οὺς ἀποκαλύπτει ὅτι γράφει ἱστορίες ἐπιστ (sic)
Ὁ Δημήτρης, ἕνας νεαρὸς ἀρχιτέκτονας μὲ μεγάλα σχέδια γιὰ τὴν ζωή, ἐργάζεται προσωρινὰ πωλητὴς σὲ βιβλιοπωλεῖο. Ἐκεῖ συναντάει τὴν Ἔλλη, μιὰ φοιτήτρια ποὺ ὅταν βγάζῃ τὰ γυαλιά της καὶ τὸν κυττάζει κατάματα τὸν κάνει νὰ κοκκινίζῃ. Ἡ Ἔλλη γνωρίζει τὴν Βιβή, μιὰ Ἑλληνορουμάνα ποὺ κρατάει τὸ ταμεῖο τοῦ βιβλιοπωλείου κι ὅταν δὲν τὴν βλέπῃ κανεὶς γράφει ἱστορίες ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ἕνα ἀπόγευμα, ὁ Δημήτρης ξεμοναχιάζει τὴν Βιβὴ καὶ τὴν ρωτάει τί εἴδους ἄνθρωπος εἶναι ἡ Ἔλλη. Μαθαίνει ὅτι μιὰ σκιὰ σκοτειιάζει τὸ παρελθόν της, ἕνας ἄτυχος γάμος μὲ κάποιον καθηγητή της βαραίνει πάνω της. Στενοχωρημένος ὁ Δημήτρης κλείνεται στὸν ἑαυτό του. Μόνο ὁ συγκάτοικός του Τάσος καταφέρνει νὰ ἀλλάξῃ μαζύ του δυὸ κουβέντες ἀνθρώπινες. Ὁ Τάσος, ἕνας νεαρὸς συγγραφέας ποὺ δὲν ἔχει ἔμπνευση, ἐργάζεται προσωρινὰ σερβιτόρος σὲ μπὰρ τῶν Ἐξαρχείων. Ἐκεῖ γνωρίζει τὸν Στράτο, ἕναν μεσήλικα πρακτικὸ φιλόσοφο ποὺ ὅταν πίνῃ ἀνοίγει τὴν ψυχή του. Ὁ Στράτος γνωρίζεται μὲ τὸν Δημήτρη καὶ τὸν συμβουλεύει νὰ πάῃ νὰ βρῇ τὸν καθηγητὴ καὶ νὰ μιλήσῃ μαζύ του γιὰ τὴν Ἔλλη. Στὸ μεταξὺ ἡ Βιβὴ συμβουλεύει τὴν Ἔλλη νὰ ὁμολογήσῃ ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ παρελθόν της στὸν Δημήτρη. Ἡ Ἔλλη ἀκούει σκεπτικὴ αὐτὰ τὰ λόγια, ἀποκαλύπτοντας ἔτσι ὅτι δὲν ἔχει ἰδέα γιὰ τὸ ἐνδιαφέρον ποὺ τρέφει ὁ Δημήτρης. Ἡ Βιβὴ καταλαβαίνει τὴν γκάφα της κι ἀναγκάζεται νὰ τῆς πῇ ὅλη τὴν ἀλήθεια. Ἕνα βράδυ ὁ Τάσος παίρνει ἄδεια ἀπὸ τὸ μπὰρ κι ἀποφασίζει νὰ πάῃ στὸ σπίτι τῆς Ἔλλης. Τῆς λέει ὅτι εἶναι συγγραφέας, πρόκειται νὰ βγάλῃ ἕνα βιβλίο μὲ ἱστορίες καὶ θέλει νὰ πῇ μὲ δικό του τρόπο ἱστορίες ἄλλων. Ἡ Ἔλλη ὑποψιάζεται τὸν Δημήτρη καὶ παραπλανεῖ τὸν Τάσο, ἀποφεύγοντας νὰ τοῦ πῇ κάτι γιὰ τὸν γάμο της. Στὸ μεταξύ, ὁ Στράτος συναντάει τυχαῖα τὴν Ἑλληνορουμάνα στὸ μπάρ. Τὴν ἐντυπωσιάζει μὲ τὶς γνώσεις του καὶ τὴν παρακινεῖ ν’ἀνοίξῃ ἐπιτέλους σὲ κάποιον τὴν καρδιά της. Ἡ Βιβὴ τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι γράφει ἱστορίες ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὁ Στράτος ἀρχίζει νὰ τὴν βλέπῃ μὲ ἄλλο μάτι καὶ τῆς ζητάει νὰ πᾶνε σπίτι της καὶ νὰ τοῦ διαβάσῃ μιὰ ἱστορία. Ἐκείνη ἀρνεῖται λέγοντάς του ὅτι ντρέπεται. Γυρίζει σπίτι της ἀναστατωμένη καὶ γύρω στὰ μεσάνυκτα δέχεται ἕνα τηλεφώνημα ἀπὸ τὴν Ἔλλη ποὺ φαίνεται ἀνήσυχη καὶ τὴν πιέζει νὰ συναντηθοῦν. Ἡ Ἑλληνορουμάνα τῆς λέει νὰ τὴν περιμένῃ. Μέσα στὸ ταξί, ἡ Βιβὴ σκέπτεται ὅτι μόνο ὁ Στράτος μπορεῖ νὰ συμβουλεύσῃ μὲ τὶς γνώσεις του τὴν Ἔλλη καὶ ἀλλάζει κατεύθυνση. Στὸ μπὰρ ὁ Τάσος τὴν πληροφορεῖ ὅτι ὁ Στράτος μόλις ἔφυγε. Ὁ συγγραφέας ἀναγνωρίζει στὸ πρόσωπό της τὴν πιὸ στενὴ φίλη τῆς Ἔλλης, τὴν Ἑλληνορουμάνα ποὺ τοῦ εἶναι ἤδη γνωστὴ ἀπὸ μιὰ φωτογραφία ποὺ πρόσεξε τὸ ἴδιο ἀπόγευμα στὸ σαλόνι τῆς τελευταίας. Ἀποφασίζει νὰ τὴν παρακολουθήσῃ κι ὅταν ἡ Βιβὴ φθάνῃ στὴν πόρτα τῆς πολυκατοικίας ὅπου μένει ἡ Βιβὴ δοκιμάζει μιὰ μεγάλη ἔκπληξη. Μπροστὰ στὴν πόρτα στέκει ὁ Τάσος ποὺ τῆς ἀποκαλύπτει ποιός εἶναι καὶ τί ῥόλο παίζει στὴν ὑπόθεση. Τὴν ἐξορκίζει νὰ μὴ μιλήσῃ στὴν φίλη της καὶ τῆς προτείνει νὰ μιλήσουν ἀπὸ κοινοῦ στὸν Δημήτρη. Ἡ Ἑλληνορουμάνα τοῦ δίνει τὸν λόγο της καὶ τοῦ ζητάει νὰ μὴν δυσκολεύῃ ἄλλο τὴν καταστάση καὶ νὰ φύγῃ. Ὁ Τάσος συμφωνεῖ. Φεύγει μὲ ἀναπτερωμένες τὶς ἐλπίδες γιὰ τὴν ὑπόθεση ποὺ ἀπασχολεῖ τὸν Δημήτρη. Ἡ Βιβὴ βρίσκει τὴν Ἔλλη νὰ μὴν μπορῇ νὰ κοιμηθῇ καὶ ἀποφασίζει νὰ τὴν ἠρεμήσῃ. Τῆς διηγεῖται μιὰν ἱστορία ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ἡ Ἔλλη ἀντιδρᾷ παράξενα, κλείνει τ’αὐτιά της καὶ δείχνει ἀναστατωμένη. Στὸ μεταξύ, ὁ Δημήτρης ἔχει ἐντοπίσει τὸν καθηγητή, ἕναν ὥριμο ἄντρα μὲ μεγάλη πέραση στὸ ὡραῖο φύλο. Ὁ καθηγητὴς ἔχει ἀπομονωθῇ σὲ μιὰ τρυφερὴ ὕπαρξη σὲ μιὰ βίλα στὸ Λαγονήσι. Ὁ Δημήτρης τὸν βλέπει ἀπὸ ἕνα παράθυρο νὰ παίζῃ σκρὰμπλ μὲ τὴν μικρούλα. Χωρὶς νὰ μπορῇ νὰ συγκρατήσῃ τὸν ἑαυτό του κτυπάει τὸ κουδούνι. Ἀμέσως τὰ φῶτα τῆς βίλας σβήνουν κι ἁπλώνεται μιὰ νεκρικὴ σιγὴ ποὺ διακόπτεται μόνο ἀπὸ τὸν θόρυβο τῶν αὐτοκινήτων στὸν δρόμο. Ὁ Δημήτρης κάνει τὸν γύρο τῆς βίλας κι ἀνακαλύπτει τὸν καθηγητὴ ποὺ τὸ σκάει μὲ τὴν μικρούλα μέσα σὲ μιὰ παλιὰ Σιτροέν. Ὁ Δημήτρης πηγαίνει στὸ μπὰρ ὅπου ἔχει ἐπιστρέψει ὁ Στράτος. Τοῦ λέει γιὰ τὸν καθηγητὴ κι ὁ πρακτικὸς φιλόσοφος τὸν συμβουλεύει νὰ φωτογραφίσῃ τοὺς παράνομους ἐραστὲς ὥστε νὰ εἶναι μετὰ σὲ θέση νὰ ἐκβιάσῃ. Στὴν παρέα προστίθεται ὁ Τάσος. Ἀπορρίπτει τὴν ἰδέα τοῦ Στράτου καὶ τοὺς μιλάει γιὰ τὴν συνάντηση μὲ τὴν Βιβή. Ἀποφασίζουν νὰ τὴν χρησιμοποιήσουν. Τὴν ἄλλη μέρα ὁ καθηγητὴς καταλαμβάνεται ἀπὸ πανικὸ καὶ ἐξομολογεῖται στὴν δημοσιογράφο Ῥένα Ἀσημακοπούλου ποὺ μένει στὸ διπλανό του διαμέρισμα ὅτι κάποιοι ἐπιβουλεύονται τὴν σχέση του. Ἡ Ῥένα Ἀσημακοπούλου, μιὰ ὥριμη γυναίκα ποὺ ἔχει δεῖ πολλὰ στὴν ζωή της κι ἔχει ὡδηγηθῇ στὴν μοναξιά, ἀποφασίζει νὰ ἐρευνήσῃ τὴν ὑπόθεση. Καλεῖ τὸν βοηθό της Ἰωάννη, ἕναν παλαίμαχο τῆς πολιτικῆς ἀεροπορίας ποὺ ἔχει χάσει ὅλη του τὴν περιουσία στὸν Ἱππόδρομο. Τοῦ ἀναθέτει νὰ μὴν ἀφήσῃ ἀπὸ τὰ μάτια του τὸν καθηγητή. Τὸ ἴδιο ἀπόγευμα, ὁ Τάσος ἀναζητᾷ τὴν Ἑλληνορουμάνα στὸ ταμεῖο τοῦ βιβλιοπωλείου. Τὴν ἀφήνει νὰ πιστεύῃ ὅτι ὁ Δημήτρης δὲν ἔχει κάνει καμμία κίνηση. Ἡ Βιβὴ τοῦ προτείνει νὰ μιλήσουν στὸν Δημήτρη ἀμέσως, ἀποκαλύπτοντάς του μ’αὐτὸν τὸν τρόπο ὅτι γνωρίζονται. Ὁ Τάσος ὑποκρίνεται ὅτι διστάζει καὶ μετὰ ἀπὸ λίγη ὥρα συμφωνεῖ. Ἐμφανίζονται μαζὺ στὸν Δημήτρη ὁ ὁποῖος προσποιεῖται μεγάλη ἔκπληξη καὶ τοὺς προτείνει νὰ πᾶνε ὅλοι μαζὺ νὰ γευματίσουν. Στὴν διάρκεια τοῦ γεύματος ἡ Βιβὴ ὑπόσχεται νὰ τοὺς βοηθήσῃ μὲ τὸν ὅρο νὰ μὴν μάθῃ ἡ Ἔλλη ὅτι τοὺς συναντάει κρυφά. Τοὺς ῥωτάει ἐὰν θὰ ἦταν σκόπιμο νὰ μιλήσῃ ὁ Στράτος στὴν φίλη της καὶ ἐξηγεῖ ὅτι κάτι τέτοιο θὰ ἔδινε μιὰ νέα διέξοδο στὴν ὑπόθεση. Χαρούμενος Ὁ Τάσος συμφωνεῖ καὶ μαλώνει τὸν Δημήτρη ποὺ φαίνεται ἀπελπισμένος. Ἡ Βιβὴ τοὺς ἀποκαλύπτει ὅτι γράφει ἱστορίες ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὁ Δημήτρης λέει