Πέμπτη, Ιουλίου 13, 2006

Ελεεινός καί τρισάθλιος.


Η πρώτη εικόνα πού μάς έρχεται στό μυαλό όταν θά ακούσουμε τήν λέξη, φανατισμός ή κάποιο παράγωγό του, είναι ο Χίτλερ. Ένας Χίτλερ ενώπιον μικροφώνου νά φωνάζη σάν γκόμενα τά ρούχα της νά’χη, σάλια νά τρέχουν - νά πετάγωνται μάλλον, η φράτζα νά χαλά χωρίς ελπίδες επανόρθωσης.

Η σκηνή μέ κάποιον νά χρησιμοποιεί έναν μειλήχιο τόνο, χαμηλές συχνότητες σέ μιά κουβέντα, θά μάς έκανε, τουλάχιστον κατ’αρχήν, νά μήν τόν κατατάξουμε σέ απορριπτέες γιά τήν στενοκεφαλιά τους, κατηγορίες.

Βλέποντας π.χ. τόν πάπα Βενέδικτο νά απευθύνεται σέ κάποιους, η πρώτη σου εντύπωση δέν θά είναι αρνητική. Η εικόνα του, αυτό τό ύφος τού καλόβολου κι έτοιμου νά κάνη κάθε χατήρι, παππού, δέν σέ προδιαθέτει αρνητικώς, δέν θά τόν χαρακτήριζες φανατικό, όσο κι άν έτσι τόν πής ακούγοντάς του τήν άποψη περί καπότας π.χ..

Δέν ξέρω γιατί, ίσως παραμένουν κάποιοι αταβισμοί καί καταδικάζουμε τόν φωνακλά, ενώ ο πράος, ο ήμερος, ο ήπιος, τουλάχιστον χαίρει πολλών ευκαιριών μέχρι μιά ενδεχομένη απόρριψη.

Ακόμη κι άν τά εκφραζόμενά του είναι πιό προκλητικά, πιό ψευδή, πιό σκανδαλώδη.

Διάβαζα τήν Κυριακή τήν Καθημερινή. Όταν έφθασα στήν επιφυλλίδα τού Παντελή Μπουκάλα στάθηκα όσο χρειαζόταν νά δώ τήν ζωγραφιά πού είχε. Η κόρη μου όμως πρόλαβε νά τσιμπήση μερικά περί ξένων.

Θαυμάζω τήν εμμονή κάποιων. Δέν έχει κουρασθεί καθόλου ο έν λόγω δημοσιογράφος. Παραμένει ακμαίος. Χωρίς νά ξαποσταίνη, πρός τήν δόξα τραβά.

Σέ κάθε ευκαιρία θά αναφερθή μέ συγκίνηση στούς ξένους. Τό χείλος τρέμει ανεπαίσθητα, η συγκίνησις όμως είναι φανερά... Ω ξείν!

Ποία η σκοπιμότης συνεχούς αναφοράς τού νταλγκά τών έν Ελλάδι ξένων; Όλο καί κάποια θά είναι, τό δίχως άλλο. Κάποιος λόγος θά υπάρχη – βέβαια! Άς κάνω τόν καλό καί νά δεχθώ ότι η πρόθεσις τού Μπουκάλα είναι θετική. Η όλη του προσπάθεια επικεντρώνεται στήν επίκληση τών ανθρωπιστικών μας συναισθημάτων, στήν κατανίκηση τής άρνησης. Επικαλείται κάποια παραδείγματα τών οποίων η διάμετρος δέν είναι μικρή, απέχουν αρκετό διάστημα. Επικαλείται τά έργα καί τίς ημέρες ενός ψυχοπαθούς, τού Καζάκου. Μιλά γιά μιάν δολοφονία στήν Ζάκυνθο, Αλβανού. Γιά μιάν άλλη ενός εφήβου , στό Ρέθυμνο, αλβανού. Όλα αυτά ώστε νά καταδείξη τί; Κι αυτός δέν ξέρει. Σημασία έχει νά προβληθούν τά δράματα κάποιων ξένων.

Σέ αυτό, πολύ καλά κάνει. Ωστόσο τό νά πής ότι είναι καταδικαστέα μιά δολοφονία ίσως νά είναι καί προσβλητικό γιά τήν μνήμη τού νεκρού. Εννοείται ότι είναι καταδικαστέα μιά δολοφονία.

Αναλόγως προσβλητική όμως είναι η σκύλευση τής μνήμης.

Σέ αυτό τό σημείο, έρχεται σάν ογκόλιθος νά σκιάση κάθε κονιορτό φωτός ελεύθερης σκέψης αυτός ο ανεπανάληπτος φανατισμός τού Π.Μπουκάλα. Είναι αδιανόητα φρικτή η ύβρις τήν οποίαν διαπράττει. Εκτός κι άν.... Εκτός κι άν μάς αναφέρη ότι σέ φιάλη, σέ μπουκάλα ήταν κλεισμένος ο Μπουκάλας όλα αυτά τά χρόνια καί κατέβηκε σάν άλλος Λιαντίνης από κάποια ανήλιαγη χαράδρα τού Ταϋγέτου κι είδε μόνον κάποιες δολοφονίες δυστυχών αλβανών.

Διότι σαφώς σέ μπουκάλα κλεισμένος θά έπρεπε νά ήσουν όλα αυτά τά χρόνια ώστε νά νομίσης ότι (όχι οι εγκληματικές ενέργειες βεβαίως, αυτές καταδικάζονται ασυζητητί) η αρνητική στάση έναντι τών αλβανών (καί όχι τών ξένων) παρθενογεννήθηκε, κυρ Μπουκάλα.

Πού πήγε ο γλαφυρός σου λόγος στήν ανάγκη αναφοράς αντιστοίχων περιστατικών; Πόσες καύλες είχες ώστε νά γαμήσης έτσι αισχρά τό παρελθόν, κλείνοντας τά μάτια, ανθρωπάκο, σέ ό,τι έπαθαν κάποιοι από μερικούς αλβανούς; Όλα αυτά πού ακούγαμε στά χρόνια τού 90, δέν συνέβησαν; Δέν υπήρξαν; Δέν σέ άγγιξαν;

Καλά, πολύ καλά κάνεις πού στηλιτεύεις κάποιους έλληνες εγκληματίες αλλά γιατί μένεις μόνο εκεί; Ποιός ήταν ο βίος κι η πολιτεία κάποιων, όχι λίγων αλβανών; Γιατί δέν τό λές; Τί σέ κάνει νά μένης μόνο στά εγκλήματα τών ελλήνων; Τό είπαμε πρίν. «Κάποιος λόγος θά υπάρχη – βέβαια!»

Οι έλληνες ποτέ δέν τήρησαν απάνθρωπη, εχθρική, στάση έναντι ξένων. Ούτε κάν στάση σκεπτικισμού. Οι πρώτοι ξένοι, δέν ήσαν πρώτοι οι αλβανοί πού ήλθαν, εξάλλου. Πρίν από τό 1991, υπήρξαν κι άλλοι. Πακιστανοί. Από τό Μπαγκλαντές. Πολωνοί – στά χρόνια τού δικτάτορα Γιαρουζέλσκι. Ποτέ δέν δημιουργήθηκε καί δέν δημιουργείται αρνητικό συναίσθημα – εμφανές ή όχι – απέναντί τους, μαζικά βεβαίως. Αυτό τά λέει όλα.

Σέ όλο αυτό τό φάσμα, συνίσταται ο ανίατος φανατισμός. Μιά μονόφθαλμη θεώρηση τού παρελθόντος αλλά καί τού παρόντος, παρουσίαση μερικών περιστατικών, ξεκομμένων από κάθε περιστατικό τό οποίο επέδρασε στό παρουσιαζόμενο καταλυτικότατα.

Στήν καλλίτερή μας ο μπουκάλας είναι ψεύτης, τυχόν παρρησία μάς παροτρύνει νά τόν χαρακτηρίσουμε φανατικό. Σιγά μήν χρειάζεται παρρησία βεβαίως γιά νά ασχοληθής μέ έναν τόσο αισχρό ψεύτη, τέλος πάντων...


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats