὐάου! Κλίκ. Νυκτερινή διασκέδαση. Μέ ῥοῦχα. Πρίτς! Μπάκ. Μπάκ. Μπάκ. Μπάκ. Σέηβ ἄς… «ψωλοπιπέτα1», «ψωλοπιπέτα2», «ψωλοπιπέτα3», «ψωλοπιπέτα4».
Τοῖχος. Κλίκ. Ἀρκουδάκια ὡς δῶρα, κάποιος Κλέων Καρούμπαλος σχολιάζει : «νά τό ἔχετε τίς νύχτες νά πορέβεστε γλικιά μου.» Πληθυντικός; Χμ… Ἐπιρροαί Σορβόνης! Κι ἀπό κάτω λάικ. Λάικ στό ἀρχικό ἀρκουδάκι, λάικ στό σχόλιο, λάικ στό λάικ κι ἕνα τέταρτο λάικ ἔκθετο στό σύμπαν τοῦ διαδικτύου νά περιμένῃ κάποιο ἄλλο σχόλιο μέχρι νά ἔλθῃ, δενπράζ, ἄς ὑπάρχῃ διαθέσιμο. Κι ἄλλο δῶρο παρακάτω· μιά τουλούμπα ἀπό τόν Πελοπίδα Παπαρούπα. Τό προσφερόμενο κοκό μέ φανερές γραμμώσεις (προσφέρουσαι μεγαλυτέραν εὐχαρίστησι) καί νά γυαλίζῃ ἀπό τό σορόπι. Λάικ στό λίνκ τοῦ δώρου ἀπό τόν Π. Παπαρούπα, λάικ στό λίνκ τοῦ δώρου καί ἀπό αὐτήν, σχόλιο ἀπό αὐτόν «ὅλη δικιά σου!» (χεχεχεχέεεεεε!) λάικ στό σχόλιο αὐτό ἀπό αὐτόν, λάικ στό σχόλιο αὐτό καί ἀπό αὐτήν, ἀπό κάτω σχόλιο ἀπό αὐτήν «εὐχαριστῶ!» λάικ στό σχόλιο αὐτό ἀπό αὐτήν, λάικ στό σχόλιο αὐτό καί ἀπό αὐτόν, ἀπό κάτω σχόλιο πάαααλι ἀπό αὐτόν, χαμόγελο μέ κλείσιμο ματιοῦ «;-)», λάικ στό σχόλιο αὐτό ἀπό αὐτόν, λάικ στό σχόλιο αὐτό καί ἀπό αὐτήν, ἀπό κάτω σχόλιο ἀπό αὐτήν «Ἄχ!» λάικ στό σχόλιο αὐτό ἀπό αὐτήν, λάικ στό σχόλιο αὐτό καί ἀπό αὐτόν, κλίκ γιά νά δῇτε ὅλα τά 1056 σχόλια, ἔ πηγαῖντε καί δῇτε τα, φφφφφ!
Σκρόλλ ντάουν. Ἅσματα. Ἀποκλειστικός ἀντιπρόσωπος γιουτιοῦμπ, φραντσάιζ ἐνσωμάτωσης. Μπόννυ Τάυλερ, ἄι νίντ ἔ χῆρο. Χοῖροι χῆροι καί γουρούνια ζωντοχῆροι (ἀληθεῖς τε καί γουαναμπῆ) ἀλλά καί ἄγαμοι, ἔγγαμοι, δίγαμοι κι ὅ,τι ἄλλο διατίθεται στήν ἀγορά, ἀναμμένοι κάργα σπεύδουν γιά λάικ. Λάικ μετά πολλῶν χριστοπαναγιῶν (βοήθειά μας, ἔρχεται καί δεκαπενταύγουστος) πού δέν ὑπάρχει καί λαϊκόμετρο νά βάζουμε καμιά ντουζίνα λάικ ἄμα λάχῃ. Λάικ ἡ κτήτωρ κάτω ἀπό κάθε λάικ τοῦ (δέν εἶνε ἕνας καί δύο) προσφερομένου χτάπα της χτούπα της. Λάικ κι ὁ (δέν εἶνε ἕνας καί δύο) προσφερόμενος χτάπα της χτούπα της καθ’ὅσον μείζων ἐλπίς τό λάικ γιά νά ἐπισπευθῇ τό ποθούμενο (ἤτοι, ἔλα, βγᾶλ’τό «ἐργαλεῖο» σου!). Μίκα - Ῥηλάξ, τέηκ ἴτ ἤζυ. Τί ἤζυ νά τό πάρῃς λίτλ μπίτς, σκέπτονται ὅλοι οἱ s/m γαμπροί. Σκληρά κι ἐπώδυνα θά τό ἐγκολπωθῇς μπᾶς καί λυτρωθῇς ξεχνώντας μέχρι καί τόν ἀριθμό τοῦ ἀστυνομικοῦ σου δελτίου ταυτότητος ἀσοῦμε. Βέβαια! Ἄ! Θά τό ξέχναγα! Κι ἀπό κάτω λάικ φυσικά. Πολλά – μά μπορεῖ τό «πολλά» νά περιγράψῃ τό πόσα; Ἕνα ἀπό αὐτά, ἔχει κι ἑρμηνεία: Λάικ στό τραγούδι καί ἕνα σχόλιο μέ περισπούδαστη καί κονιόρδικη ἀνάλυση ἀπό τόν Ζαχαρία Σαλιάρη περί τῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἅσματος στήν πόπ κουλτούρα τῶν σέβεντης, λάικ ἐκεῖ, λάικ κι ἀπό τήν κτήτωρα, ἀπό κάτω σχόλιο μέ θαυμαστικά ἀπό κάποιον ἄλλον, τόν Ζαφείρη Μασταπιάννη, ἄπειρα θαυμαστικά καθώς γνωρίζει ὅτι τό τραγούδι εἶνε πολλά μεταγενέστερο τοῦ 70, ὁπότε ξεβρακώνει τόν Ζαχαρία ἐνώπιον τῆς κτήτωρος (οὔπς! Καλό εἶν’τοῦτο γιά κακό;) καί ἀφαιρεῖ ἕναν ὑποψήφιο ἀπό τό «μήτινγκ»! Λάικ ἀπό τήν τύπισσα στό τελευταῖο σχόλιο, θαυμαστικά πολλά ἕνεκα ἡ διαφώτισις, λάικ κι ὁ Ζαφειράκος ὅστις ἀρχίζει καί ἐλπίιιιιζειιιιιι. Σκρόλλ ντάουν. Μεγάλη Παρασκευή. Κυττῶ τό μερολόγιο, ἰούλιο ἔχουμε, μεγάλη Παρασκευή; Ἄ! Τά τραγούδια καλέ. Σκοτεινοί ἑρμηνευτές, ῥεπερτόριον αὐτοκτονίας, τραγούδια ῥόγχος στόν λαιμό ἀλλά ποῦ’σαι; τεκμήρι βαθέως προβληματισμοῦ καί δυσθεωρήτου ἐπιπέδου. Βέεεεβαια! Σέ ἕνα πιστολοκροταφικό τραγούδι πού ἀναρτᾷ ἡ μανταμίτσα, σκάει ἕνα σχόλιο «Ὑπέροχο, τεράστιο, πολλά ὑποσχόμενο» ἀπό τόν Ἀσημάκη Σουφράκο – καλέ; Ποῦ ἀναφέρεται μέ τά ὑπέροχο, τεράστιο, πολλά ὑποσχόμενο; Παρά ταῦτα, λάικ. Λάικ ἀπό τόν Ἀσημάκη στό λίνκ τοῦ τραγουδιοῦ, λάικ καί στό σχόλιό του. 6,5 δευτερόλεπτα μετά, λάικ ἀπό τήν περί ἧς ὁ ψῶλος, λάικ στό τραγούδι (ἔ, λογικόν, τῆς ἤρεσε τό τραγούδι πού ἔβαλε, ἔτσι ἄντε ἄντε;) λάικ καί στό σχόλιο περί τοῦ πολλά ὑποσχομένου τεραστίου! (κακῶς πού δέν τό ἔγραψε κεφαλαῖα ὁ Ἀσημάκης Σουφράκος!) Καί ὄχι μόνον λάικ στό σχόλιό του ἀπό τήν κερά, ἀλλά σχόλιο ἀπό κάτω, πολλά θαυμαστικά! Πολλά θαυμαστικά!!! Καλέεεεε! Μά δέν γίνεται, κάτι τρέχει, τό ἔχει καταλάβει, ἔχει περάσει Σορβόνη, Χάρβαρντ καί Γουαδαλαχάρα! Δέν γίνεται νά μήν! Λάικ καί στα θαυμαστικά της ἀπὀ αὐτήν, στό σχόλιό της δηλαδής, λάικ μετά καί ἀπό τόν Ἀσ. Σουφράκο. Τοῦ λάικ τό κιγκλίδωμα; Μᾶλλον ὄχι. Τῆς Ματθίλδης Καραγιώργη (ιδού τό ὄνομα, τὄπα! Ἀλλά μήν πᾶτε, κουφάλες!) τό κάγκελο!
Ἀρχίζω καί μιζεριάζω… Πάλι δεύτερος! Δέν ἔχω κι ὡραῖο ὄνομα ὁ τζούφιος, τό μόνο πού διαθέτω εἶνε συστολή καί δέν δύναμαι νά προσθέσω κι ἐγώ κἄνα λάικ παρότι…
Πάω ἀρχικιά μου σελίδα καί ἀναρτῶ τραγουδάκια τοῦ καημοῦ. Χωρίς καμιάν ἐπιτήδευση, χωρίς τίποτε τό φτιαχτό. Νοιώθω χάλια… Κλάψ… Πρίν τό δάκρυ βρέξει κἄν τό τσίνορο, ἕνα λάικ της ἀνατέλει καί τό δάκρυ μέ σιχτίρια γιά τόν ἄδικο κόπο του γυρνᾷ πίσω. Ὥστε ἔχω ἐλπίδες μικρούλη καί χοντρούλη θεέ; Κάνω λάικ στό λάικ της καί ἀρχίζω νά χουλαντρίζω καί ἐγώ κατά τά συνήθη, στό τέμπο της. Τήν βλέπω ὀνλάιν, ἄχ Θεέ μου, τί νά τῆς πῶ; Ἀνεβάζω μερικές φῶτος μου στό μεταξύ ἀπό τές φετινίς διακοπίς. Μιά φῶτο διαθέτει ἕνα ἡλιοβασίλεμα κάτσε καλά (καί ὀνλάιν κάτσε μωρή! Μή φύγῃς ἀκόμα!) ἀλλά ἡ πατσούρω δέν ἔρχεται νά «πῇ» κάτι. Ἀνεβάζω ἕνα τραγούδι πολύ σπουδαῖο τί νά σοῦ λέω τώρα, λάικ ἡ μαντάμ καί σέ σχόλιο γράφει και ἕναν στίχο ἀπό αὐτό: Τί εἴχαμε, τί χάσαμε, ψωλέο σέ ξεχάσαμε. Τί ποίηση! προσθέτω ἀπό κάτω σέ σχόλιο κι ἐγώ, τί χαρισματικοί κάποιοι πνευματικοί ἀνθρῶποι, συμπληρώνω ἀφοῦ φυσικά κάνω λάικ σέ ὅ,τι ὑπάρχει διαθέσιμο στά πέριξ. Κι αὐτή λάικ στό σχόλιό μου· ἀαααχαχαχαχα, Σορβόνη εἶπες; ἀχαχαχαχα! Ἔ, ναί! Εἶπον! Τσοῦπ! Σκάει μύτη ἕνα chatίσιο μήνυμά της καί μοῦ λέει ὅτι ἔχει τό τραγουδάκι καί στήν clean version του. Τό θέλεις; μέ ῥωτᾷ. Τό θέλω, τό θέλω πολύ ἀπαντῶ, βάζω μάλιστα ἕνα χαμόγελο καί σφίγγομαι τόσο γιά νά μήν τῆς γράψω ὅτι βασικά κάτι ἄλλο σου θέλω πού διαθέτεις, οὐδετέρου γένους ἐπίσης, τό μουνί σου θέλω μωρή, τό μουνί σου στό πιάτο, ἀλλά ἄς μήν τό κάνουμε ζήτημα – τοὐλάχιστον ἀκόμα. Ἀνοίγει δίαυλος τό λεπόν ἐπικοινωνίας. Τό τσάτ ἀνοικτό καί ἀμέσως βάζω ὅλον τόν ὑπόλοιπο ντουνιά ὀφλάιν νά μήν μοῦ διακοπῇ ἀπό καμιά δύσκολη μαλάκω τό μόλις τώρα ἀνατέλλον εἰδύλλιο! Εἴμαστε οἱ δυό μας, ἐγώ κι αὐτή καί μιά ἄφατη βεβαιότης μέ κάνει νά πιστεύω ὅτι εἶμαι ὁ μοναδικός της… Ἔχω ἕνα πολύ καλό προαίσθημα… Ἀλήθεια… Ἀλήθεια!
8 σχόλια:
Κόβε και καμιά παράγραφο, από ένα σημείο και μετά το πήγες μονοκοντυλιά και στραβώθηκα να διαβάζω, έχεις και μικρά fonts...
Υ.Γ. Μετά τι έγινε με τη γκομενέτε?
τὰ μεγάλωσα γιὰ πάρτη σου, ἀγόραρε!
Ἡ ἀσταμάτητη παράγραφος ἔγινε ἠθελημένα!
Ξέρεις πόσο γρήγορα γίνονταν ὅλα;
ΥΓ: Στὸ ψήσιμο εἶμαι μὲ τὴν γκομενέτε! Στὸ ψήσιμο καὶ ἐλπίζω πὼς θὰ κάτσῃ φάσις καθ'ὅσον Ἔχω πάρει πολλὰ κουράγια ἀπὸ τὴν καταλυτικὴ κουβέντα της πὼς εἶμαι ὁ μοναδικός της!
Ντάνκε σεν, χερ βανγκέλακας!!!
Καλή συνέχεια με το ιντερνετικό αμόρε!
Δὲν εἶναι ἀμόρε! Εἶναι τρεῖς τρύπες μὲ γύρω γύρω ἄνθρωπο! Χαχαχαχα!
Οκ, κράτα όποιον ορισμό σε βολέβει!
:)
κύριε Σνώουμπωλ ἔχετε δίκιο. Σηκώνει μιὰ τοὐλάχιστον παράγραφος. Λέω νὰ τὸ σπάσω ἐκεῖ ποὺ λέει: Τοῖχος. Κλίκ. Ἀρκουδάκια ὡς δῶρα, κάποιος Κλέων Καρούμπαλος
ἀλλὰ καὶ στὸ Σκρόλλ ντάουν. Ἅσματα. Ἀποκλειστικός ἀντιπρόσωπος γιουτιοῦμπ, φραντσάιζ ἐνσωμάτωσης.
Μερσί!
ρε χαμένο , αυτές τις αηδίες κάνεις κατακαλόκαιρο;Εκεί σε βάρεσε;
Κρίμα στα νιάτα την τσαχπινιά κρίμαστομπόισουκαλέ....
Παρόλα αυτά,κάνε καμμιά οικονομία, γιατί ,σου βρήκα μεριά γιά διακοπές μέγκλα.Και για χειμώνα , και για καλοκαίρι.Άπαιχτη.
υ.γ
ξέρεις βέβαια, γιατί τα παθαίνεις όλα αυτά ε;
δ
στεῖλε μου μέηλ μὲ πιότερες πληροφορίες.
Καλά, μὴ μὲ πῇς ὅτι τὸ διάβασες ὅλο, δὲν θὰ σὲ πιστέψω!
ΥΓ: Γιατί τὰ παθαίνω ὅλα αὐτά;
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα