Τρίτη, Ιουνίου 26, 2007

Φεστιβάλ 07 Νεολ. Συνασπισμού.:ΖΗΣΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ - ΑΛΛΑΞΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!

Δέν μου καίγεται καρφί. Καί στο πρώτο ραντεβού μέ μιά φόρμα θά βγώ. Άβαφτη, απεριποίητη. Έάν δέν μέ γουστάρη καί χαλασθή; Μπά... Τόν έχω τσεκάρει σέ καποια προκαταρκτικά...

Θά τόν μπάσω σπίτι μου. Ναί. Δέν θά πάμε πουθενά πρίν. Θά καθήσουμε στό σαλόνι, θά μιλήσουμε περί ανέμων, θά κρατήσουμε παρέα στά λιούμενα παγάκια τών ποτών μας, βλέπω όμως πολύ καλά πού παίζει τό μάτι του. Δέν θά έχη περάσει μισή ώρα όταν θά ῥουφάω τήν γλώσσα του καί μπροστά στό ανοιχτό παράθυρο θά μού ξεκουμπώνη τό πουκάμισο. Δέν είναι η πρώτη φορά πού «φιλοξενώ» κάποιον. Ούτε η τελευταία. Τόν πιάνω άπό τό χέρι καί τόν οδηγώ στο υπνοδωμάτιο κουνάμενη διακριτικά προκλητικά. Προσέχω νά μήν μπερδέψω τό όνομα του μ’αλλότριο καί του λέω νά περιμένη. Πηγαίνω στήν τουλέττα, μέ ελέγχω στόν καθρέπτη. Πρός στιγμήν σκέφτομαι νά κρύψω καποια άφτερ σέηβ, μπορεί όμως νά λησμονήσω νά τά επαναφέρω μετά, γι’αυτό καί τ’αφήνω ως έχουν, όπως καί κάποια παντελόνια σέ έναν καλόγερο. Κλείνω τό κινητό γιά αποφυγή ανεπιθύμητων (αυτήν τήν ώρα) μηνυμάτων καί κλήσεων.

Επιστρέφω. Τόν βρίσκω ξαπλωμένο καί ημισκεπασμένο. Χαμογελώ. Ανάβω τρία κεριά καί κάθομαι στήν άκρη του κρεβατιού. Σταυρώνω τό ξεκούμπωτο πουκάμισο, ῥωτώ μήπως θέλει νά πιή κάτι. Δέν καταλαβαίνει τί εννοώ, δέν μέ προσέχει μάλλον, παρά μόνο μού πιάνει τό στήθος άξεστα καί πειναλέα. Σηκώνεται καί μού βγάζει τό πουκάμισο. Μέ μιάν κίνηση έγώ, αφαιρώ τήν φόρμα καί τό εσώρουχό μου. Ανεβαίνω στό κρεβάτι, τόν ξεσκεπάζω, κάθομαι στά πόδια του, τού χαϊδεύω τήν κοιλιά. Πάω καί πιο χαμηλά, δέν τόν αγγίζω στό πέος παρά συνεχίζω στήν λεκάνη, στά πόδια του κι ανεβάζω τά χέρια στό σώμα μου. Μέ χαϊδεύω στό στήθος πάνω άπό τό σουτιέν, τόν βλέπω νά έχη καρφωθεί λυσσαλέα. Τά χέρια μου στό κούμπωμα, καθυστερώ τελετουργικά, γδύνομαι καί παίρνω ύφος ελαφράς ντροπής. Πείθει άραγε; Τόν αγγίζω στό πέος, τόν αισθάνομαι σκληρό. Η επιταγή συνέχισης τού ύφους ντροπών μέ κάνει νά μήν γέρνω μπροστά, η συνήθεια όμως μέ σπρώχνει. Τελικά καί μπροστά άπό τό όργανό του, πείθομαι ότι πρέπει νά συνεχίσω νά τό παίζω κατά κάποιο τρόπο άβγαλτη ερασιτέχνις, κι απλώς τόν φιλώ επανερχόμενη πάραυτα. Μέ θωπεύει στό στήθος, μέ τσιμπά, αντί γιά πιό δυνατά του λέω σιγά καί ενώ βιαστικά θέλω νά τόν καβαλήσω απότομα, νά τόν νεμηθώ χωρίς προκαταρκτικά, συνεχίζοντας τήν κοκκινίζω φάση μου, ξαπλώνω δίπλα του, αφήνοντάς του τήν πρωτοβουλία. Έρχεται πάνω μου, περνάει τά χέρια του γύρω μου, μέ φιλά. Θέλω νά ψάξη τό σώμα μου, νά τό ερευνήση, θέλω νά τού πώ νά μού χουφτώσει τά βυζιά, νά μού τρίψη τις ῥώγες, νά μού τσιμπήσει, νά μού χτυπήσει τά οπίσθια, δέν τό κάνω όμως. Προτιμώ νά αφήνω κάποιους αναστεναγμούς, διηνθισμένους μέ ντροπαλάδα… Τόν νοιώθω έτοιμο, κινούμαι λίγο καί ανοίγω τά πόδια μου γιά νά έλθη μέσα μου. Εκείνη τήν στιγμή τόν διακόπτω, άχ τί δύσκολα! Ῥωτώ έάν έχη προφυλακτικά. Στήν αντερώτηση έάν έγώ έχω, δείχνω μιά πρόσκαιρη δυσαρέσκεια, πείθει άραγε;, τί είμαι γιά νά έχω προφυλακτικά έγώ; κι άς υπάρχει ποικιλία μέχρι καί γεύσης εξωτικών φρούτων σέ παρακείμενο κομοδίνο. έχω κάνει εξετάσεις πάντως, έσύ; Ακόμη καί εμετικά σπυριά σέ όλο του τό σώμα νά είχε, νά απαντούσε ότι είναι όντως ασθενής, περίπτωση νά διακόψω ουδεμία. Ανοίγω τά πόδια περισσότερο, μπαίνει μέσα μου. Δέν τόν νοιώθω εντάξει. Βλέπω νά σκαλώνη. Βγαίνει, ξεφυσά απογοητευμένος καί ξαπλώνει δίπλα. Στό τί συμβαίνει, δέν σού αρέσω, χαμογελά καί μού χαϊδεύει τό στήθος. Μου λέει κάτι ακατανόητα, η πρώτη φορά πάντα τόν δυσκολεύει, θέλει βοήθεια, φιλιά. Χαμηλώνω κι έτσι μπρούμυτα, στήν λεκάνη του τόν πιάνω. Δέν ξέρω έάν τό κάνω καλά, δέν τό συνηθίζω, λέω κι ανοίγοντας τό στόμα, αφιερώνομαι μόνο στην βάλανο μέ κινήσεις τής γλώσσας απελπιστικά αργές. Μέ πιάνει μιά ευθυμία όταν εκείνη την στιγμή θυμάμαι κάποιον, φίδι επαγγελματία νά μ’αποκαλή καθώς αισθάνεται την γλώσσα μου νά γαργαλά τήν πόσθη του. Κάποια πρώιμα υγρά καταπίνω ευχάριστα καί στό καπάκι βγάζω τήν γλώσσα, αφήνω λίγο σάλιο στο χέρι, λέγοντας ότι σιχαίνομαι, συγγνώμη. Δέν τόν βλέπω εντελώς όρθιο. Γι’αυτό καί προτείνω κάτι άλλο. Τού ζητώ νά σηκωθή, εγώ στά τέσσερα τού προτείνομαι. Τόν δέχομαι, κινούμαι κι εγώ αλλά η ίδια χαλαρή αίσθηση. Παρά ταύτα, τόν ακούω ότι θέλει νά τελειώση, όχι μέσα μου σε παρακαλώ, ατσούμπαλα λοιπόν αισθάνομαι τά υγρά του στόν πισινό καί τήν πλάτη μου. Προσποιούμαι κι εγώ οργασμό μέ βραχεία βογκητά. Τόν στέλνω στήν τουαλέττα όταν ζητά νά καθαριστή, όσο λείπει αλείφομαι μέ τό σπέρμα του. Αυτή η κίνηση μού προσφέρει ψήγματα οργασμού, ένα ελάχιστον σπαρτάρισμα. Κλείνει τό φώς τής τουλέττας, επιστρέφει. Ακριβώς τήν στιγμή πού ξεπροβάλλει στό δωμάτιο, σκεπάζομαι μέχρι τήν μέση, κρύβω με τα χέρια μου τό στήθος. Μήν μέ παρεξηγείς ντρέπομαι κάπως. Κι αυτός, ξαπλώνοντας δίπλα μου, προσθέτει μετά τόν οργασμό πάντα συμβαίνει. Τόν αγκαλιάζω, στέλνει τό κεφάλι του στό στήθος μου. Συγγνώμη τόν ακούω. Γιατί; μην λες χαζά, απαντώ. Ίσα ίσα, επειδή μου άρεσες τρελλαμένα, επειδή σε ήθελα, σού δόθηκα άμεσα. Είναι κάτι δύσκολο ξέρεις, νά δωθής άμεσα. Καί κλείνω τά μάτια νά μήν φανή τό ψέμμα μου.

Ξυπνάμε, ντυνόμαστε – αποφεύγω τα συνήθη ντεκολτέ και κόντες φούστες - φεύγουμε. Κάνουμε βόλτες. Γιά καφέ, γιά φαγητό, παραγγέλνω αναψυκτικά αντί αλκοολούχων, έχοντας αφήσει τό τομπάκο στό σπίτι. Τυχαία (προσπαθώ νά τό κάνω) τόν αγγίζω νά τού δείξω κάτι, δείχνω νά μήν καταλαβαίνω δικά του αγγίγματα, στήν μηχανή γυρίζοντας, αφήνω νά μέ πιάνη κάπως διαφορετικά από τά τής οδικής ασφάλειας προτεινόμενα.

Φαίνεται νά πιάνη. Τό βράδυ, επιστρέφοντας στό σπίτι, τόν βλέπω διαφορετικό. Βάζω ταινία στό βίντεο, μέ αντιρρήσεις μέ πλησιάζει καί μέ φιλά, πάλι απρόσεκτα. Μέ τραβά γιά τήν κρεβατοκάμαρα. Μέ γδύνει γρήγορα, κρύβω κάπως τα απόκρυφα μου, πείθω άραγε;, ξαπλώνουμε. Αφιερώνουμε χρόνο σέ φιλιά, είμαι από κάτω, όχι χωρίς σκοπιμότητα. Σηκώνεται καί ξαπλώνει ανάσκελα. Θέλω νά με φιλήσεις. Κάτω εννοώ. Τόν κυττώ. Παραμένω μερικά δευτερόλεπτα ακίνητη. Κι αμίλητη. Προσποιούμαι ότι τό αποφασίζω καί εγείρομαι. Πλησιάζω. Μέ τούς ίδιους ῥυθμούς τόν φροντίζω. Περαστική μάτια μου τόν βλέπει. Κρατά το βλέμμα του προσηλωμένο στά χείλη μου. Δέν συνεχίζω νά τόν κυττώ, μέ προτιμώ μέ κλειστά μάτια. Επιδιώκω νά μήν συνεχίσω γιά πολύ. Σταματώ, ανασηκώνομαι καί τού χαμογελώ. Μού χαμογελά κι αυτός. Στέλνει όμως τό βλέμμα του χαμηλά. Βλέπει το στήθος μου νά έχει καλύψη τό πέος του. Καί τό ζητά. Ζητά νά τόν αυνανίσω μέ τό στήθος μου. Τό δηλαδή που λέω, έρχεται καί κάνει νά ξεκαρδισθή μια μου θύμηση γιά ένα νίκ μου, μέ ισπανικές ῥίζες. Προσπαθώ. Προσπαθώ νά προσπαθώ. Τόν πιάνει τό στήθος μου, μετά άπό δυό αδέξιες κινήσεις, τόν αφήνω νά γλιστρήση. Τό επαναλαμβάνω 3-4 φορές. Συγγνώμη. Δέν πειράζει απαντά. Σηκώνεται, κάθεται οκλαδόν. Μέ τραβά άπό τά χέρια, μέ ξαπλώνει μπρούμυτα, έρχεται πίσω μου. κάθεται στους γλουτούς μου, αρχίζει νά μέ τρίβη. Τρελλαίνομαι μέ τό πέος του πού ακουμπά τά καπούλια μου, δέν τό λέω. Τά χέρια του ταξιδεύουν σέ όλην τήν πλάτη, δέν αργεί νά χαμηλώση, μού μαλάζει τά οπίσθια, δυσκολεύομαι νά μήν βογκήξω. Θέλω νά τού φωνάξω νά συνεχίση, νά μέ εξερευνήση καί στήν οπή μου εκεί όπου τά δάκτυλά του αποκτούν συστολή. Πρέπει νά του πώ νά σταματήση όταν τριγυρίζει έκεί κι άς θεωρώ βασικό νά μήν παραλείπωνται τέτοια χάδια σ’αυτές τις στιγμές. Μέ κόπο, γυρίζω ξαφνικά. Δέν μπορώ. συγγνώμη. Μήν συνεχίζεις. Δέν τό έχω κάνει ποτέ. Δέν νοιώθω έτοιμη. Πειθώ άραγε;, έρχεται πάνω μου καί βιαστικά μπαίνει μέσα μου. Δέν αργεί νά τελειώση, μαζύ του κι έγώ. Υποψιάζομαι ότι τόν προετοίμασε η προηγούμενη ενασχόλησή του.

Τελειώνει η Κυριακή. Συνήθως προτιμώ φαντάρους εκτός άπό τούς συνήθεις παντρεμένους, καί αλλοδαπούς, κυρίως νέγρους. Μέ μή ελεύθερες τίς καθημερινές. Οι καθημερινές έχουν περιεχόμενο μόνο εμένα.

Υπάρχουν καί οι φίλοι βέβαια. Καί ένας μεγάλος κύκλος. Είναι συχνές οι φορές πού απορρίπτεται πρόταση γιά έξω. Προτιμάμε μέσα. Νά ακούσουμε τις μουσικές μας, νά φάμε κάτι. Κι όταν η ώρα περνά, πάντα θά βρεθή τρόπος νά ευθυμήσουμε ξεχνώντας. Σέ κάποια συρτάρια μου βρίσκεται η συνταγή. Έγώ είμαι αυτή πού θά πάρω καί θά προσθέσω καπνό μαζύ μέ τό τής λησμονιάς φάρμακο, θά διπλώσω χαρτάκια καί κομμάτι χαρτονιού θά κάνω σαλίγκαρο. Τίς λατρεύω αυτές τις στιγμές. Δέν υπάρχει τίποτε πού νά μέ κάνη νά θυμάμαι έννοιες καί σκοτούρες γι’αυτό καί προσπαθώ συχνά νά ξεφεύγω έτσι. Κι όταν υπάρχει καλή παρέα, ακόμη καλλίτερα.

Όπως απόψε. Μαζύ μέ φίλους, έχουν έρθει τρεις συμφοιτητές μιάς φίλης. Οι δυο έχουν τραγικά φτιαχτή, βλέπω τόν τρίτο νά είναι λίγο πιό νηφάλιος. Όπως κι έγώ, σχετικά. Μέσα στήν νηφαλιότητά μας, μπορώ νά αντιληφθώ ότι μέ κυττά συνέχεια, όχι κατ’ανάγκην στά μάτια.

Γίνεται φασαρία. Δυσκολεύομαι. Αφήνω τόν χυμό στό τραπέζι, σηκώνομαι. Πηγαίνω στήν κρεβατοκάμαρα. Μ’αρέσει τό ημίφως αυτό. Μέ ταξιδεύει αλλού. Ακουμπάω στον τοίχο. Ξαφνικά περισσότερο φως, περισσότερη φασαρία έρχεται. Γυρίζω. Διακρίνω τό περίγραμμα του στό φωτεινό φόντο. Όχι γιά πολύ. Η πόρτα κλείνει. Καί πλησιάζει. Χωρίς νά ακούσω κάν τήν φωνή του έρχεται καί μέ φιλάει. Πηγαίνει στόν λαιμό, μέ δαγκώνει, κατεβαίνει. Πιάνει τήν μπλούζα τήν τεντώνει, χώνεται ανάμεσα στό στήθος μου συνεχίζοντας οδοντογλωσσικές κινήσεις. Τόν απωθώ γιά λίγο, τόν βοηθώ βγάζοντας τήν μπλούζα. Τόν αφήνω νά μέ κυττα. Καί προσεγγίζει ξανά. Δέν μένω αδρανής, τό χέρι μου ανάμεσα στά πόδια του, τόν ξεκουμπώνω. Σπεύδω στο κρεββάτι, δέν ανεβαίνω, απλώς σκύβω. Τήν φούστα μου ανεβάζει καί κατεβάζοντας τό κυλοτάκι, νόμιζα ότι καί κάτω δέν φόραγες εσώρουχο, ελέγχει πόσο υγρή είμαι. Λατρεύω αυτές τίς στιγμές έρωτα (ή έστω σέξ) μαζύ μέ ζάλη, μέ τέτοιου είδους ζάλη. Μήν βγάλεις ῥούχα, έτσι μπες μέσα. Σκύβω κι άλλο καί σχεδόν άμεσα τόν αισθάνομαι μέσα μου. Μπαινοβγαίνει μερικές φορές, τό χέρι μου πάει κάτω, τόν πιάνω καί ακολουθώ τόν ῥυθμό. Παρεμβαίνω καταλυτικά όμως. Τόν βγάζω καί τόν κατευθύνω λίγο πιο πάνω. Δέν δυσκολεύεται ιδιαίτερα, ακόμη κι εκεί. Συνεχίζει περισσότερα παθιασμένα. Έρχεται όλος πάνω μου, μέ τυλίγει καί συγκρατεί τά στήθια μου καθώς κινείται καί κινούνται καί κινούμαστε. Περνά ελάχιστος χρόνος μέχρι ταυτόχρονα νά τελειώσουμε καί νά φανερώσουμε τήν ευχαρίστησή μας φωναχτά χωρίς αιδώ.

Καί λίγο πιο μετά, στο σαλόνι πάλι, καθώς ένα άλλο τσιγάρο στρίβω, είναι η στιγμή πού αποφασίζω ο οπλίτης, στήν επόμενη άδεια νά μπόρεση κι αυτός νά ολοκληρώση κάτι πού δέν τόν άφησα σέ πρόσφατη έξοδό του.

Γι’αυτό, προσπαθώ νά εμπλουτίσω τις εικόνες μου καί διαδικτυακά. Έν μέσω μηνυμάτων ενδιαφέροντος άπό κάποιους μέ λίμπιντο καί μόνον ωθουμένους, έγώ νά τονίζω, νά ανακοινώνω, νά επισημαίνω, νά διατυμπανίζω, νά διαλαλώ, νά φωνάζω ότι θέλω φιλιά κι αγκαλιές. Ότι θέλω έρωτα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats