Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 07, 2005

Καζαμιας

Οι δρόμοι ήσαν γεμάτοι κόσμο. Ήταν μιά μεγάλη εκδήλωσις. Ο κόσμος γιόρταζε τό τέλος τού καλοκαιριού.

Πού ακούστηκε αυτό; Νά γιορτάζεται το τέλος τού καλοκαιριού; Συνήθως γιορτάζουμε τήν είσοδο τής άνοιξης τήν πρωτομαγιά και τήν καθαρά Δευτέρα – μέ κάποια συστολή. Στο τριήμερο του Αγ. Πνεύματος επίσης κατατίθεται ένας σεβασμός στα πρώτα των θερινών δραστηριοτήτων. Όμως ποτέ, ούτε μιά ρανίδα συμπάθειας πρός τόν χειμώνα. Ποτέ.

Καί τώρα, γιορτή γιά τό τέλος του καλοκαιριού;

Ο δρόμος είχε μιά κατηφορική τάση, τό μπουλούκι ακολουθούσε την εύκολη πορεία μαζυ μέ φωνές, θορύβους, μουσικές, χρώματα, ήχους… Θύμιζαν διαφήμιση ρουμιού, νόμιζες ότι κάπου εκεί θα έβλεπες καί τον Ρομπερτ Τζορνταν μέ ένα δισακι στον ωμο νά συμμετεχη στην εκδηλωση καί πολλοί πωγωνοφόροι μέ βυσσινί εσάρπες νά θυμίζουν διατυπώσεις νό πασαράν.

Τα τεχνητά φωτά έδιναν μιά αποπροσανατολιστική υφή η οποία διόλου δέν επηρέαζε τον οίστρο των εορταζοντων. Όσο καί νά προσπαθούσες δέν θα εντόπιζες την πηγή της μουσικής στην οποία πρωταγωνιστικό ρολό έπαιζε ένα τύμπανο μέ δίχως έγχορδες παρέες. Παρά μονό έγχορδα. Πολλά έγχορδα. Μονό έγχορδα. Καί ένα τύμπανο.

Θυμιζε θίασο διονυσιακό. Όχι απαραίτητα μέ εκφράσεις έκστασης, αλλά σου αφήναν ένα αίσθημα μοναξιάς εν μέσω τόσο επιφανειακής όπως αποδεικνυόταν συντροφικοτητος. Κάθε άλλο Παρά γλεντά. Οι γνωστές φυσιογνωμίες ασυνήθιστα πολλές χωρίς όμως κάποια επαφή – που λόγος γιά διαχυτικότητες καί γεια.

Κάπου εκεί φάνηκε μιά πιο γνωστή φυσιογνωμία. Καί παρά διπλα άλλη μιά. Στολιδια πανω της. Όχι περιττα, ηταν καί σπανια ξερεις, τσιγγανικα χρωματα.

Σ’ένα τραμ, χωρις τζαμια, ακινητο σάν μπαρα, ναί ηταν μπαρα μέ καποιον νά μοιραζη ποτα, κρυα ποτα. Κανεις δέν καθοταν, παρά μονό προτεινε χερι καί συνεχιζε την καθοδο. Εκεινες τίς ωρες δέν μπορουσε νά δειχθη περιεργο τό ατελειωτο του κοσμου. Υπηρχαν άλλες προτεραιοτητες προσοχης.

Καποια μασουρακια λιγο σάν χαρτονινα, λιγο σάν χαρτενια αλλαξαν χερια. Βλεμματα δέν συναντηθηκαν, Παρά μονό χειλη κυτταζαν νά διαβασουν τα λογια. Λογω της δυνατης μουσικης, αυτό τό κρεσεντο του κλαρινετου εμπαινε αναμεσα. Γιναν αντιληπτα καποια. Κατανοητα. Σηκωθηκε, προχωρησε, μετρησε τρια πανινα βρεγμενα σκαλοπατια, χωθηκε σέ δερβισοειδως κατερχομενους αφηνοντας εαυτον νά ξεχωριζη ως η μονη μη κινουμενη φιγουρα.

Τοτε ηταν που ο κοσμος αποτομα εξαφανιστηκε. Η πηγή της παρέλασης στέρεψε καί οι εναπομείναντες χαθήκαν στο βάθος ενός όλο καί περισσότερο κατηφορικού δρόμου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα

blog stats