ὅτι νοιώθει μιὰ βαθειὰ μελαγχολία καὶ ζητάει τὴν ἄδειά τους γιὰ νὰ μείνῃ μόνος μὲ τὸν ἑαυτό του. Στὸ μεταξύ, ὁ Ἰωάννης παρακολουθεῖ τὸν καθηγητὴ μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκαλύψῃ στὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου ἐκείνους ποὺ τὸν ἀπειλοῦν. Βλέπει τὸν Δημήτρη ἔξω ἀπὸ τὴν βίλα, ὁπλισμένο μὲ μιὰ φωτογραφικὴ μηχανή. Ὁ Ἰωάννης, ποὺ χρωστάει πολλὰ λεφτὰ στὰ στοιχήματα, ἀποφασίζει νὰ ἐκβιάσῃ τὸν Δημήτρη. Τὸν πλησιάζει καὶ τοῦ ἀποκαλύπτει ποιός εἶναι καὶ τί ῥόλο παίζει σ’αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. Ἀποφασίζουν μαζὺ νὰ ξεγελάσουν τὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου δίνοντάς της ψεύτικες πληροφορίες. Ὁ Ἰωάννης παίρνει ἀπὸ τὸν Δημήτρη πέντε χιλιάδες ἐξακόσιες δραχμὲς καὶ ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του. Τηλεφωνεῖ στὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου καὶ τῆς λέει ὅτι ὑποψιάζεται πὼς ὁ καθηγητὴς εἶναι ὁμοφυλόφιλος. Ἡ πεπειραμένη δημοσιογράφος τοῦ ἀναθέτει νὰ ἐξακολουθήσῃ τὴν ἔρευνα. Γύρω στὰ μεσάνυκτα, ὁ Τάσος πηγαίνει ἀπρόοπτα στὸ σπίτι τῆς Ἑλληνορουμάνας. Τῆς ἐξομολογείται ὅτι τοῦ ἄρεσε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ καὶ τῆς ἀποκαλύπτει ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον συνέχισε νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ὑπόθεση. Ἡ Βιβὴ τοῦ δίνει νὰ καταλάβῃ ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον του τὴν συγκινεῖ καὶ τοῦ προτείνει νὰ διαβάσουν ὁ ἕνας στὸν ἄλλον κείμενά τους πρὶν ἀποφασίσουν γιὰ τὴν σχέση τους. Τὴν ἴδια ὥρα ὁ καθηγητὴς πηγαίνει μόνος του στὴν βίλλα. Ἀπὸ τὸ παράθυρο ὁ Δημήτρης τὸν παρακολουθεῖ νὰ τηλεφωνῇ πίνοντας οὐίσκυ καὶ σκαρφαλώνει στὸ παράθυρο προσπαθώντας νὰ ἀκούσῃ κάτι ἀπὸ τὴν συνδιάλεξη. Ὁ καθηγητὴς ἀντιλαμβάνεται τὴν παρουσία του καὶ συγκρατώντας τὴν ψυχραιμία του τηλεφωνεῖ στὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου χωρὶς νὰ σηκωθῇ ἀπὸ τὴν θέση του. Στὸ τηλέφωνο ἀπαντάει ὁ Ἰωάννης λέγοντας ὅτι ἡ κυρία Ἀσημακοπούλου δὲν εἶναι ἐκεῖ. Ὁ καθηγητὴς τὸν παρακαλεῖ νὰ ἐνημερώσῃ ἀμέσως τὴν ἀστυνομία κι ὁ Ἰωάννης τοῦ λέει ὅτι εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ τὸ κάνῃ ὁ ἴδιος. Ὁ καθηγητὴς ἀποκαλύπτει στὸν Ἰωάννη ὅτι φοβᾶται νὰ πάρῃ τηλέφωνο ὁ ἴδιος στὴν ἀστυνομία. Ὁ Ἰωάννης τοῦ λέει ὅτι δὲν ἔχει τίποτα νὰ φοβηθῇ. Ὁ καθηγητὴς ἀντιδρᾷ παράξενα καὶ κλείνει τὸ τηλέφωνο. Ἔκπληκτος ὁ Ἰωάννης ἀποφασίζει νὰ μάθῃ περισσότερα γιὰ τὸν καθηγητή. Τὰ χαράματα ἡ Ἔλλη χτυπάει τὸ κουδούνι τῆς Βιβῆς. Τῆς ἀνοίγει ὁ Τάσος κι ἐκείνη βάζει τὰ κλάμματα. Ἡ Βιβὴ τὴν παρηγορεῖ καὶ τῆς λέει ὅτι γιὰ ὅλα φταίει μιὰ ἱστορία ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Πνιγμένη στοὺς λυγμούς, ἡ Ἔλλη τοὺς ζητάει συγγνώμη καὶ τοὺς ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ εὐτυχία τῶν ἄλλων τῆς θυμίζει τὴν δική της δυστυχία. Ἡ Ἑλληνορουμάνα διώχνει τὸν Τάσο ἐξορκίζοντάς τον νὰ μὴν πῇ τίποτα στὸν Δήμητρη. Ἡ Ἔλλη τὴν μακαρίζει γιὰ τὴν τύχη της καὶ τὴν συμβουλεύει νὰ ἀφοσιωθῇ στὸν Τάσο. Συζητοῦν γιὰ τὸ μέλλον καὶ ἡ Βιβὴ τῆς ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι πράκτορας τοῦ Δημήτρη καὶ τῆς μιλάει γιὰ τὸν ἀληθινό της ῥόλο σ’αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. Τῆς ὑπόσχεται νὰ μὴν τὴν προδώσῃ ποτὲ πιὰ καὶ συμφωνοῦν νὰ μάθῃ κι ἄλλες λεπτομέρειες παίρνοντας λόγια ἀπὸ τὸν Δήμητρη. Ὁ Τάσος συναντάει τυχαῖα τὸν Στράτο στὴν Ὁμόνοια. Ὁ πρακτικὸς φιλόσοφος ζητάει νὰ μάθῃ τὴν ἱστορία ἐπιστημονικῆς φαντασίας ὥστε νὰ καταλάβῃ καλλίτερα τὴν Βιβή. Ὁ Τάσος τοῦ λέει ὅτι ἡ Ἑλληνορουμάνα ἔχει ἀντιγράψει τὴν ἱστορία ποὺ τοῦ διάβασε κι ὅτι τὴν ὑποψιάζεται ὅτι προσποιεῖται τὴν συγγραφέα. Ὁ Στράτος ὑπόσχεται νὰ λύσῃ τὸ μυστήριο μὲ ἀντάλλαγμα δυὸ ποτὰ τζάμπα κάθε βράδυ. Ἰκανοποιημένος ὁ Τάσος χάνεται μέσα στὸ πλῆθος. Ὁ Στράτος πηγαίνει στὸ σπίτι τοῦ Δημήτρη καὶ δὲν βρίσκει κανέναν ἐκεῖ. Στὶς σκάλες συναντάει τὸν Ἰωάννη ποὺ ἔχει ἔρθει γιὰ νὰ δώσῃ ἀναφορά. Ὁ Στράτος καταλαβαίνει ὅτι ὁ Ἰωάννης ἔχει ἔρθει γιὰ τὸν Δημήτρη καὶ τὸν παρακολουθεῖ. Τὸν βλέπει νὰ μπαίνῃ στὸ διαμέρισμα τῆς Ῥένας Ἀσημακοπούλου καὶ στὰ κουδούνια τῆς ἐξώπορτας πέφτει πάνω στὸ ὄνομα τοῦ καθηγητῆ. Ὑποψιάζεται ὅτι ὁ Δημήτρης συνεργάζεται μὲ τὸν καθηγητὴ καὶ τηλεφωνεῖ στὸν Τάσο. Συμφωνοῦν νὰ μὴν ποῦν τίποτα στὴν Ἔλλη καὶ νὰ τὴν χρησιμοποιήσουν ὥστε νὰ μάθουν πιὸ πολλὰ γιὰ τὴν Ἑλληνορουμάνα. Τὸ μεσημέρι ὁ Δημήτρης πλησιάζει στὸ ταμεῖο τοῦ βιβλιοπωλείου καὶ ἀποκαλύπτει στὴν Βιβὴ ὅτι ὁ καθηγητὴς ἔχει λόγους νὰ φοβᾶται τὴν ἀστυνομία. Ἡ Ἑλληνορουμάνα τοῦ λέει γιὰ τὸν Τάσο καὶ τὸν ῥόλο ποὺ παίζει πραγματικὰ σ’αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. Τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι διάβασε στὸν Τάσο μιὰν ἱστορία ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὁ Δημήτρης τῆς ζητάει νὰ μάθῃ περισσότερα ἀπὸ τὴν Ἔλλη γιὰ τὴν περίοδο ποὺ ζοῦσε μὲ τὴν καθηγητή. Τῆς λέει ὅτι ὁ καθηγητὴς ἔχει λερωμένη τὴν φωλιά του. Ἡ Βιβὴ τὸν πιέζει νὰ μαζέψῃ κι ἄλλα στοιχεῖα καὶ τοῦ προτείνει νὰ μὴν μιλήσῃ ἀκόμα στὴν Ἔλλη. Στὸ μεταξὺ ὁ Τάσος μὲ τὸν Στράτο παρακολουθοῦν τὸν Ἰωάννη ποὺ παρακολουθεῖ τὸν καθηγητή. Μελαγχολικὸς ὁ καθηγητὴς σταματάει σ’ἕνα περίπτερο καὶ παίρνει τηλέφωνο τὴν Ἔλλη. Τῆς λέει ὅτι θὰ περάσῃ νὰ τῆς δώσῃ ὁ ἴδιος τὸ ποσὸν τῆς διατροφῆς. Φθάνει στὸ σπίτι τῆς Ἔλλης ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη ποὺ παρακολουθεῖται ἀπὸ τοὺς Τάσο καὶ Στράτο. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἐμφανίζεται ἡ Ἑλληνορουμάνα καὶ μπαίνει στὴν πολυκατοικία ἕνα δευτερόλεπτο μετὰ τὸν καθηγητή. Ὁ Ἰωάννης ἀκολουθεῖ τὴν Βιβὴ κι ὁ Στράτος μὲ τὴν Τάσο συμφωνοῦν ὅτι ἔχουν πέσει σὲ σπείρα. Ὁ Τάσος λέει ὅτι ἡ Ἔλλη κινδυνεύει καὶ ἐξηγεῖ στὸν Στράτο ὅτι στὴν ἱστορία ἐπιστημονικῆς φαντάσίας τῆς Ἑλληνορουμάνας ἡ νεαρὴ παρθένα ἀπὸ τὴν Ἀφροδίτη βιάζεται καὶ πουλιέται σκλάβα σὲ γαλαξιακὴ γαλέρα. Στὸ μεταξύ, ὁ Ἰωάννης παρακαλεῖ τὸν θυρωρὸ νὰ τὸν ἀφήσῃ νὰ τηλεφωνήσῃ στὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου καὶ τὸ καταφέρνει λέγοντάς του ἀκριβῶς ποιός εἶναι καὶ τί ῥόλον παίζει σ’αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. Ὁ Ἰωάννης λέει στὴν Ῥένα Ἀσημακοπούλου ὅτι ὁ καθηγητὴς συναντάει ἄλλες γυναῖκες χρησιμοποιώντας τὸ σπίτι τῆς πρώην γυναίκας του. Τὴν διαβεβαιώνει ὅτι ὁ καθηγητὴς δὲν εἶναι ὁμοφυλόφιλος. Ἡ Ῥένα Ἀσημακοπούλου κλείνει ἀναστατωμένη τὸ τηλέφωνο. Προτείνει στὸν ἑαυτό της νὰ πάρῃ πρωτοβουλία καὶ παίρνει ἕνα ταξὶ ποὺ τὴν ἀποβιβάζει μπροστὰ στοὺς Στράτο καὶ Τάσο. Στὸ μεταξὺ ὁ καθηγητὴς λέει στὴν Ἔλλη ὅτι κάποιος τὸν παρακολουθεῖ. Ἡ Ἔλλη βάζει τὰ κλάμματα καὶ βρίζει τὸν καθηγητὴ μπροστὰ στὴν Βιβή. Ἡ Ἑλληνορουμάνα παίρνει κατὰ μέρος τὸν καθηγητὴ καὶ τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι γράφει ἱστορίες ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Στὸ μεταξύ, ὁ Στράτος ἔχει εἰδοποιήσει τὴν ἀσφάλεια. Ὁ Τάσος ἀναζητᾷ τὸν Δημήτρη καὶ τὸν βρίσκει ἔξω ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο. Τὸν ἐξορκίζει νὰ τοῦ πῇ πραγματικὰ ποιός εἶναι καὶ τί ῥόλον παίζει σ’ αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. Ὁ Δημήτρης λέει ὅτι τὰ ἔκανε ὅλα γιατὶ ἀγάπησε τὴν Ἔλλη. Ὁ Τάσος τὸν συμβουλεύει νὰ κρυφτῇ καὶ τοῦ προτείνει νὰ φύγῃ στὸ ἐξωτερικό. Ὁ Δημήτρης νομίζει ὅτι τὸν ἀντιλήφθηκε ὁ καθηγητὴς καὶ φεύγει γιὰ τὴν Κόρινθο. Στὸ μεταξύ, ἡ Ῥένα Ἀσημακοπούλου εἰσβάλλει στὸ διαμέρισμα τῆς Ἔλλης ὁπλισμένη μὲ μιὰ φωτογραφικὴ μηχανή, ἀκολουθούμενη ἀπὸ τὸν Ἰωάννη. Ἡ δημοσιογράφος φωτογραφίζει τὴν Ἑλληνορουμάνα τὴν ὥρα ποὺ ἡ τελευταία λέει κάτι στὸ αὐτὶ τοῦ καθηγητῆ. Ὁ καθηγητὴς φεύγει τρέχοντας καὶ τὸν ἀκολουθεῖ ἡ Ἑλληνορουμάνα. Στὴν εἴσοδο τοὺς συλλαμβάνουν ἄνθρωποι τῆς Ἀσφάλειας. Ὁ Στράτος καταδιώκει τὸν Ἰωάννη ποὺ τὸ σκάει καὶ μὲ ἕνα καλοζυγισμένο χτύπημα στὸν αὐχένα τὸν ἀφήνει ἀναίσθητο.
Χρῆστος Βακαλόπουλος «Ἡ Μεγάλη Περίληψη» ἀπὸ τὸ «Νέες Ἀθηναϊκὲς Ἱστορίες»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα