Κόπυ - πέηστ.
Περιδιαβαίνοντας τά βλογς, δέν θά βρής μόνον τραβηχτικά κείμενα αποσκοπούντα, κάποια στιγμή, νά τρυγήση ο φαλλός τόν κόλπο σφαλιαρίζοντας πρώτα τήν κλειτορίδα.
Τό κάτωθι, βρήκα στό επίσημο σάιτ τών Συλλόγου Φιλοσιιτών Μουσουλμάνων Πύργου Ηλείας:
Η μοναδικη free day άπό τίς 4 περιπου ημερες μας.
Ήμαστε σέ σκεψη τί νά κανουμε. Τελικως, γυρω στις 11 συμφωνησαμε εις τό νά μισθωσωμε ταξι καί νά βγουμε βολτες. Βολτες εις τό Φαγιουμ. Γυρω στα 100-150 χιλιομετρα, περιπου μία-μιαμιση ωρα. Δέν αργησαμε νά βγουμε στην ερημο. (Αργησαμε βεβαιως νά απαγκιστρωθουμε άπό τό Καιρον, η πολις αυτή πραγματικα μέ ανοικειες μεθοδους προσπαθει (ενιοτε επιτυχως) νά σέ κρατα μαζυ της σέ επιδοσεις ραθυμες σλοουμοσιονικες.
Πορεία στήν έρημο (πώς ακούγεται ε; σάν τήν έξοδο τών εβραίων ένα πράμμα) γι’αρκετή ώρα, προσπάθειες γιά μιά καλή πόζα ώστε νά θυμίζη έρημο ρέ γαμώτο, νά έχη μεταδοτικότητα στήν όποια παραστατικότητα. Λεπτά τής ώρας πλησιάζοντα σε ώρες θερμότερες, διήλθομεν φυλακίου.Υπόστεγο δηλαδή, είχαν αράξει μερικοί οπλίται καί χαλάρωναν - κάποιοι περισσότερο ευφάνταστοι μέ αναψυκτικά νοερώς. Κάποιες ερωτήσεις (η πονηριά τών οποίων θά έκανε υποψηφίους βομβιστάς νά λυγίσουν, νά αρχίσουν νά ξερνάν αποτρόπαια σχέδια) από έναν ιδρωμένο αντισυνταγματάρχη (ωραίος ο άνευ αντί, βαθμός αυτός) όστις κατόπιν τεσσάρων ρανίδων πλιότερου ιδρώτα απεφάσισε νά...
Απεφάσισε νά μάς πεσκεσώση μέ ένα όχημα στό πήγμα τού οποίου επέβενον τρείς στρατιώται to serve and protect όπως λέγουσιν οι φίλοι μας οι αμερικάνος.
Τουριστικαί επισκέψεις συνοδεία ενός μ1.
Καί συνεχούς καταρροής ρινός. Καί ουχί μόνον. Κάποια δεκατα πυρετού είχαν κι αυτά κάποιες επιθυμίες ταξειδίων, αξιοθεάτων χωρίς όμως πολλών γενναιοδωριών, παρασιτοφέρεσθαι γιά.
Συνεχίστηκε η παρολίγον φάλαγγα... Μπροστά μας ητο το ντάτσουν (τί κρίμα πού δέν ήτο κάποιο μερσεντές τζήπ) μέ τά φαντάρια όχι καί σέ τόσο κομβιωμένη, γυαλισμένη προβλεπόμενη περιβολή.
Η κατάστασίς μου ολίγον γριππώδης, ευτυχώς όμως δέν μέ απέτρεψε από συμμετοχή είς τό ταξείδιον. Διότι περί ταξειδίου επρόκειτο. Πολλά χιλιόμετρα. Φθάνοντας στό Φαγιούμ καί άμα τή σφίξιν τού χειροφρένου, βγαίνοντας, όλα τά μάτια τών εκεί χασομέρηδων πάνω μας. Μία κατάσταση πού δέν τήν είχα νοιώσει, δέν πλησίαζε κάν εκείνην τού Ιουλίου τού 199x στίς Κάννες όταν παρέα μέ τήν Ντόλυ Πάρτον μπουκάραμε στό φουαγιέ τού Ακροπόλ διά τού ερυθρού χάλια χαλιού. Καίτοι μαθημένος στό νά τραβώ βλέμματα, ως απυθμένου Άδωνις, μού ήρθε κάπως το όλο σκηνικόν.
Κατηφορίσαμε ελάχιστα μέτρα, προσπεράσαμε κάτι σάν (προσ)γειωμένο μύλο, μιά πατέντα γαμηστερά προνομιούχο γιά άνυδρες καταμεσίς τής ερήμου παρουσίες, γύριζε προκλητικώς πολλά κυβικά υδάτων.
Καφές μέ άρωμα κάρδαμο. Ήθελε μιά σκέψη παραπάνω ώστε νά τό απομονώσης από τήν συνήθη γεύσι τού καφέ - τόν οποίον, φυσικά, αποκαλούν τέρκις. (Περιέργως δέν εθίχθη ο σωβινισμός μου – όντως δέν ήμην καθόλου καλώς, τό έγραψα καί παραπάνω.)
Αί συνεννοήσεις μέ τόν ταξιτζή εγένοντο σέ μιά νεφελώδη ατμόσφαιρα. Μερικές ερωτήσεις τίς εξελάμβανε ως καταφάσεις καί εκίνει τήν κεφαλήν του συμφωνώντας.
(ή μήπως γιά τήν αποφυγή περαιτέρω μπλά μπλά όλες αυτές οι συγκαταβάσεις;)
Συγκαταβάσεις όμως από εμένα. Δέν μπορούσα νά συμμετέχω, νά συμφωνώ διαφωνόντας ή νά διαφωνώ ισιώνοντας τό μυστάκι μου, ενώπιον προτάσεων.
Γι’αυτό καί έτσι. Επί τού παραθύρου μέ συναγωνισμόν στήν θερμάδα τού αέρος από τό καιόμενο (σ’έφαγα Καββαδία μέ τίς παρομοιώσεις σου στό a bord de l’aspasia) κορμί μου. (καί τί κορμί όπως προείπαμε, έτσι;)
«Παίρνει δρόμο, παίρνει, αφήνει» έλεγε ο αδελφός μου όταν ήταν τριών καί προσπαθούσε νά διηγηθεί ένα παραμυθάκι τό οποίον συχνάκις άκουγε... Παίρναμε, αφήναμε δρόμο, ηλέγχαμε τό ύπαιθρον τής Αιγύπτου, τυχόν κακοτεχνίας τών επαρχιακών οδών, τούς αντιστοίχους Μαλιακούς καί τά όρια ταχυτήτων.
Έτσι κι εμείς. Είχα παύσει νά παρακολουθώ κάποιες αναγνώσεις οδηγών διά τών οποίων ανεκοινώνετο τό πού θά πάμε, τί θά δούμε, πόσο σκανδαλιστικώς ενδιαφερον
(θά) είναι. Γι’αυτό λοιπόν, σταματήσαμε στήν μέση τού πουθενά, εκεί πού καί οι αέρηδες ποτέ δέν πάν, διότι χάνουν, ξεχνάν τόν τού γυρισμού δρόμον.
Προχωρήσαμε δεχόμενοι χαστούκια από τόν ήλιο πού μπροστά σέ ψάρακες τό απολάμβανε κάπως. Κάποια λουκέτα άνοιξαν καί μπήκαμε σέ ένα μέρος πού νομίζω (τί νομίζω, σίγουρος είμαι) ότι ελάχιστες διαφορές είχε μέ τό παλαιόν υδραγωγείον στό λόφον τού Αγίου Φιλίππου.
Πώς βουτάς ένα κομμάτι χαρτί, κολλαριστόν, εντόνου καινουργιλομυρωδιας, σέ ολίγον από τέιον καί μετά από μιά δυό μέρες τό παρουσιάζεις ώς κάποιο κειμήλιον οικογενειακόν που χου εξυπηρετών χί σκοπιμοτήτας... Κάπως έτσι. Ένα κτήριον κάτω από καυτερόν ήλιον 14 ώρες ημερησίως σέ βαθμοί τουλάχιστον 36, χαλιέται σέ 3 μήνες. Μάς παρουσιάσθη ώς αρχαίον, βάλαν μερικές νυχτερίδες μέσα, μπόλικα ποντικοκούραδα καί σκόνη από μπάρμπεκιου.Τί νά κάναμε; Γελαστήκαμε...
Δέν θυμάμαι ώρες… Αποπροσανατολισμένοι είμεθα... μέ θυμαμαι όμως στην ιδια θεση, μέ την παλαμη μου νά συγκρατω τό κεφαλι μου καί ασυνειδητα νά καταπινουμε, νά μετραμε καρτερικα τα χιλιομετρα γιά πισω. (μηπως καταχρηστικως ό β΄ πληθυντικος;)
Όταν γυρισαμε ηταν ηδη σκοτεινιασμενα. Ξερεις τωρα. Οι δρομοι είναι κατακλυσμενοι μέ αυτοκινητα,τελικως όχι ακριβως σκοταδι. Τα αμετρητα κοκκινα φωτα των στοπ των κατι περισσοτερο άπό αμετρητων αυτοκινητων (διοτι ολο καί καποια θα κινουνται) φωτιζουν τό συμπαν. Εκτος άπό τον ακουσιο φωτισμο του περαν ολη αυτή η κατασταση δημιουργει εκνευρισμο ο οποιος οξυνεται αφου ολη η προηγηθεισα ημερα μας ειχε σέ ένα μη κλιματιζομενο αυτοκινητο.
Δέν πτοηθημεν. Καναμε ένα μπανακι καί ξαναβγηκαμε.
Αφιερωσαμε την προσοχη μας στο παζαρι καί παλι. Ηταν πιο ηρεμα αυτην την φορα. Σιγουρα επλυνα τίς μασχαλες μου συνεπως αδιευκρινηστα ανεξηγητο τό γιατι δέν μέ πλησιαζαν οι πραγματευταδες. Δέν αγορασα κατι. Πηγαμε καί καθησαμε σέ ένα παραδοσιακον καφε τό οποιο θεωρειται σχεδον μαστ έάν επισκεφθης τό Αιγυπτον καί την Καιρον πιο συγκεκριμενα. Ο μεσα χωρος μη ενιαιος, προφανως τεως οικια - όμως αρκετα τεως διοτι λεγουν ότι περιπου 200 ετη λειτουργει ο καφενες ουτος.
Μη ενιαιος μέ επιμερους δωματια τα οποια όμως δέν προσφερουν τιποτε πριβε – δέν υφισταται καν ελεγχομενη αυτονομια. Μπροστα ένα μακρουλο, πολύ στενο γιά δωματιο, αλλα λιαν ευρυχωρο γιά διαδρομος. Δυο εξοδοι σέ βγαζουν στο καλντεριμι (έάν ωμιλουσαμε περι νησου Αιγαιου), σέ στενο τελοσπαντων τό οποιο στενευει κι άλλο εάν οι παρεες είναι πολυπληθεις. Κι ο τοιχος απεναντι, στο άλλο ακρο του στενου, φιλοξενει καναπεδες μέ μαλλινα σκεπασματα κυριως πορφυρά, πότε πρασινα. Οι οποίοι καναπεδες επισης φιλοξενουν (γιά την μιά αντε τό πολύ μιαμιση ωρα) τουριστες, γιαλαντζι καπνιστες οι οποιοι μουφα θεριακλιστι παραγγελλουν αργιλεδες οι οποιοι βραζουν άπό τό κακο τους συνειδητοποιωντας ότι τουριστικη ατραξιον τους εχει στο προσκηνιο, πολύ μακραν πλεον των αυθεντικων θαμωνων. Αυτό που προσδιδει γραφικοτητα καί απαλυνει τίς εφιδρωτικες επιρροες της μουσουλμανικης ατμοσφαιρας παραμονη Ραμαζανιου είναι ενας αερας – μπουγαζι (στενο γαρ) ο οποιος φερνει καποια αρωματα λουλουδιων αναμεμειγμενων μέ μπαχαρικα.
Κιμινουχοι υδρατμοι άπό κουζινες τό βαζουν στα ποδια παιρνουν μαζυ αρωματα άπό ορτανσιες (r u sure?) οι οποιες άπό ψηλα βλεπουν τον κοσμο νά γυριζη ζητωντας νά αρπαξη μερος της αυρας της περιοχης. Καποια δεντρολιβανα προβληματιζομενα της απνοιας εκλυουν κι αυτά, αφηνουν ένα παρον χωρις νά μπορουν νά συναγωνισθουν την ριγανη καί την δαφνη. Αναποφευκτα ο τεϊοποτης απολαμβανει τό καψιμο των χειλεων καί της γλωττης πολυσυλλεγοντας κι αλλα αναχροια (sic) μυρωδικα.
Ο καφες ολιγος - πασατεμπος προσφέρεται σέ διπλανα κιοσκια. Σηκωθηκαμε όχι χωρις παρεα καποια νευρακια. Κι όταν γυριζης στο μερος ενθα σημειον συναντησεως εδωθη... Εξισου ζεστη, κορνες πολλες αγχωτικες, βαρεμαρας ανηφορα, οασικη η σκεψη του δωματιου, τό βαλανειον αυτου ακομη περισσοτερο.
Εν μεσω νανι, ακουγα τον θορυβον των ανεπιτυχων προσπαθειων της Κh. νά αναψη ένα πουρακι. Καπου εκει μέ πηρε ο καπνος καί αλλαξα πλευρο χωρις όμως νά τό καταλαβω...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα